Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου  / [email protected] / Φωτοθήκη Λάρισας

Διαβάσαμε πρόσφατα στον τοπικό Τύπο ότι εδώ και μερικά χρόνια το Κόκκινο Νερό έχει μετατραπεί τους καλοκαιρινούς μήνες σε πολωνικό χωριό, από την παρουσία εκατοντάδων τουριστών από την όμορφη χώρα της Κεντρικής Ευρώπης.

Το γεγονός αυτό μας δίνει την αφορμή να αναφέρουμε ορισμένα ιστορικά στοιχεία για την περιοχή αυτή του νομού μας, η οποία είχε καταστεί τα παλιότερα χρόνια η λουτρόπολη των Λαρισαίων.

Το 1901 κυκλοφόρησε ένα έντυπο φυλλάδιο 20 σελίδων με τίτλο: «Περί των εν Τσάγεσι σιδηρούχων ιαματικών υδάτων». Συγγραφέας του ήταν ο καθηγητής Αναστάσιος Κ. Δαμβέργης [1], ο οποίος είχε επισκεφθεί το 1900 τις ιαματικές πηγές που υπάρχουν στην περιοχή Κόκκινο Νερό κοντά στο Τσάγεζι, το σημερινό Στόμιο. Αφού στην αρχή της μελέτης του κάνει μια πολύ ζωντανή περιγραφή της περιοχής, στη συνέχεια ο συγγραφέας περιγράφει τις ιαματικές πηγές, τις οποίες διακρίνει από απόψεως σημασίας σε κύριες και δευτερεύουσες. Γράφει: «Αι κυριώδεις πηγαί είνε δύο [2], εξ ών η μία αναβρύει αναπηδητικώς μετά πολλής δυνάμεως εκ σχισμής βράχου, η δ’ ετέρα κείται τριάκοντα μέτρα μακράν της πρώτης και προς την κατωφέρειαν της χαράδρας. Εξ αμφοτέρων των πηγών τούτων αναβλύζει ύδωρ διαυγέστατον, αναβράζον εξ αφθόνου εκλύσεως αερίων και ταχέως δια της καταρροής εν τη χαράδρα, καταλείπον επί των κροκαλών ταύτης ερυθράν σκωριόχρουν ιλύν, εμφαίνουσαν την σιδηρούχον φύσιν των υδάτων. Εις απόστασιν ημισείας ώρας εκ τούτων, εντός άλλης επίσης καταφύτου χαράδρας, αναβρύουσιν έτεραι πηγαί δευτερευούσης σημασίας…». Κατά την ανάλυση του ύδατος των πηγών στα εργαστήρια του πανεπιστημίου Αθηνών, διαπιστώθηκε η πλούσια σε περιεκτικότητα σιδήρου και ανθρακικού οξέος σύστασή τους.

Η ιατρική έρευνα είχε επισημάνει από παλαιότερα ότι τα νερά αυτά των πηγών του Κόκκινου Νερού είχαν ιαματική επίδραση σε περιπτώσεις αναιμίας, χλωρώσεως [3], γενικής καχεξίας και αδυναμίας, παθήσεων του ήπατος, του ουροποιογεννητικού και γαστρεντερικού συστήματος και πολλών άλλων νοσημάτων. Η συνιστώμενη ιατρική δοσολογία ανερχόταν στη λήψη 1,5-2 λίτρων ιαματικού ύδατος την ημέρα. Η λήψη του γινόταν συνήθως τις πρωινές ώρες ή και κατά την διάρκεια των γευμάτων, ενώ η θεραπεία διαρκούσε 3-4 εβδομάδες.

Την περίοδο εκείνη [1900], αναφέρει ο Κ. Δαμβέργης ότι επισκέπτονταν το Κόκκινο Νερό κάθε χρόνο 500 περίπου πάσχοντες. Από αυτούς τα 9/10 περιορίζονταν στην πόση του ύδατος, ενώ το υπόλοιπο 1/10 εκτός της πόσιμης θεραπείας έκανε και λουτροθεραπεία μέσα σε πρόχειρους λάκκους που ανοίγονταν δίπλα στις πηγές. Εδώ πρέπει να τονισθεί ότι την περίοδο εκείνη είχε αρχίσει και η εμφιάλωση αρκετών ποσοτήτων του ιαματικού ύδατος. Μάλιστα αναφέρεται ότι κάθε χρόνο συσκευάζονταν 12-15.000 φιάλες. Οι περισσότερες απ’ αυτές αποστέλλονταν προς κατανάλωση στην Τουρκία και την Αίγυπτο και ένας μικρός αριθμός διανέμονταν στην Αθήνα και την υπόλοιπη Ελλάδα. Όπως αναφέρει ο ίδιος, η θεραπευτική ικανότητα των πηγών του Κόκκινου Νερού ήταν γνωστή στους κατοίκους της περιοχής από τριάντα χρόνια πριν, δηλ. από το 1870 περίπου. Γι’ αυτό και πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι παρ’ όλον ότι ήταν υγιείς, επισκέπτονταν κάθε χρόνο τις πηγές και έκαναν ποσιθεραπεία και λουτροθεραπεία προληπτικά, ενώ άλλοι έκαναν χρήση του εμφιαλωμένου νερού στους χώρους μόνιμης διανομής τους, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να επισκεφθούν το Κόκκινο Νερό.

Απ’ όσο γνωρίζω, δεν υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες για την σπουδαιότητα των πηγών αυτών ως θεραπευτικό μέσον. Ούτε από την αρχαιότητα, αλλά ούτε και από τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο έχουμε οποιαδήποτε πληροφορία, αν και έχουν εντοπισθεί από τους αρχαιολόγους σημαντικά ευρήματα στην περιοχή (επιγραφές, ερείπια βυζαντινού ναού του 12ου-13ου αι., και άλλα), τα οποία υποδηλώνουν ότι ο χώρος αυτός κατοικείτο και αποτελούσε τμήμα του γνωστού Όρους των Κελίων. Διάφορες επιτόπιες διαχρονικές εικασίες για τις πηγές αυτές, σύμφωνα με τις οποίες συγκεντρώνονταν κατά τους αρχαίους χρόνους άτομα με διάφορες παθήσεις από ολόκληρο τον Θεσσαλικό χώρο κυρίως για τα ιαματικά νερά, ανάγονται μάλλον στη σφαίρα του μύθου.

Την επόμενη Κυριακή θα ολοκληρώσουμε τα διάφορα ιστορικά στοιχεία που αφορούν το Κόκκινο Νερό και έχουν αποδελτιωθεί κυρίως από δημοσιεύματα παλαιών εφημερίδων της πόλης μας.

[Συνέχεια]

[1]. Ο Αναστάσιος Κων. Δαμβέργης [1855-1920], ήταν καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών στην έδρα της Φαρμακευτικής Χημείας από το 1892 μέχρι τον θάνατό του, το 1920 και ασχολήθηκε μεταξύ των άλλων και με τις χημικές αναλύσεις των μεταλλικών και ιαματικών νερών της χώρας. Για τον λόγο αυτόν περιόδευσε σε όλη την Ελλάδα και επισκέφθηκε το σύνολο σχεδόν των ιαματικών πηγών της, δημοσιεύοντας κατόπιν σε μεμονωμένα φυλλάδια τις αναλύσεις και τις θεραπευτικές ιδιότητές τους.

[2]. Σε υποσελίδια σημείωση ο συγγραφέας αναφέρει ότι οι εκδρομείς από τη Λάρισα οι οποίοι τον συνόδευσαν στο Κόκκινο Νερό, ονόμαζαν τις πηγές αυτές, τη μεν πρώτη η οποία προσφέρει το πόσιμο μεταλλικό νερό, μέρος του οποίου εμφιαλώνεται, ως Πηγή Δαμβέργη, προς τιμήν του καθηγητού, ενώ τη δεύτερη, η οποία χρησιμοποιείται από τους λουόμενους, ως Πηγή Γιαννακίτσα, προς τιμήν του βουλευτή Λάρισας και λοχαγού Γιαννακίτσα.

[3]. Με το όνομα χλώρωσις χαρακτηριζόταν τα παλιά χρόνια ένα είδος σιδηροπενικής αναιμίας, η οποία εμφανιζόταν σε νεαρές κοπέλες κατά τη διάρκεια της ήβης, ειδικά σε εκείνες που έπασχαν από υπερμηνόρροια. Το προσωπείο των κοριτσιών αυτών εμφάνιζε κάποια χλωμή πρασινωπή χροιά Από αυτό προήλθε και το όνομα χλώρωσις. Σήμερα η πάθηση αυτή είναι σπανιότατη, λόγω των διαφορετικών συνθηκών ζωής των κοριτσιών.

Φωτό: Οι εγκαταστάσεις της περιοχής του Κόκκινου Νερού. Φωτογραφία της δεκαετίας του 1950.

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω