Απέρριψε το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου την αίτηση αναίρεσης, που είχε ασκήσει ο εισαγγελέας του ανώτατου δικαστηρίου επί της αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, με την οποία είχαν απαλλαγεί οι 23 διατελέσαντες μέλη του διοικητικού συμβουλίου του πιστωτικού συνεταιρισμού «Μαγνησιακή Πίστη», που κατηγορούνταν για απιστία στην υπηρεσία από κοινού, κατ’ εξακολούθηση, με συνολική ζημιά άνω των 120.000 ευρώ.
Η υπ’ αριθμόν 542/11-4-2022 απόφαση του Αρείου Πάγου έγινε γνωστή χθες και απαλλάσσει όλους τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση για την κατηγορία της απιστίας. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας είχε κρίνει στις 27 Σεπτεμβρίου 2020 την ποινική δίωξη κατά των 23 ως απαράδεκτη.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων είχε κάνει δεκτό τον ισχυρισμό των δέκα συνηγόρων υπεράσπισης των κατηγορούμενων, ότι η Μαγνησιακή Πίστη αποτελεί πιστωτικό ίδρυμα με την ευρύτερη έννοια του όρου, ενώ σχετική ήταν και η πρόταση του εισαγγελέα. Βάσει του νόμου 4619/2019, άρθρο 405, «για την ποινική δίωξη των εγκλημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 386 παρ. 1, 386Α παρ. 1 και 2, 387, 389, 390 παρ. 1 εδάφ. α΄, 394, 397 και 404 απαιτείται έγκληση.
Για την ποινική δίωξη των εγκλημάτων που προβλέπονται στο άρθρο 390 παράγραφος 1, εδάφιο β΄, αν η απιστία στρέφεται άμεσα κατά πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος ή επιχειρήσεων του χρηματοπιστωτικού τομέα απαιτείται έγκληση». Σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του νόμου 4619/2019, εντός τετραμήνου από της ισχύος του, έπρεπε να υποβληθεί νέα έγκληση κατά των 23 κατηγορούμενων. Έγκληση δεν υποβλήθηκε, οπότε και η δίωξη έπαυσε να είναι παραδεκτή και οι κατηγορούμενοι απαλλάχθηκαν από την κατηγορία. Δηλαδή βάσει των τροποποιήσεων στον Ποινικό Κώδικα οι Τράπεζες θα έπρεπε να μηνύσουν (εντός τετραμήνου) τον ίδιο τους τον εαυτό, προκειμένου να συνεχιστούν οι ανακρίσεις και οι εισαγγελικές έρευνες για μια σειρά από σκανδαλώδεις υποθέσεις.
Το ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου έκρινε, αν είναι αντισυνταγματική η άτυπη «ασυλία» που χάρισε ο ισχύων Ποινικός Κώδικας σε τραπεζικούς υπαλλήλους και στελέχη, συμπαρασύροντας στην ατιμωρησία και δανειολήπτες εκατομμυρίων ευρώ. Με σειρά αναιρέσεων η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου αμφισβητεί τη συνταγματικότητα του νέου Ποινικού Κώδικα και του άρθρου που αφαιρεί από τη Δικαιοσύνη το δικαίωμα να διώκει αυτεπαγγέλτως τους τραπεζίτες για απιστία σε βάρος της Τράπεζάς τους. Από τον Νοέμβριο του 2019, με τις αλλαγές που έγιναν στο νέο Ποινικό Κώδικα, ως προϋπόθεση για την ποινική τους δίωξη είναι η κατάθεση έγκλησης σε βάρος τους από την ίδια την Τράπεζα, όπου εργάζονται.
Στο τετράμηνο που ακολούθησε, δόθηκε η δυνατότητα στις διοικήσεις των Τραπεζών, να εκφράσουν τη βούλησή τους για τη συνέχιση της ποινικής δίωξης σε όλες τις υποθέσεις που εκκρεμούσαν, είτε σε εισαγγελικό και ανακριτικό επίπεδο, είτε σε ακροατήρια. Ωστόσο σε ελάχιστες περιπτώσεις οι Τράπεζες ζήτησαν τη συνέχιση της ποινικής διαδικασίας, με αποτέλεσμα εκατοντάδες υποθέσεις με δανειοδοτήσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα, να οδηγηθούν είτε σε αρχειοθέτηση, είτε σε αθωώσεις, όπως συνέβη και με τη Μαγνησιακή Πίστη. Είχαν ασκηθεί μάλιστα αναιρέσεις σε πολλές υποθέσεις τραπεζικής απιστίας (Marfin, Probank κ.αλ.).
Εν προκειμένω ο εισαγγελέας του ανώτατου δικαστηρίου ζήτησε την αναίρεση των απαλλακτικών βουλευμάτων ή αποφάσεων, ώστε να κριθεί εάν οι εμπλεκόμενοι πρέπει να δικαστούν επί της ουσίας των κατηγοριών κι όχι επειδή η διοίκηση της Τράπεζας ή του συνεταιρισμού δεν υπέβαλε έγκληση σε βάρος των υπαλλήλων της ή μελών του ΔΣ. Οι ανώτατοι δικαστές ωστόσο δεν υιοθέτησαν το σκεπτικό του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και απέρριψαν την αίτηση αναίρεσης για τη Μαγνησιακή Πίστη.
Μπείτε στην ομάδα μας στο Facebook και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις