Σε ισχύ έχει θέσει η Κομισιόν από τις 24 Μαρτίου προσωρινό πλαίσιο λήψης μέτρων για τη στήριξη της οικονομίας, λόγω των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία.
Όπως προκύπτει από την απάντηση του Επιτρόπου Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, στην ευρωβουλευτή και αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Εύα Καϊλή, σε συνδυασμό με το πλαίσιο μέτρων ενίσχυσης λόγω του κορονοϊού που βρίσκεται σε εφαρμογή έως τις 31 Ιουνίου 2022 θα παρασχεθεί στήριξη σε γεωργούς, αλιείς και πληττόμενες επιχειρήσεις.
Όσον αφορά τον έλεγχο των τιμών και τις διαφορές στο κόστος παραγωγής μεταξύ των κρατών μελών, ο Επίτροπος Βοϊτσεχόφσκι υπογράμμισε πως συλλέγονται δεδομένα για την ανάλυση της αγοράς γεωργικών προϊόντων διατροφής σε επίπεδο ΕΕ και πως το Δίκτυο Γεωργικής Λογιστικής Πληροφόρησης (ΔΓΛΠ) περιλαμβάνει στοιχεία για το κόστος της γεωργικής εκμετάλλευσης.
Ωστόσο, σημειώνει πως η υψηλή συχνότητα συλλογής δεδομένων για το κόστος παραγωγής είναι αρκετά δαπανηρή και χωρίς προστιθέμενη αξία, συγκριτικά με τα υφιστάμενα δεδομένα.
Αναλυτικά η απάντηση Βοϊτσεχόφσκι
«1. Η ανακοίνωση REPowerEU της 8ης Μαρτίου 2022 αφορά ένα νέο προσωρινό πλαίσιο για την κρίση στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων. Το προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό τη στήριξη της οικονομίας μετά την επίθεση κατά της Ουκρανίας από τη Ρωσία εγκρίθηκε στις 24 Μαρτίου 2022 και επιτρέπει στα κράτη μέλη να χορηγούν κρατικές ενισχύσεις για την άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομία λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Παράλληλα και έως τις 31 Ιουνίου 2022, εφαρμόζεται το πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό τη στήριξη της οικονομίας κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID-19. Τα εν λόγω πλαίσια επιτρέπουν τη στήριξη επιχειρήσεων που πλήττονται άμεσα ή έμμεσα από τις κρίσεις, συμπεριλαμβανομένων των γεωργών και των αλιέων.
2. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/1185 θεσπίζει τους κανόνες για τη συλλογή δεδομένων της αγοράς γεωργικών προϊόντων διατροφής σε επίπεδο ΕΕ. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/1746 τροποποιεί το πεδίο εφαρμογής του προηγούμενου κανονισμού, επεκτείνοντας το στα επόμενα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων, και σε περαιτέρω τιμές και ποσότητες. Τα δεδομένα αυτά χρησιμοποιούνται για την ανάλυση της αγοράς στα παρατηρητήρια της αγοράς και στις ομάδες διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών, για τους διάφορους κλάδους του αγροδιατροφικού τομέα. Το Δίκτυο Γεωργικής Λογιστικής Πληροφόρησης (ΔΓΛΠ) περιλαμβάνει στοιχεία για το κόστος σε επίπεδο γεωργικής εκμετάλλευσης. Το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που υποστηρίζει τον προαναφερθέντα τροποποιητικό κανονισμό εξετάζει το θέμα της υψηλής συχνότητας συλλογής δεδομένων για το κόστος παραγωγής σε επίπεδο ΕΕ σε όλο το μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού γεωργικών ειδών διατροφής και διαπιστώνει ότι η εν λόγω συλλογή δεδομένων τείνει να είναι δαπανηρή και χαμηλής προστιθέμενης αξίας σε σύγκριση με τα υφιστάμενα δεδομένα, και ότι τα δεδομένα αυτά έχουν περιορισμούς όσον αφορά την ανάλυση της αγοράς γεωργικών ειδών διατροφής.»
Η ερώτηση της Εύας Καϊλή
«Η επισιτιστική ασφάλεια αποτελεί στόχο, ο οποίος ορίζεται στο άρθρο 39 της ΣΛΕΕ. Ωστόσο η πανδημία, οι φυσικές καταστροφές και ιδιαίτερα οι τελευταίες γεωπολιτικές εξελίξεις, μας διδάσκουν πως η ανθεκτικότητα του αγροτικού τομέα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, έχουν αυξήσει δραματικά το κόστος παραγωγής βασικών αγαθών σε όλη την ΕΕ. Συγκεκριμένα στην Ελλάδα το κόστος λιπασμάτων έχει τριπλασιαστεί, ενώ σημαντικές ανατιμήσεις διαφαίνονται και στις ζωοτροφές, στους σπόρους, στα φυτοφάρμακα και στον υλικοτεχνικό εξοπλισμό. Στον τομέα της ενέργειας, η τιμή της μεγαβατώρας στο ρεύμα είναι η υψηλότερη στην Ευρώπη, ενώ η τιμή του πετρελαίου είναι πολύ πάνω της μέσης ενωσιακής, εξαιτίας και της υψηλής φορολογίας των καυσίμων.
Δεδομένου ότι, η ευρωπαϊκή γεωργία έχει τρωτά σημεία και στρατηγικές εξαρτήσεις με άλλα βιομηχανικά οικοσυστήματα και αντιμετωπίζει περιβαλλοντικές, εμπορικές και γεωπολιτικές απειλές,
δεδομένου ότι, υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις στο κόστος παραγωγής μεταξύ των κρατών -μελών,
ερωτάται η Επιτροπή:
1. Ποια τα υφιστάμενα πλαίσια πολιτικής για την αντιμετώπιση της κρίσης στο κόστος παραγωγής και τι δυνατότητες έχουν τα κράτη μέλη για άμεση χορήγηση ειδικών ενισχύσεων;
2. Υπάρχει δυνατότητα να ενταχθεί παρατηρητήριο τιμών στον EFSCM, που θα ελέγχει τις διαφορές στα κόστη παραγωγής μεταξύ των κ-μ, ώστε να αποφεύγονται στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά;»