Δεν διασφαλίστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 ο σεβασμός των δικαιωμάτων των επιβατών αεροπορικών μεταφορών στην ΕΕ, σύμφωνα με έκθεση που παρουσίασε σήμερα κατά την διάρκεια συνέντευξης τύπου η Ανεμί Τουρτελμπουμ αρμόδια για την έκθεση Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνέδριου. Οι αεροπορικές εταιρείες, όπως τόνισε, που υποχρεούνται βάσει του νόμου να επιστρέφουν στους επιβάτες τα χρήματά τους σε περίπτωση ακύρωσης πτήσεων, δεν ήταν λίγες οι οποίες υποχρέωσαν τους πελάτες τους να δεχθούν κουπόνια αντί της επιστροφής χρημάτων, πρακτική μη σύννομη. Παράλληλα οι αεροπορικές εταιρείες και διοργανωτές οργανωμένων ταξιδιών εισέπραξαν κρατικές ενισχύσεις ύψους δισεκατομμυρίων, η χορήγηση των οποίων όμως όπως σημείωσε δεν συνοδεύθηκε από την προϋπόθεση της επιστροφής χρημάτων στους επιβάτες.
Η ειδική έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου υπογραμμίζει πως η πανδημία της COVID-19 επέφερε βαρύ πλήγμα στις αερομεταφορές της ΕΕ. Οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί, που συχνά επιβάλλονταν από τα κράτη μέλη χωρίς να έχει προηγηθεί συντονισμός, είχαν ως αποτέλεσμα τη διακοπή 7.000 δρομολογίων στο ευρωπαϊκό δίκτυο αερολιμένων. Μεταξύ Μαρτίου 2020 και Μαρτίου 2021, οι ακυρώσεις πτήσεων επηρέασαν δεκάδες εκατομμύρια επιβάτες στην ΕΕ.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως ανέφερε η εκπρόσωπος του ελεγκτικού συνεδρίου, η νομοθεσία της ΕΕ, παρέχει στους αεροπορικούς επιβάτες το δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου τους ή της μεταφοράς τους με άλλη πτήση. Παράλληλα, η απροσδόκητη διακοπή πτήσεων είχε ως αποτέλεσμα οι αεροπορικές εταιρείες και οι διοργανωτές οργανωμένων ταξιδιών να αντιμετωπίσουν αιφνίδια και σοβαρά προβλήματα ρευστότητας. Πολλά κράτη μέλη παρενέβησαν γρήγορα, χορηγώντας τους κρατικές ενισχύσεις πρωτοφανούς ύψους, ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους και να διασωθούν από πιθανή χρεοκοπία.
Οι ελεγκτές διαπίστωσαν επίσης ότι κατά τους πρώτους μήνες της κρίσης πολλοί επιβάτες έχασαν χρήματα που δικαιούνταν, ορισμένες φορές με τη σύμφωνη γνώμη των κρατών μελών: 15 εξ αυτών, συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας, των Κάτω Χωρών και του Βελγίου, ενέκριναν έκτακτα μέτρα για την απαλλαγή των αεροπορικών εταιρειών και των διοργανωτών οργανωμένων ταξιδιών από την πάγια υποχρέωσή τους να επιστρέφουν το αντίτιμο του εισιτηρίου στους επιβάτες.
Κατά παράβαση του δικαίου της ΕΕ, πολλοί επιβάτες υποχρεώθηκαν να αποδεχθούν κουπόνια, τα οποία, ωστόσο, δεν παρείχαν πάντοτε προστασία έναντι του κινδύνου αφερεγγυότητας των αεροπορικών εταιρειών. Επιπλέον, η πρακτική αυτή καθυστερούσε την προοπτική επιστροφής των χρημάτων.
Από τα μέσα του 2020, οι αεροπορικές εταιρείες άρχισαν να επιστρέφουν χρήματα στους επιβάτες, διαδικασία που, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, διαρκούσε πολύ περισσότερο από τις επτά ημέρες (για τους επιβάτες που είχαν αγοράσει μόνον αεροπορικό εισιτήριο) ή τις 14 ημέρες (για εκείνους που είχαν αγοράσει «πακέτο» που συνδύαζε αεροπορικό εισιτήριο και διαμονή) που προβλέπει η νομοθεσία.
Η μάχη, όπως διευκρίνισε η κα. Τουρτελμπουμ, ήταν ακόμη πιο άνιση για εκείνους τους επιβάτες που δεν είχαν προμηθευθεί τα εισιτήριά τους απευθείας από τις αεροπορικές εταιρείες. Αυτοί συνήθως «γίνονταν μπαλάκι» μεταξύ μεσαζόντων όπως γραφεία ταξιδίων και αεροπορικών εταιρειών και, στην καλύτερη περίπτωση, λάμβαναν μέρος μόνο των χρημάτων που τους οφείλονταν ή τα λάμβαναν με μεγάλη καθυστέρηση. Στη χειρότερη, δε, δεν πετύχαιναν την επιστροφή των χρημάτων τους.
Εν τω μεταξύ, όπως αναφέρεται στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε δημόσια μέτρα για τη στήριξη των αεροπορικών εταιρειών και των διοργανωτών οργανωμένων ταξιδιών που είχαν πληγεί σοβαρά από την κρίση της COVID-19 σε όλη την ΕΕ. Αντέδρασε μάλιστα σε χρόνο ρεκόρ εγκρίνοντας κατά μέσο όρο εντός 13 ημερών από την κοινοποίηση 54 αποφάσεις χορήγησης κρατικής ενίσχυσης και μάλιστα 23 από αυτές εντός μίας εβδομάδας.
Συνολικά, μεταξύ Μαρτίου 2020 και Απριλίου 2021, τα κράτη μέλη κατέβαλαν 35 δισεκατομμύρια ευρώ από δημόσιους πόρους. Από κοινού, η Air France και η KLM έλαβαν περισσότερα από 11 δισεκατομμύρια ευρώ, η Lufthansa περισσότερα από 6 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ οι TUI, TAP και SAS περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο ευρώ εκάστη.
Εντούτοις, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, τα κράτη μέλη δεν έθεσαν ρητά ως προϋπόθεση για την ενίσχυση των αεροπορικών εταιρειών την επιστροφή χρημάτων στους επιβάτες, μολονότι η Επιτροπή, εντός των ορίων των περιορισμένων αρμοδιοτήτων της στον τομέα των δικαιωμάτων των επιβατών, είχε καταστήσει σαφές ότι αυτό ήταν επιτρεπτό.
Εν τέλει, τα κράτη μέλη άφησαν την ευθύνη της επιστροφής χρημάτων στους επιβάτες αποκλειστικά στις αεροπορικές εταιρείες, οι οποίες ενήργησαν σύμφωνα με τις δικές τους προτεραιότητες όσον αφορά τη χρήση των κρατικών ενισχύσεων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι επιβάτες να τύχουν σημαντικά διαφορετικής μεταχείρισης ανά την ΕΕ.
Λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματά τους, οι ελεγκτές της ΕΕ διατυπώνουν συγκεκριμένες συστάσεις προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι οποίες αποσκοπούν στη μεγαλύτερη διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων των επιβατών αεροπορικών μεταφορών.
Πηγή: ΕΡΤ, Ανταπόκριση από Στρασβούργο: Κώστας Δαβάνης