Οι κυνηγοί θησαυρών δεν υπάρχουν μόνο στις Κινηματογραφικές ταινίες και στα βιβλία περιπετειών. Υπάρχουν κοντά μας, ζουν δίπλα μας, κινούνται όπως κι εμείς, στην πόλη της Λάρισας και σε όλη την Θεσσαλία. Γιατί στην περιοχή μας είναι ιδιαίτερα διαδομένο αυτό το χόμπι που για πολλούς παραμένει άκαρπο, ενώ για λίγους, ίσως επιφυλάσσει την ανταμοιβή.
Στον τομέα αυτό υπάρχουν οι φανατικοί και μόνιμοι μαζί με τους κατά περίσταση κυνηγούς θησαυρών. Γιατί δεν πρόκειται για κλάμπ, αντίθετα είναι ανοιχτή δραστηριότητα στην οποία εύκολα μυούνται νεόκοποι κι εύκολα αποσύρονται κάποιοι άλλοι. Μόνο που το κυνήγι του θησαυρού έχει την ιδιότητα να σε γεμίζει προσμονή (περισσότερη από όση η συμπλήρωση ΠΡΟ-ΠΟ) αλλά και αγωνία με τους κινδύνους που έχει. Και δεν είναι κίνδυνος μόνο η σύλληψη την ώρα που σκάβεις, αλλά και ατυχήματα εκεί που ψάχνεις για τον θησαυρό όπως έγινε πρόσφατα στην Β. Ελλάδα με τους τρεις που πέθαναν από ασφυξία σε πηγάδι καθώς έψαχναν για λίρες.
Οι κυνηγοί θησαυρών δεν έχουν συγκεκριμένο τίτλο – όνομα. Για ευκολία τους ονομάζουμε θησαυροκυνηγούς. Είναι αυτοί που ψάχνουν πρώτα και κύρια για θαμμένα νομίσματα (χρυσές λίρες) κατά δεύτερο λόγο για χρυσά αντικείμενα και σχεδόν καθόλου για αρχαία μάρμαρα και βυζαντινά είδη που έχουν πρόβλημα απόκρυψης και διάθεσης στην αγορά. Οι λίρες όταν βρεθούν, δεν έχουν πρόβλημα στη διακίνησή τους, γιατί χαίρουν εκτίμησης στην χώρα μας, όπως πάντα, και μάλιστα οι παλιές εκτιμούνται περισσότερο.
Ένας θησαυροκηνυγός έχει καλύτερο όνομα από έναν αρχαιοκάπηλο. Αυτό γιατι είναι ριζωμένο μέσα σ’ όλους μας ότι οι κρυμμένοι θησαυροί περιμένουν και ποιον να τους βγάλει στο φως της μέρας (σαν τον Αλή Μπαμπά του παραμυθιού) περιμένουν τον τυχερό που θα τους βρει, τον ευνοημένο απ’ την τύχη. Εννοείται ότι οι θησαυροκυνηγοί κάνουν ότι μπορούν για να ξυπνήσουν την τύχη και να την βοηθήσουν να σκοντάψει πάνω τους, για να τους αλλάξει τη ζωή, αφού οι κρυμμένες λίρες είναι το μέσο με το οποίο μπορεί ένας τυχερός να γίνει πλούσιος, να βγει από την επιβίωση χωρίς να θίγει κανέναν, ούτε καν τους ενδόξους προγόνους. Αλλωστε οι λίρες είναι για να κυκλοφορούν.
Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν μπορείς να άρει συνέντευξη από έναν θησαυροκυνηγό, για λόγους προφανείς. Έτσι θα κάνουμε περιγραφή της διαδικασίας ενός κυνηγιού θησαυρού.
Πρώτη κίνηση του θησαυροκυνηγού είναι να μάθει πιθανές θέσεις θησαυρών.
Η Θεσσαλία με τα βουνά που έχει γύρω της όπου έδρασαν ληστές και αντάρτικα και με τους πλούσιους που κατά καιρούς ήθελαν να σιγουρέψουν το χρήμα τους έχει πολλές πιθανές θέσεις. Πρώτα ιστορίες και θρύλοι μιλούν για χρυσάφια και πλούτη γενικά όμως κι αόριστα. Αυτοί οι θρύλοι είναι κάτι το συνηθισμένο στη Θεσσαλία και τους γνωρίζουν πολλοί. Κάποια μέρα σε ταξίδι με το τρένο στα Τέμπη ένας πατέρας έλεγε στον μικρό γιο του δείχνοντας το σημείο του κάστρου της Ωριάς. – ‘Αμα μεγαλώσεις θα σε πάω εκεί πάνω, ίσως εσύ βρεις τον θησαυρό. ́Ομως εκτός από θρύλους, υπάρχουν άτομα που γνωρίζουν μυστικά σημεία όπου θάφτηκαν θησαυροί. Γνωρίζουν το σημείο περίπου ή ακριβώς γιατί έτυχε να δουν κάποιους να θάβουν κιβώτια σε ταραγμένες εποχές και δεν τολμούσε να κάνει την απόπειρα μόνος του. Αυτά τα σημεία είναι σε περιοχές σημαδιακές που το έδαφος έχει μια χαρακτηριστική ιδιομορφία (κάποιος βράχος) ή σε δάσος που υπάρχουν χαρακτηριστικά δέντρα, ή κάποιο εκκλησάκι κ.λπ. Οι θησαυροκυνηγοί μαζεύουν πάντα πληροφορίες, και βρίσκουν άτομα που να γνωρίζουν τέτοιες πιθανές θέσεις. Όταν εκείνος που γνωρίζει το σημείο δεν ζει πια και μεταβίβασε το μυστικό σε άλλον τότε μπορεί να υπάρχουν και σχεδιαγράμματα ή χάρτες. Ολα είναι χρήσιμα και συλλέγονται με προσοχή.
Από τη στιγμή που έχει εντοπιστεί γενικά κάποιο μέρος με πιθανό θησαυρό τότε το επόμενο βήμα είναι να εντοπιστεί ακριβώς το σημείο που θα γίνει το σκάψιμο.
Με κάθε προφύλαξη για να μη μαθευτεί από ανεπιθύμητους, γίνεται το ψάξιμο με δύο τρόπους: με παραδοσιακό τρόπο ή με σύγχρονο με χρήση μηχανήματος. Δεν αποκλείεται και ο συνδυασμός των δύο μεθόδων.
Η τεχνολογία στις μέρες μας (ηλεκτρο-νική) εξοπλίζει τον θησαυροκυνηγό με την δυνατότητα να πατήσει ένα κουμπί και να βρει κάποιο θησαυρό. Αυτό όμως έχει και τις ατυχίες όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια. Ο παραδοσιακός τρόπος, δεν χρειάζεται τεχνολογία, αλλά βασίζεται σε πανάρχαια γνώση που γενικά ονομάζεται ραβδοσκοπία. Εδώ θα χρειαστεί να πούμε για τους αναγνώστες τί είναι η ραβδοσκοπία.
Σε όποια εγκυκλοπαίδεια αν ψάξουμε θα δούμε ότι ραβδοσκοπία είναι η έρευνα με τη βοήθεια ραβδιού για την ανακάλυψη νερού ή μεταλλεύματος, μέσα στο έδαφος. Ραβδοσκόπος λέγεται ο άνθρωπος που χρησιμοποιεί αυτή τη μέθοδο. Συνήθως στις εγκυκλοπαίδειες γίνεται ταύτιση της ραβδοσκοπίας με τη λέξη ραβδομαντεία γιατί από τα αρχαία χρόνια η μέθοδος αυτή παρουσιάζονταν σαν μαγική, μια και ήταν ανεξήγητη. Από τον 19ο αιώνα όμως και μετά η επιστήμη ενδιαφέρθηκε γι’ αυτό το φαινόμενο και άρχισαν να δίνονται διάφορες εξηγήσεις με μαγνητικές δυνάμεις των μεταλλευμάτων και της μάζας νερού που βρίσκεται στο έδαφος. Χωρίς να κάνουμε τους ειδικούς στο θέμα μπορούμε να πούμε ότι η μέθοδος αυτή πράγματι δεν κρύβει τίποτα το μαγικό παρά μόνο χρησιμοποιεί φυσικά φαινόμενα και δυνάμεις που υπάρχουν γύρω μας (είτε είναι μαγνητικές ή ηλεκτρομαγνητικές ή όπως αλλιώς τις ονομάσουμε) και με το ραβδί, ο ευαίσθητος δέκτης ο ραβδοσκόπος, εντοπίζει το σημείο έντασης και συσσώρευσης. Ίσως να μην υπάρχουν καν χαρισματικά άτομα – ραβδοσκόποι, αλλά άτομα που ξέρουν πως να χειριστούν τη ράβδο, που συνήθως είναι από ξύλο ή μέταλλο σε σχήμα του μικρού (πεζού) γράμματος της ελληνικής αλφαβήτου (γ). Ο ραβδοσκόπος κρατάει αυτό το μέσον με τα δύο χέρια στην κάθε άκρη, και προχωράει βαδίζοντας στο σημείο που θέλει να δει αν μέσα στο έδαφος υπάρχει νερό ή λυγίζει από μόνο του με τη μύτη προς τη γη (όπως έλκεται από μαγνήτη μια βελόνα). Ανάλογα με την δύναμη που έλκεται η ράβδος συμπεραίνεται το επίκεντρο της μάζας του νερού ή του μετάλλου. Με την πείρα που αποκτάει ο ραβδοσκόπος, μπορεί να υποθέσει το βάθος στο οποίο βρίσκεται. Σε άλλους ραβδοσκόπους (σπάνια) επιδράει η έλξη σαν τίναγμα προς τα πίσω και μπορεί να τους ρίξει στο έδαφος. Πολλές κοινοτικές γεωτρήσεις (και ιδιωτικές) στη Θεσσαλια και αλλού έγιναν τα τελευταία χρόνια με την υπόδειξη ραβδοσκόπου και αποδείχτηκαν πετυχημένες περισσότερο από υποδείξεις γεωλόγων.
Αντί για λυγισμένη ράβδο ξύλινη ή μεταλλική, χρησιμοποιείται και εκκρεμές ή δύο ξύλινοι ράβδοι ίσοι με ακίδες χρυσού στη μύτη. Βασίζονται στον ίδιο τρόπο.
Έτσι μ’ αυτά που αναφέραμε φαίνεται η αποδοτικότητα της παραδοσιακής αυτής μεθόδου και εύκολο είναι να γίνει συνεργασία θησαυροκυνηγού και ραβδοσκόπου για έρευνα πιθανού θησαυρού. Αρκεί φυσικά να συμφωνεί ο ραβδοσκόπος και να επέλθει κάποια οικονομική συμφωνία. Εντοπίζεται το σημείο και άλλη φορά με τις απαραίτητες προφυλάξεις ο θησαυροκυνηγός κάνει το σκάψιμο.
Όταν όμως δεν θέλει να ανακατέψει άλλους στο «κόλπο» τότε ο θησαυροκυνηγός επιλέγει την σύγχρονη μέθοδο και αγοράζει ένα μηχάνημα, για να ψάξει ο ίδιος το πιθανό σημείο του κρυμμένου θησαυρού. Τα μηχανήματα αυτά λέγονται ανιχνευτές μετάλλων και τα εισάγουν από το εξωτερικό ειδικά καταστήματα.
Γι’ αυτό και πουλιούνται φανερά μάλιστα διαφημίζονται στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο, εκθειάζοντας τα στάνταρς, και τις δυνατότητες τους, όπως ένα βίντεο, ή μια οποιαδήποτε οικιακή συσκευή. Πρόκειται για μηχανήματα μικρά, εύχρηστα, με μπαταρίες, σε διάφορα μοντέλα, συνήθως στο σχήμα μιας ηλεκτρικής σκούπας περίπου, με χαρακτηριστικό θόρυβο στον εντοπισμό μετάλλου. Τα πιο σύγχρονα μοντέλα έχουν και οπτική ένδειξη, γιατί ο θόρυβος είναι αντιεπαγγελματικός αφού μπορεί να κάνει γνωστή την παρουσία σε ανεπιθύμητους. Επίσης τα πιο εξελιγμένα μοντέλα διαφημίζονται ότι κάνουν τέλειο διαχωρισμό, εντοπίζουν ακόμα και το βάθος.
Τα μηχανήματα αυτά όμως δεν χαίρουν εκτίμησης από όλους τους θησαυροκυνηγούς. Γιατί ανιχνευτές (ιδίως τα παλιότερα μοντέλα) «τσιμπούσαν» στην παρουσία οποιουδήποτε μετάλλου, ενός καρφιού, ή μιας σιδηρόπετρας που βρίσκεται στο χώμα και αποδείχνονταν βάσανο το σκάψιμο σε πολλά σημεία χωρίς αποτέλεσμα. «Αν όσες τρύπες έσκαψα χωρίς αποτέλεσμα, είπε κάποιος, έβαζα κι από ένα δέντρο κάθε φορά, τώρα θα είχαν διασωθεί πολλά γυμνά βουνά της χώρας μας». Γι’ αυτό η τεχνολογία προσπαθεί να ικανοποιήσει τους πελάτες της με βελτιώσεις για διαχωρισμό μετάλλων για να συνεχίσει φυσικά τις πωλήσεις. Ομως μ’ αυτά τα προβλήματα της τεχνολογίας δεν χάνουν ποτέ την αξία τους οι παλιές, δοκιμασμένες παραδοσιακές αρχές της ραβδοσκοπίας και οι ραβδοσκόποι έχουν «ψωμί».
Τέλος αφού εντοπιστεί και το σημείο, ο θησαυροκυνηγός επιλέγει το χρόνο της επιχείρησης, την οργανώνει και βρίσκει και άτομα γιατί τέτοιες δουλειές δεν γίνονται από ένα άτομο. Συνήθως χρειάζεται σκάψιμο με σκαπάνι και άτομα για τσίλιες. Σε λίγες περιπτώσεις γίνεται χρήση σκαπτικού μηχανήματος, που με το θόρυβο που θα κάνει και νύχτα όπως Είναι φυσικό για μια τέτοια επιχείρηση χρειάζεται θράσος και αποφασιστικότητα.
Με θησαυροκυνηγό που ζει στο εξωτερικό, μπήκα στην περιπέτεια του κυνηγιού ενός θησαυρού, από δημοσιογραφική περιέργεια. Το σημείο, σε μια δασ δη περιοχή, κάπου στα σύνορα του νομού Λάρισας και Πιερίας, όπου φτάσαμε μετά τις 12. Σαν έμπιστος στην παρέα, θα βοηθούσα στο σκάψιμο, που προβλέπονταν ιδιαίτερα κοπιαστικό. Το σημείο μακρυά από οικισμό, αλλά η νύχτα καλοκαιρινή με αστροφεγγιά και χρειαζόταν προφυλάξεις. Φτάσαμε με αυτοκίνητα, εξοπλισμένοι με σκαφτικά και νερό. Τα φώτα σβηστά. Η θέση που θα σκάβαμε είχε εντοπισθεί από ραβδοσκόπο, που βεβαίωνε ότι στα 1,70 μ. θα πρέπει να βρισκόταν κάτι. Το σκάψιμο πήρε ώρες. Τσιλιαδόρος ειδοποιούσε για σταμάτημα αν άκουγε κάτι το ύποπτο. Τελικά στα 2 μέτρα δεν είχε βρεθεί τίποτα, μόνο σκληρό χώμα, με λίγες πέτρες. Χρειάστηκε να φύγουμε. ́Αλλη φορά ο ίδιος θησαυροκυνηγός πήγε στο ίδιο μέρος, με σκαπτικό μηχάνημα και πάλι δεν βρήκε τίποτα. Ηταν όμως πεισμένος ότι εκεί ήταν θησαυρός. Πιστεύεται ότι αυτοί που θα είδαν τα σκαψίματα υπέθεσαν ότι πάλι κάποιος βρήκε λίρες και τις πήρε. ́Αλλωστε λένε ότι υπάρχει συνήθεια να αφήνει ο τυχερός θησαυροκυνηγός 2-3 νομίσματα για όποιον περάσει πρώτος, το πρωΐ.
Πόσοι έχουν βρει θησαυρούς στη Θεσσαλία; Αγνωστο. Γνωστό όμως ότι κυκλοφορούν λίρες χρυσές και παλιάς κοπής. Και οι λίρες για τον σημερινό αστό, είναι η σιγουριά που ούτε το χάρτινο δολάριο μπορεί να δώσει. Και η συσσώρευση τους ξανατροφοδοτεί το κυνήγι του θησαυρού. Το σίγουρο είναι ότι οι κερδισμένοι είναι οι εισαγωγείς και αντιπρόσωποι των ανιχνευτών χρυσού που πουλιούνται σε αρκετά τσουχτερές τιμές.
- Από το περιοδικό Στιγμές (Ιούλιος 1987) – Του Παύλου Λάλου
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις