Η πόλη μας έχει να επιδείξει σε όλη τη διάρκεια του προηγούμενου 20ού αι. μια μεγάλη ομάδα ικανών ζωγράφων, οι οποίοι άφησαν ομολογουμένως σπουδαίο εικαστικό έργο. Ορισμένους απ’ αυτούς (Αγήνορας Αστεριάδης, Ζήσης Τσαπράζης και άλλοι), έχουμε παρουσιάσει κατά καιρούς από άλλες στήλες. Σήμερα θα μιλήσουμε για το Γεώργιο Κασπαριάν, γνωστό στη Λάρισα στους καλλιτεχνικούς κύκλους, ο οποίος χρονικά θεωρείται περισσότερο ως ζωγράφος των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων της πόλης μας.

Ο Σαρκίς Κασπαριάν (το Γεώργιος είναι το ελληνικό του όνομα), είναι αρμενικής καταγωγής, όπως δηλώνει και το επίθετό του. Γεννήθηκε το 1913 στο Εσκίσεχιρ της βορειοδυτικής Τουρκίας (πρόκειται για την αρχαιοελληνική πόλη Δορύλαιον).

Γονείς του ήταν ο Αγκόπ και η Λούση Κασπαριάν. Το 1915 όταν άρχισε η γενοκτονία των Αρμενίων θορυβημένοι οι γονείς του, αν και δεν ζούσαν στην Αρμενία, αναγκάσθηκαν να καταφύγουν δυτικότερα για να αποφύγουν τον διωγμό. Ο Σαρκίς ήταν τότε δύο ετών και κατά μία εκδοχή η οικογένεια τον εμπιστεύθηκε σε ειδικό μη Οθωμανικό ορφανοτροφείο της Κωνσταντινούπολης. Μια δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι το παιδί χάθηκε μέσα στον συνωστισμό που επικρατούσε στον σιδηροδρομικό σταθμό της Κωνσταντινούπολης και φιλεύσπλαχνα άτομα το οδήγησαν στο ορφανοτροφείο, ενώ η υπόλοιπη οικογένεια συνέχισε το ταξίδι της προς την Ελλάδα.

Όταν το 1922 η οικογένεια εγκαταστάθηκε οριστικά στη Λάρισα, η μητέρα Λούση άρχισε την αναζήτηση του γιού της μέσω του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Τελικά οι προσπάθειες έφεραν αποτέλεσμα και ο νεαρός Σαρκίς συνάντησε την οικογένειά του το 1925 στη Λάρισα, όταν ήδη είχε φθάσει στην ηλικία των 13 ετών, χωρίς να γνωρίζει ούτε καν το επίθετό του. Στο ορφανοτροφείο της Κωνσταντινούπολης όλα αυτά τα χρόνια Βρετανοί και Ιταλοί δάσκαλοι ανέδειξαν το καλλιτεχνικό του τάλαντο στη ζωγραφική και του ενστάλαξαν την αγάπη στη μουσική και τον αθλητισμό.

Όταν έφθασε στη Λάρισα, παρ’ όλο που δεν μπορούσε ακόμη να ομιλεί με ευχέρεια τα ελληνικά, συνέχισε τις εγκύκλιες σπουδές του και συγχρόνως ασχολήθηκε και με τον αθλητισμό. Φόρεσε για μερικά χρόνια τη φανέλα της ομάδας του Πελασγικού και αγωνίσθηκε ως παίκτης του. Με τις παρέες του διασκέδαζε επίσης παίζοντας μαντολίνο. Όμως η μεγάλη του αγάπη εξακολουθούσε να είναι η ζωγραφική. Αποφάσισε λοιπόν να εγγραφεί στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και να σπουδάσει ζωγραφική. Όμως δύο σοβαρά γεγονότα τον υποχρέωσαν να διακόψει τις σπουδές του στη Σχολή. Ήταν η σοβαρή ασθένεια της μητέρας του η οποία την οδήγησε στον θάνατο και η κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Λάρισα, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρώσει τις σπουδές του και να βοηθήσει τον πατέρα του στο καφενείο.

Σπίτι στα Αμπελάκια. Έργο του Γεωργίου Κασπαριάν. Κάτω δεξιά η υπογραφή του. Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας-Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα.

Μετά τον πόλεμο αναγκάστηκε να σταματήσει τη δουλειά αυτή και να αναζητήσει κερδοφόρες πηγές εκμεταλλευόμενος τις καλλιτεχνικές του δεξιότητες. Αρχικά εργάστηκε στο εργαστήριο ζωγραφικής, επιγραφικής και γύψινων διακοσμήσεων του Ζήση Τσαπράζη. Συγχρόνως άρχισε να ζωγραφίζει πίνακες, να κατασκευάζει καλλιτεχνικές επιγραφές και κυρίως να δημιουργεί τις έγχρωμες τεράστιες σε μέγεθος αφίσες των ταινιών τις οποίες πρόβαλαν οι κινηματογράφοι της Λάρισας, χειμερινοί και θερινοί (Πάλλας, Ορφέας, Ολύμπια, Τιτάνια, κλπ.)[1].

Το 1947 νυμφεύθηκε την Αρμενουή Αγαζαριάν και έπειτα από ένα διάστημα δημιούργησε το δικό του εργαστήριο ζωγραφικής, ενώ συνέχισε για βιοποριστικούς λόγους με τις επιγραφές και τις αφίσες. Όμως αφιέρωνε μεγάλο μέρος από τον ελεύθερο χρόνο του και στη ζωγραφική. Υδατογραφίες, ελαιογραφίες, χαρακτικά με μολύβι, ήταν οι αγαπημένες του τεχνικές. Τα θέματά του ήταν ποικίλα: θαλασσογραφίες, τοπία της Λάρισας (Πηνειός, ο ναός του Αγ. Αχιλλίου, το ρολόι στον Λόφο, η γέφυρα του Πηνειού και άλλα). Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η κόρη του αρχιτέκτων Λούση Κασπαριάν: «Η ζωγραφική του είναι σχεδόν ρεαλιστική αποτύπωση του θέματος που επέλεγε κάθε φορά, με ελαφρά αφαιρετική διάθεση και χρώματα άλλοτε πολύ φωτεινά και άλλοτε σκούρα, ανάλογα με την ψυχική του διάθεση, αλλά πάντοτε με πολύ διακριτικές αποχρώσεις. Οι πίνακές του αποπνέουν ηρεμία και γαλήνη και ενίοτε κάποια αμυδρή μελαγχολία».

Διοργάνωσε συνολικά πέντε ατομικές εκθέσεις, στην αίθουσα τέχνης του Νικολοπούλειου, απέναντι από τον κινηματογράφο «Βικτώρια». Πολλές οικογένειες της Λάρισας, συγγενείς, συνεργάτες και φίλοι του διαθέτουν έργα του, ο δε ιατρός Γεώργιος Κατσίγρας τον τιμούσε με τη φιλία του και απέκτησε μερικά από τα έργα του που υπάρχουν στη Δημοτική Πινακοθήκη. Κοντά του μαθήτευσαν πολλοί νέοι, από τους οποίους πιο γνωστοί είναι ο ζωγράφος, επιγραφοποιός και λογοτέχνης Ζήσης Ζούκης, ο Ν. Νασίκας επιγραφοποιός και άλλοι.

Με τη σύζυγό του Αρμενουή απέκτησε τρία τέκνα, κατά σειρά: Το 1950 τη Λούση αρχιτέκτονα, το 1952 τον Αγκόπ αρχιτέκτονα και το 1959 τη Σεράνα εργοδηγό. Οι οικογένειές τους ζουν από χρόνια στη Θεσσαλονίκη.

Ο Γεώργιος Κασπαριάν δυστυχώς δεν έζησε πολλά χρόνια. Το 1970, σε ηλικία 57 ετών, υπέστη σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο και έχασε τη ζωή του. Ο «καλλιτέχνης» όπως τον αποκαλούσαν συγγενείς, γνωστοί και φίλοι δεν υπήρχε πια. Όμως το έργο του μένει ακέραιο και θα παραμένει για πάντα άγρυπνος φύλακας του ονόματος και της εικαστικής ικανότητάς του.

—————————-

[1]. Οι μεγαλύτεροι στην ηλικία τις θυμόμαστε τεράστιες καθώς ήταν, να καλύπτουν μεγάλο μέρος της κεντρικής εισόδου των κινηματογράφων, αλλά τότε δεν κατανοούσαμε την αξία τους. Δεν γνωρίζουμε την τύχη που είχαν αυτές οι αφίσες του Κασπαριάν εδώ στη Λάρισα. Σήμερα πανελλήνια θεωρούνται πλέον ως συλλεκτικό είδος με μεγάλη καλλιτεχνική και εμπορική αξία.

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου, [email protected], Φωτοθήκη Λάρισας

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω