«Η γλώσσα είναι η βάση της προσωπικότητας. Ανάλογα με τον τρόπο που μιλάει κάποιος μπορείς να βγάλεις πολλά συμπεράσματα και αυτό δεν σχετίζεται πάντα με τα πτυχία. Υπάρχουν πολλοί αγράμματοι άνθρωποι από τους οποίους άκουσα σοφά λόγια και μια χρήση της γλώσσας αξιόλογη. Αντιθέτως, συχνά συναντάς ανθρώπους μορφωμένους, με πολλά πτυχία που ζουν χρόνια στο εξωτερικό και ο τρόπος που χρησιμοποιούν την ελληνική γλώσσα είναι μια τραγωδία».

Αυτά είναι το πρώτα λόγια που μου είπε ο κ. Χριστόφορος Χαραλαμπάκης στην τηλεφωνική μας συνέντευξη που έλαβε χώρα την εβδομάδα που μας πέρασε με αφορμή τη συμμετοχή του ως κεντρικός ομιλητής με θέμα «Η γλώσσα της πανδημίας» την επόμενη Παρασκευή στη Λάρισα στο συνέδριο «Ημέρες Πνευμονολογίας 2024».

Ήταν η απάντηση του όταν του είπα ότι χαίρομαι ιδιαιτέρως και τον ευχαριστώ για την επικείμενή συνέντευξη μας, που είναι για μένα η πρώτη μετά από αρκετό καιρό, όπως κι ότι πάντα με γοήτευε η γλωσσολογία παρότι σπούδασα κάτι άλλο. Επιλέγω να την πάρω ως κομπλιμέντο.

Ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης είναι γλωσσολόγος, ακαδημαϊκός, ομότιμος καθηγητής Γλωσσολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών μετά την εκλογή του το 2022 στην έδρα της Γλωσσολογίας στην Ακαδημία Αθηνών η οποία χήρευε από το 1941. Το magnum opus του θεωρείται το Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας, ένας συγγραφικός άθλος στον οποίο τάχθηκε για είκοσι χρόνια.

Συζητήσαμε για τις λέξεις, το πώς δημιουργούνται και πως χάνονται, για την ελληνική γλώσσα, τα παράδοξα της, για τη γλώσσα σε περιόδους κρίσεων, για τη λέξη Λάρισα και την προέλευσή της, για το λαρισαϊκό και θεσσαλικό ιδίωμα, για το αν η ελληνική γλώσσα συρρικνώνεται και αν απειλείται από τις ξένες λέξεις. Μου εξήγησε γιατί έγινε γλωσσολόγος, τι τον ανησυχεί και απασχολεί περισσότερο σήμερα, με τι θα ασχολούνταν αν δεν ήταν γλωσσολόγος.

Συνέντευξη στην Εύη Μποταροπούλου

Τι είναι λοιπόν οι λέξεις κ. Χαραλαμπάκη; Πως τις αντιλαμβάνεται ένας γλωσσολόγος;

Οι λέξεις είναι ζωντανοί οργανισμοί. Άλλες έχουν την τύχη να ζουν 4000 χρόνια, όπως η λέξη ήλιος, φως, ουρανός, ενώ άλλες πεθαίνουν σύντομα. Έχουν προσωπικότητα· ζουν και πεθαίνουν όπως οι άνθρωποι. Κάποιες είναι όμορφες και προκαλούν χαρά, άλλες προκαλούν τρόμο, όπως για παράδειγμα ο καρκίνος, ή είναι άσχημες, όπως τα κλαπατσίμπανα. Για μένα πολύ ωραίες λέξεις είναι το ηλιοβασίλεμα ή η ανεμώνη….

Βέβαια, η έννοια της ωραίας λέξης έχει υποκειμενική διάσταση και σχετίζεται με την ανθρώπινη κατανόηση. Όπως ένας άνθρωπος που ενώ είναι όμορφος κάνει άσχημες πράξεις και καταλήγει η συνολική του εικόνα να ασχημαίνει έτσι συμβαίνει και με τις λέξεις. Καθοδόν η σημασία που παίρνουν οι λέξεις αλλάζει και αυτό το βλέπουμε έντονα στα μορφήματα. «Μεγαλοχαζοβιβλίο», να μια λέξη που επινόησα μόλις τώρα· είναι ένα μόρφημα. Ο άνθρωπος ανακαλύπτει τη σημασία των λέξεων μέσα από τα μορφήματα. Ας σκεφτούμε για παράδειγμα το μόρφημα αυτό-… αυτοαναφορά, αυτόκλητος, αυτόνομος, αρκεί για να καταλάβουμε πως το ίδιο μόρφημα με διαφορετικούς συνδυασμούς διαφοροποιεί τη σημασία και δημιουργεί νέες έννοιες και λέξεις.

Μια και μιλάμε για τις όμορφες λέξεις, αν κάποιος πει ότι δεν του αρέσει η λέξη αγάπη… τότε μάλλον υπάρχει πρόβλημα. Είναι τόσο έντονο το νοηματικό φορτίο της. Παρεμπιπτόντως, είναι και άγνωστης προέλευσης από άποψη ετυμολογίας! Είχε το νόημα της αυτοφροντίδας… «αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν» αναφέρεται στο Ματθ. 22:34-39 ότι είπε ο Ιησούς σε ένα Φαρισαίο ως δεύτερη εντολή. Όμως σήμερα, το 30% των ανθρώπων εκτιμάται ότι δεν αγαπά τον ίδιο του τον εαυτό. Μέσα σε 2000 χρόνια είναι εντυπωσιακό το πόσο άλλαξε να νόημα της λέξης…

Η γλώσσα είναι εννοείται δυναμική. Πως αλλάζουν τα νοήματα, πως εξελίσσεται, πως εμπλουτίζεται;

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι η γλώσσα σήμερα εξελίσσεται και εμπλουτίζεται στο επίπεδο φραστικών νοημάτων, συνδυασμό λέξεων. Για παράδειγμα… ποιότητα ζωής και ασφάλεια ζωής. Το πρώτο αναφέρεται στη ζωή, το δεύτερο όμως στο θάνατο, κάτι το οποίο δεν το σκεφτόμαστε άμεσα όταν ακούμε τη φράση. Νομίζουμε ότι αναφέρεται στη ζωή, αλλά παραπέμπει στο θάνατο και επειδή ο θάνατος προκαλεί τόσο τρόμο στον άνθρωπο επικράτησε αυτός ο συνδυασμός λέξεων.

Κάποια στιγμή κάποιος μου σχολίασε ότι ενώ το «Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας», που συνέταξα για την Ακαδημία Αθηνών, αναφέρει ότι περιλαμβάνει 75.000 λέξεις, εκείνος τις μέτρησε και τις βρήκε 65.200… Λέτε η Ακαδημία να έχει κάνει ένα τόσο σοβαρό λάθος, να λέει ψέματα; Εδώ μπαίνουν τα φραστικά νοήματα. Για παράδειγμα η λέξη ζωή έχει περί τα 30 διαφορετικά φραστικά νοήματα που δημιουργούν νέα λήμματα… καλή ζωή, διπλή ζωή, καθιστική ζωή, εφόρου ζωής, ή στερεοτυπικές εκφράσεις όπως το ξαναέφτιαξε τη ζωή του… για σκεφτείτε το! Η γλώσσα, ναι, είναι σαφώς δυναμική.

Ας ξαναγυρίσουμε σε κάτι που είπατε νωρίτερα… η λέξη Αθήνα είναι άγνωστης  ετυμολογικής προέλευσης; Το συναντάμε συχνά αυτό το φαινόμενο;

Το 30% του νεοελληνικού λεξιλογίου είναι άγνωστης προέλευσης. Αθήνα, Λάρισα… δεν ξέρουμε από πού προέρχονται, δεν υπάρχει απόλυτη ετυμολογία.

Η λέξη Λάρισα θεωρείται προελληνικό τοπωνύμιο που συμβολίζει το τείχος, το φρούριο. Ο  γνωστός Βούλγαρος γλωσσολόγος Βλαντιμίρ Γκεοργκίεφ λέει ότι υπήρχαν 7 αρχαίες πόλεις με το όνομα Λάρισα. Υπάρχει και Λάρισα στην Κρήτη και είναι ένα βραχώδες σημείο. Η Λάρισα όμως δεν είναι. Αν και θεωρείται ότι προέρχεται από την πανάρχαια ομηρική λέξη λάας που σήμαινε πέτρα, δεν βρίσκουμε κάποια σύνδεση με την πόλη της Λάρισας.

Είναι πολλά αυτά που δεν ξέρουμε. Δεν ξέρουμε τι σημαίνει Αθήνα, Κρήτη, τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου…. Τη γλώσσα στο σύνολό της δεν την ξέρουμε, ούτε θα την μάθουμε ποτέ. Κατ΄ επέκταση η άποψη ότι οι νέοι, μόνο, πάσχουν από λεξιπενία δεν είναι σωστή· είναι ένα κοινωνικό στερεότυπο.

Πως δημιουργούνται οι λέξεις;

Το πώς δημιουργούνται οι λέξεις είναι ένα μέγα μυστήριο.

Αρχικά από κραυγές, οι λέξεις είναι ηχοποιητές. Μιμούμαστε τον ήχο… έτσι ξεκίνησαν πριν από 50.000 χρόνια. Οι πρώτες μαρτυρίες που έχουμε είναι προφορικές από τον 4ο αι. π.Χ. και γραπτές από τον 2ο αι. π.Χ.. Ξεκίνησαν ως κραυγές, ήχοι, μετά επιφωνήματα και σιγά σιγά με αυθαίρετο τρόπο έγιναν λέξεις.

Εμάς τους Λαρισαίους, και τους Θεσσαλούς γενικότερα, μας πειράζουν, για να το θέσω ευγενικά, συχνά για τον τρόπο που μιλάμε. Υπάρχει θεωρείται θεσσαλική διάλεκτος;

Είναι γεγονός ότι συναντάμε έντονα στερεότυπα για γλωσσικές μειονεξίες. Λέξεις, διαλέκτους, ιδιώματα – κυρίως τοπικά -, που τα θεωρούμε γλωσσικές μειονεξίες. Έχουμε προκαταλήψεις.

Και για τους Λαρισαίους και τους Θεσσαλούς υπάρχουν τέτοια στερεότυπα.

Ο Τυρναβίτης, βέβαια, μεγάλος φιλόλογος και γλωσσολόγος, Αχιλλέας Τζάρτζανος υποστήριξε ότι δεν πρέπει να μιλάμε για θεσσαλική διάλεκτο, αλλά για θεσσαλικό ιδίωμα, καθώς οι περισσότερες λέξεις γίνονται εύκολα κατανοητές· είναι μια εξευγενισμένη μορφή της γλώσσας. Νταλάκιασα, λαμπίκο, κουσούρι, είναι λέξεις για παράδειγμα που δεν τις λέμε μόνο στη Θεσσαλία· το κουσούρι άλλωστε είναι τουρκικής προέλευσης.

Υπάρχουν λέξεις που θεωρούνται αποκλειστικά λαρισαϊκές;

Ο καθηγητής Ευάγγελος Κουρδής, εξέδωσε το 2007 ένα εξαιρετικό βιβλίο το «Θεσσαλικό ιδίωμα» και αναφέρει ότι υπάρχουν το πολύ 500 λέξεις καταγεγραμμένες.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι η γλώσσα είναι μια μορφή κοινωνικής συμπεριφοράς σε συγκεκριμένο περιβάλλον. Αν πάρουμε, για παράδειγμα, ένα ελληνάκι μωρό και το πάμε στην Κίνα θα μάθε να μιλάει εξαιρετικά κινεζικά· ο εγκέφαλος μας είναι με τέτοιο τρόπο ανεπτυγμένος ώστε να προσαρμόζεται στο εκάστοτε γλωσσικό και κοινωνικό περιβάλλον.

Στη Λάρισα, και τη Θεσσαλία γενικότερα, υπάρχουν πολλές λέξεις/εκφράσεις που σχετίζονται με τον καύσωνα μια και υπάρχει η ανάγκη να περιγραφεί αυτό το φαινόμενο· γκαγκάνιασα, φουλτάκιασα, γκαβάθκα απ΄τη ζέστη, πλαντάξαμε απ΄την ζέστα, αντραλίστικα από την καρκαμπίλα

Ο Αθηναίος όταν ακούει τη λέξη ζέστα, την κατανοεί μεν αλλά κοροϊδεύει.

Σε όλες τις περιοχές όμως υπάρχουν ντοπιολαλιές και ιδιώματα. Στην Κρήτη, εμείς λέμε διαβάσωμε αντί για διαβάσουμε, ακούσωμε αντί για ακούσουμε, που αν το εξετάσεις το πρώτο είναι πιο σωστό γιατί είναι αρχαία υποτακτική, αλλά το καταλαβαίνω και γω ότι αν μιλάω έτσι θα φαίνομαι περίεργος…

Όμως οι ντοπιολαλιές και τα ιδιώματα προσδίδουν αξία στο ύφος.

«Αυτό είναι το θαύμα της γλώσσας· δεν πάει το μυαλό μα στην ετυμολογία. Δεν χρειάζεται να ξέρω την ετυμολογία των λέξεων. Η γλώσσα είναι ένα χάος».

Την επόμενη Παρασκευή θα βρεθείτε στη Λάρισα, στο συνέδριο «Ημέρες Πνευμονολογίας 2024» και θα είστε ένας από τους κεντρικούς ομιλητές με θέμα «Η γλώσσα της πανδημίας». Δημιουργήθηκε όντως μια νέα γλώσσα της περίοδο της πανδημίας;

Η πανδημία μας έδωσε πολύ υλικό για να δούμε πως δημιουργούνται λέξεις και πως χάνονται. Έτσι συμβαίνει με τις περιόδους κρίσης, ιατρικής, οικονομικής, κοινωνικής… δημιουργούμε νέες λέξεις για να περιγράψουμε αυτό που συμβαίνει.

Η λέξη αντιεμβολιαστής π.χ. είναι εντελώς μια λέξη της περιόδου, δεν την ξέραμε πριν.

Ενδιαφέρον έχει πως επικράτησε το lockdown, η αγγλική δηλαδή ορολογία. Οι αντίστοιχες ελληνικές λέξεις είχαν περίεργα νοηματικά φορτία. Ο εγκλεισμός, για παράδειγμα, παραπέμπει στη φυλακή, η απαγόρευση κυκλοφορίας στη περίοδο της χούντας. Οπότε επιλέχτηκε η αγγλική λέξη γιατί ήταν πιο ήπια.

Η γλώσσα πάντα προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα. Παρακολουθεί την κοινωνική ανάγκη. Έτσι εμφανίστηκε η νέα κανονικότητα, οι εκφράσεις πόλεμος σε αόρατο αλλά όχι ανίκητο εχθρό, και η χρήση υπερβολικών λέξεων όπως καταιγίδα, τυφώνας, τσουνάμι που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον κυρίως από τον Τύπο. Ο τρόπος παρουσίασης των ειδήσεων ξεπέρασε πολλές φορές τα πολεμικά ανακοινωθέντα: «ο ιός βρίσκεται προ των πυλών», «σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης», «οδηγός επιβίωσης» «σύσσωμη η επιστημονική κοινότητα κηρύττει τον πόλεμο». Ο Τύπος ρέπει άλλωστε, συχνά προς την υπερβολή· είναι θέμα ύφους. Έτσι οι δημοσιογράφοι μιλούν για απόφαση χαστούκι, για κόλαφο, για ράπισμα κτλ.

Αλλά ας επιστρέψουμε στις λέξεις της πανδημίας… ξώμυτος (αυτός που φορά λάθος τη μάσκα), αγκωναψία, γωναψία, κορονοπρόστιμο. Αυτά ήταν ευκαιριακοί νεολογισμοί που χάθηκαν.

Η πανδημία, μην ξεχνάμε, ήταν ένα ακραίο κοινωνικό φαινόμενο. Η λέξη πανδημία δεν είχε φυσικά αρχικά αυτό το νόημα. Σήμαινε «όλος ο λαός μιας πόλης»· «η πανδημία των Λαρισαίων» για παράδειγμα. Οι λέξεις αλλάζουν βλέπουμε το νόημα, τη σημασία τους στην πάροδο του χρόνου. Με τη σημερινή σημασία της μολυσματικής ασθένειας, τη συναντάμε το 1752 όταν οι Γάλλοι δημιουργούν τη λέξη pandémie.

Από λεξικογραφική άποψη είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η λέξη κορονοϊός δεν είναι επίσης καινούργια. Γεννήθηκε πριν από μισό αιώνα. Πρόκειται για μεταφραστικό δάνειο από το αγγλικό coronavirus, με πρώτη εμφάνιση το 1968 στο Oxford Classical Dictionary. Η ίδια λέξη είναι γνωστή στα γαλλικά περίπου από το 1970 και στα ιταλικά από το 1990. Στη γερμανική παρουσιάζεται με διπλή ορθογράφηση: Coronavirus και Koronavirus. Είναι εντυπωσιακό· ξέρουμε την ημερομηνία γέννησης μιας λέξης…

Κάθε χρόνο τα μεγάλα λεξικά ανακοινώνουν τη λέξη της χρονιάς. Ποια θα επιλέγατε μέχρι στιγμής για το 2024;

Αυτό συμβαίνει περίπου εδώ και εκατό χρόνια που αφορά σε λέξεις που χρησιμοποιούνται την εκάστοτε χρονιά πάρα πολύ συχνά. Φυσικά, τα λεξικά αποκλίνουν μεταξύ τους. Το 2020 όμως επικράτησε το corona virus. Το 2017 ήταν το fake news. Το 2023 το artificial intelligence.

Από την εφημερίδα «Το Βήμα» ρωτήσανε τον κ. Μπαμπινιώτη και εμένα να διαλέξουμε τη λέξη της χρονιάς για το 2023. Εκείνος επέλεξε μάρμαρα του Παρθενώνα, εγώ περιβάλλον.

Ας μην τρέφουμε αυταπάτες, η λέξη του 21ου αιώνα είναι το περιβάλλον. Εδώ και 50 χρόνια βιώνουμε το ανθρωπόκαινο, την νέα φάση στην ιστορία της γης, την πιο πρόσφατη περίοδο  η οποία συνδέεται με την ανθρωπογενή συνιστώσα της κλιματικής αλλαγής. Να αναφέρω εδώ ότι αυτό το λήμμα υπάρχει μόνο στο Λεξικό της Ακαδημίας… Ο μέσος Έλληνας δεν την ξέρει, ούτε κατανοεί τη σημασία της· ουσιαστικά ο άνθρωπος με την κλιματική αλλαγή αυτοκαταστρέφεται.

Συμφωνείτε με την άποψη ότι η ελληνική γλώσσα παρακμάζει, συρρικνώνεται;

Όχι καθόλου. Δεν το πιστεύω. Αυτό που πιστεύω ότι καταστρέφεται είναι ο πλανήτης γη.

Η γλώσσα θα γίνει πιο μικρή όσο θα περιορίζεται σε ολοένα και λιγότερους φυσικούς ομιλητές. Αναφέρομαι στη συρρίκνωση της Ελλάδας, στο φαινόμενο της υπογεννητικότητας. Οι μετανάστες είναι αυτοί που μπορούν να καλύψουν αυτό το κενό. Μετά από τρεις γενιές, έναν αιώνα περίπου δηλαδή, γίνονται Έλληνες μέσω της αφομοίωσης. Και αυτό αφορά και τη γλώσσα.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να σχολιάσω ότι εμπλουτίζεται σήμερα μόνο με επιστημονικούς όρους· η γλώσσα επιστημονικοποιείται, αυτή είναι μια αδόκιμη λέξη. Επίσης νέες λέξεις που εμφανίζονται αφορούν την υγεία, τη διατροφή, τη μόδα. Δεν εμπλουτίζεται από τη λογοτεχνία και την ποίηση. Οι ποιητές φαίνεται είναι άξιοι θαυμασμού αλλά όχι μίμησης….

 «Οι γλωσσολόγοι πρέπει να περιγράφουμε τη γλώσσα, όχι να τη ρυθμίζουμε».

Και για την συνεχώς αυξανόμενη χρήση ξένων λέξεων και δη αγγλικών από τους Έλληνες, ποια είναι η γνώμη σας;

Αφενός δεν είναι νέο φαινόμενο. Οι ξένες λέξεις έχουν ενσωματωθεί πολλές φορές στην ελληνική γλώσσα. Σκεφτείτε ότι ακόμη και το σπίτι δεν είναι ελληνική λέξη. Πρόερχεται από το λατινικό hospitium που σημαίνει ξενοδοχείο, και που αργότερα εξελίχτηκε σε hospital, hotel. Μένουμε βλέπετε σε ξενοδοχεία και νοσοκομεία… η δική μας λέξη είναι ο οίκος.

Επίσης, αγγλικές λέξεις συναντάμε σε όλες τις γλώσσες. Ακόμη και οι Γάλλοι που κάνουν τα αδύνατα δυνατά να τις αποφύγουν, και έχουν κατηγορηθεί για γλωσσικό σωβινισμό, απέτυχαν. Σύμφωνα το Petit Robert, το δημοφιλές μονότομο γαλλικό λεξικό που εκδόθηκε για πρώτη φορά από τον Paul Robert το 1967, το 30% του γαλλικού λεξιλογίου είναι λέξεις αγγλικές.

Δεν πρέπει να φοβόμαστε τα μεταφραστικά δάνεια. Όσο και να προσπαθήσουμε να προστατέψουμε την ελληνική γλώσσα από του αγγλισμούς, θα αποτύχουμε. Γιατί πολύ απλά αρέσουν στον κόσμο. Ποιος θα πει οχηματαγωγό πλοίο πλέον και όχι φέριμποτ; Ποιος θα πει τηλεομοιοτυπία αντί για φαξ και δεν θα φανεί γελοίος. Αφήστε που σε λίγο θα εξαφανιστεί και η λέξη φαξ, καθώς το ίδιο το φαξ είναι τεχνολογικά ξεπερασμένο… Ποιος θα πει 11μετρη βολή αντί για πέναλτι; Οι αγγλικές λέξεις είναι, μας αρέσει – δεν μας αρέσει, πιο εύκολες λέξεις, πιο λειτουργικές.

Οι γλωσσολόγοι πρέπει να περιγράφουμε τη γλώσσα, όχι να τη ρυθμίζουμε.

Κανείς μας δεν ξέρει τη γλώσσα, ούτε θα τη μάθει ποτέ. Κάθε περίπτωση κρίνεται από το ποιος μιλά, σε ποιον, που και γιατί. Αυτός είναι ο επικοινωνιακός δυναμισμός.

Αυτό είναι το θαύμα της γλώσσας· δεν πάει το μυαλό μας στην ετυμολογία. Δεν χρειάζεται να ξέρω την ετυμολογία των λέξεων. Η γλώσσα είναι ένα χάος. Και πλέον σταματάμε να μιλάμε για μητρική γλώσσα, μιλάμε για φυσική γλώσσα. Η γυναίκα που στις σύγχρονες κοινωνίες δουλεύει δεν παίζει τον καθοριστικό ρόλο· για πατρική γλώσσα δεν μιλούσαμε άλλωστε ποτέ…

«Κανείς μας δεν ξέρει τη γλώσσα, ούτε θα τη μάθει ποτέ. Κάθε περίπτωση κρίνεται από το ποιος μιλά, σε ποιον, που και γιατί. Αυτός είναι ο επικοινωνιακός δυναμισμός».

Πως αποφασίσατε άραγε να γίνεται γλωσσολόγος;

Από μικρό παιδί είχα μια αγάπη για τη γλώσσα.

Ο πατέρας μου ήταν γραμματέας στην κοινότητα στην Ανατολή Ιεράπετρας, όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, και τη δεκαετία του ΄50 υπήρχε τηλέφωνο μόνο στο γραφείο του. Οπότε για όποιον από τους 1200 κατοίκους του χωριού τηλεφωνούσε κάποιος, ο πατέρας φώναζε από τα μεγάφωνα «ο τάδε να έρθει στο γραφείο γιατί τον καλούν τηλεφωνικά». Επίσης, εμείς μοιράζαμε και τα γράμματα… μου άρεσε πολύ να το κάνω εγώ. Και οι εφημερίδες με εντυπωσίαζαν. Καθοριστικός υπήρξε και ο φιλόλογός μου στο Γυμνάσιο…

Αν δεν γινόσασταν γλωσσολόγος, τι θα θέλατε να είχατε σπουδάσει, με τι να ασχολείστε;

Τη γλωσσολογία δεν την αλλάζω.

Αλλά αν επέλεγα ξανά ίσως να γινόμουν ειδικός στο περιβάλλον. Όλο το θέμα της κλιματικής αλλαγής με απασχολεί πολύ. Η ερημοποίηση, η οικολογική καταστροφή στο μικροκλίμα και στο μικροπεριβάλλον. Το βλέπω ακόμη και στο χωριό μου.

Ο πατέρας μου είχε μελίσσια. Στο σημείο που τα είχε ένα μοναστήρι του 13αιώνα, τώρα είναι μια έρημη περιοχή. Αυτό με έχει στιγματίσει. Φέτος το καλοκαίρι που ήμουν στο χωριό, δεν πήγα στην περιοχή που είχαμε τα μελίσσια. Δεν άντεχα. Εγώ μεγάλωσα από 5 χρονών στον μελισσόκηπο, ξέρω τον χορό των μελισσών, αναγνωρίζω όλες τις γεύσεις στο μέλι…

Ή θα με ενδιέφερε η φροντίδα του ανθρώπου, ο χώρος της υγείας. Όχι απαραίτητα ως γιατρός ή χειρουργός. Η ανθρωπιά είναι το ζητούμενο. Υπάρχει τόσος πόνος και μοναξιά. Με συγκλονίζει. Τόσος εγωκεντρισμός, τόσες κοινωνικές αδικίες…

Εγώ επιλέγω την ανθρωπιστική παιδεία. Αυτό διδάσκω άλλωστε…

**************************************************************************

*Ο κ. Χαραλαμπάκης θα παρευρεθεί την επόμενη Παρασκευή, 11 Οκτωβρίου, στη Λάρισα, όπου θα μιλήσει στις 20:15 ως κεντρικός ομιλητής στο συνέδριο «Ημέρες Πνευμονολογίας 2024» με θέμα «Η γλώσσα της πανδημίας».

Χαραλαµπάκης Χριστόφορος (Ἀνατολὴ Ἱεράπετρας 1948). Ὁµότιµος καθηγητὴς Γλωσσολογίας τοῦ ΕΚΠΑ, ἐπίτιµος καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστηµίου τοῦ Βουκουρεστίου καὶ ἐπίτιµος διδάκτορας τοῦ Δηµοκριτείου Πανεπιστηµίου Θράκης. Πτυχιοῦχος (1971) τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστηµίου Ἀθηνῶν. Συνέχισε µεταπτυχιακὲς σπουδὲς στὸ Πανεπιστήµιο τῆς Χαϊδελβέργης. Τὸ 1976 ἀνακηρύχθηκε διδάκτορας τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστηµίου τῆς Κολωνίας. Διετέλεσε συντάκτης τοῦ Ἱστορικοῦ Λεξικοῦ τῆς Ἀκαδηµίας Ἀθηνῶν (1977-1983), εἰδικὸς ἐπιστήµονας (1979-1981), ἔκτακτος καθηγητὴς (1982) καὶ καθηγητὴς πρώτης βαθµίδας (1983-1993) στὴν Φιλοσοφικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστηµίου Κρήτης, ἀπ’ ὅπου µετακλήθηκε στὸ Παιδαγωγικὸ Τµῆµα Δηµοτικῆς Ἐκπαίδευσης (1993-2000) τοῦ ΕΚΠΑ. Τὸ 2000 µετακινήθηκε στὸν Τοµέα Γλωσσολογίας τοῦ Τµήµατος Φιλολογίας τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ ἴδιου Πανεπιστηµίου. Δίδαξε ὡς ἐπισκέπτης καθηγητὴς στὰ Πανεπιστήµια Münster, Ἀθηνῶν, Κύπρου, Θράκης, Γρανάδας καὶ Frederick University, Λεµεσός. Ἔχει δώσει σειρὰ διαλέξεων µὲ θέµατα τῆς εἰδικότητάς του σὲ 42 Πανεπιστήµια τῆς Εὐρώπης, τῆς Αὐστραλίας, τῶν Ἡνωµένων Πολιτειῶν τῆς Ἀµερικῆς, τῆς Κίνας καὶ τοῦ Μεξικοῦ. Πραγµατοποίησε διάφορες ἔρευνες στὰ Πανεπιστήµια τῆς Βόρειας Ντακότα τῶν ΗΠΑ, τοῦ Reading καὶ τοῦ Cambridge. Ὑπῆρξε Πρόεδρος τοῦ Ἀνωτάτου Συµβουλίου τῶν Εὐρωπαϊκῶν Σχολείων, Ἐθνικὸς ἐµπειρογνώµονας γιὰ τὴν γλωσσικὴ τεχνολογία στὴν ἁρµόδια Ἐπιτροπὴ τῆς Εὐρω­παϊ­κῆς Ἕνωσης, Μόνιµος ἀναπληρωτὴς ἐθνικὸς ἐκπρόσωπος στὴν Ἐπιτροπὴ Παιδείας τοῦ Συµβουλίου τῆς Εὐρώπης, Ἀντι­πρόεδρος τοῦ Παιδαγωγικοῦ Ἰνστιτούτου καὶ τοῦ Κέντρου Ἐκπαιδευτικῆς Ἔρευνας. Ἔχει τιµηθεῖ (2015) µὲ τὸ Παράσηµο τοῦ Τιµίου Σταυροῦ τῶν Ἀποστόλων Παύλου καὶ Τίτου, τὴν ὕψιστη διάκριση τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης. Εἶναι Μέγας Ἄρχων Διδάσκαλος τοῦ Γένους τοῦ παλαιφάτου Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας (2018) καὶ Ἰσόβιο µέλος τοῦ Ριζαρείου Ἱδρύµατος. Ἀνήκει ἢ ἀνῆκε στὴν ἐκδοτικὴ ἐπιτροπὴ 16 ἐπιστηµονικῶν περιοδικῶν, µεταξὺ τῶν ὁποίων: Γλωσσολογία, Journal of Greek Linguistics, Μαντατοφόρος, Scandinavian Journal of Byzantine and Modern Greek Studies. Ἐπέβλεψε 11 διδακτορικὲς διατριβές. Ἔλαβε µέρος σὲ 15 ἐρευνητικὰ προγράµµατα. Εἶναι µέλος 18 ἑλληνικῶν καὶ ξένων ἐπιστηµονικῶν ἑταιρειῶν. Ἔχουν διοργανωθεῖ πρὸς τιµή του δύο συνέδρια (Κρητικὴ διάλεκτος, Νίκος Καζαντζάκης) καὶ ἔχουν ἐκδοθεῖ τὰ σχετικὰ Πρακτικά. Ἀπὸ τὰ 15 βιβλία ποὺ ἔχει συγγράψει, τὰ 5 εἶναι συγκεντρωτικοὶ τόµοι: Νεοελληνικὸς λόγος (1992), Γλωσσαλγήµατα (1997), Γλωσσικὴ καὶ λογοτεχνικὴ κριτικὴ (1998), Κρητολογικὰ µελετήµατα (2001), Ἡ γλώσσα καὶ τὸ ὕφος νεοελλήνων λογοτεχνῶν (2021). Τὰ βιβλία Γλώσσα καὶ ἐκπαίδευση (1994) καὶ Τὸ γλωσσικὸ ζήτηµα (2019) καινοτοµοῦν σὲ πολλὰ σηµεῖα. Οἱ πρωτότυπες ἐρευνητικὲς ἐργασίες του, στὴν ἑλληνική, τὴν γερµανική, τὴν ἀγγλικὴ καὶ τὴν γαλλικὴ γλώσσα, ἀνέρχονται σὲ 200, ἀπὸ ἕνα σύνολο 550 δηµοσιεύσεων, οἱ ὁποῖες ἅπτονται τῶν τοµέων τῆς θεωρητικῆς γλωσσολογίας, τῆς σηµασιολογίας τῆς ἐτυµολογίας, τῶν µεταφραστικῶν δανείων τῆς ὑφολογίας, τῆς κοινωνιογλωσσολογίας, τῆς ἐκπαιδευτικῆς γλωσσολογίας, τῆς γραµµατικῆς, τῆς ἱστορίας τῆς γλωσσολογίας, τῆς διαλεκτολογίας καὶ τῆς λεξικογραφίας. Ἀποκορύφωµα τοῦ ἐρευνητικοῦ του µόχθου ἀποτελεῖ τὸ Χρηστικὸ Λεξικὸ τῆς Νεοελληνικῆς Γλώσσας (Ἀθήνα 2014, σελίδες 1.819), τὸν σχεδιασµὸ καὶ τὸν ἐπιστηµονικὸ συντονισµὸ τοῦ ὁποίου τοῦ ἀνέθεσε ὁµόφωνα τὸ 2003 ἡ Ὁλοµέλεια τῆς Ἀκαδηµίας Ἀθηνῶν

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω