Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος
Σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά, από εκείνη την «βυσσινί επανάσταση» στο ελληνικό ποδόσφαιρο εάν κάποιος βάλει στο YouTube τον αγώνα θα μελαγχολήσει! Γιατί, ενώ συνήθως μιλάει μέσα μας η νοσταλγία όταν αναφερόμαστε στο παρελθόν, αναπολούμε ένα καλύτερο χθες που στην πραγματικότητα δεν υπήρχε παρά μόνο στο μυαλό μας και απλά ημασταν νεότεροι!
Όταν μιλάμε για το ποδόσφαιρο επίσης συνήθως το ίδιο ισχύει! Και ειδικά στον 21ο αιώνα που έχει γινει πολύ πιο γρήγορο πολύ πιο ποιοτικό και θεαματικό ειδικά από το 2008 και έπειτα! Σε αυτό το (πολύ υψηλότερου επιπέδου από πριν) ποδόσφαιρο, δυστυχώς στο ελληνικό κομμάτι ισχύει το κάθε πέρσι και καλύτερα!
Βλέποντας κανείς την Λάρισα της δεκαετίας του 80′, συνειδητοποιεί πόσο μπροστά σε πάρα πολλά πράγματα ως ομάδα αλλά και ως άτομα ήταν. Η παρουσία της στον τελικό του Κυπέλλου το 1982 με τον Αντώνη Γεωργιάδη στον πάγκο, η δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα με τον Γιάτσεκ Γκμοχ προπονητή το 1983, η εμφάνιση πάλι σε τελικό κυπέλλου το 1984 (παρά τη νέα ήττα από τον Παναθηναϊκό) υπό τις οδηγίες του Αυστριακού Σκότσικ είχαν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις! Το φοβερό της ιστορίας είναι ότι τον Γκμοχ το 1983 τον πήρε ο Παναθηναϊκός και παρόλα αυτά η Λάρισα συνέχισε να διακρίνεται και το 1984 ο ΠΑΟΚ απέσπασε την υπογραφή του Σκότσικ αλλά πάλι η ΑΕΛ δεν πτοήθηκε!
Ο Αυστριακός τεχνικός οδήγησε τον ΠΑΟΚ στο δεύτερο πρωτάθλημα της ιστορίας του εννέα χρόνια μετά την ιστορική κατάκτηση για το «δικέφαλο του Βορρά», του τίτλου του 1976, αλλά η Λάρισα με έναν Πολωνό (επίσης εξαιρετικό τεχνικό) που ήρθε στο Αλκαζάρ, τον Στρέιλαου συνέχισε να βελτιώνεται!
Εκείνη η η ενδεκάδα της Λάρισας που παρατάχθηκε απέναντι στον ήδη πρωταθλητή ΠΑΟΚ, ήταν μια ομάδα που φτιαχνόταν χρόνια! Ητραγωδία του 1979 στην οποία χάθηκαν οι δυό Δημήτρηδες με το τεράστιο μέλλον μπροστά τους, ο Κουκουλίτσιος και ο Μουσιάρης έξω από τη Θήβα και στο οποίο επέζησε ο (μετέπειτα ηγέτης της ομάδας) Γιάννης Βαλαώρας μπορεί καποιος να τη χαρακτηρίσει ως το σημείο μηδέν! Έχω την αίσθηση ότι από εκείνο το σημείο και έπειτα, ολόκληρος ο οργανισμός και όλη η πόλη ενώθηκαν σαν μια γροθιά και έδωσαν ένα άτυπο όρκο τιμής! Οι επιτυχίες της επόμενης δεκαετίας για την Λάρισα, ήρθαν μέσα από σκληρή δουλειά, σωστή επιλογή προπονητών, εμπνευσμένης διοικητικής καθοδήγησης και φυσικά γιατί το… παιδομάζωμα του κάμπου απέφερε σπουδαία ταλέντα!
Εκείνη η ενδεκάδα έπαιζε μοντέρνο ποδόσφαιρο. Άλλωστε, μόλις τρεις μήνες πριν η ομάδα είχε παίξει στα προημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων, έπειτα από δύο προκρίσεις κόντρα στην ουγγρική Σιόφοκ και στην ελβετική Σερβέτ, την οποία μάλιστα η Λάρισα νίκησε και μέσα και έξω!
Λίγο πιο τυχερή να ήταν απέναντι στην Ντιναμό Μόσχας, θα μπορούσε να έχει περάσει στα ημιτελικά και γιατί όχι, ειλικρινά πιστεύω είχε δυνατότητες να αποκλείσει και την Ραπίντ Βιέννης που δεν ήταν έξω από τις δυνατότητες της! Στον τελικό του Ρότερνταμ, εκεί όπου η εξαιρετική Έβερτον της εποχής πήρε το μοναδικό της ευρωπαϊκό τροπαιο, κάλλιστα μπορούσε να έχει παραταχθεί αντί για την Ραπίντ, η Λάρισα του Στρέιλαου!
Κάτω από τα δοκάρια υπήρχε ένα παιδί που ο Αντώνης Γεωργιάδης μερικά χρόνια νωρίτερα, το έριξε στα βαθιά ενώ δεν είχε συμπληρώσει τα 20 του χρόνια. Ο Γιώργος Πλίτσης έπαιζε με ωριμότητα αλλά προστατευόταν από τον Τάκη Παραφέστα και τον Νίκο Πατσιαβούρα στα άκρα αλλά στον τελικό έπαιξε αρχίζοντας τη δική του εξαιρετική παρουσία στην ομάδα ο Κώστας Κολομητρούσης.
Τον Πατσιαβούρα τον είχε «απαγάγει» ο ΠΑΟ μαζί με τον φορ του ΠΑΟΚ, Χρήστο Δημόπουλο, που επίσης δεν αγωνίστηκε στο ματς!
Στο κέντρο της άμυνας, ένα δίδυμο που έγραψε ιστορία. Ο αδικοχαμένος επίσης λίγα χρόνια αργότερα Γιώργος Μητσιμπόνας και ο ΓιάννηςΓκαλίτσιος.
Μπροστά τους ένα πολύ μοντέρνο χαφ, βγαλμένο από τις επόμενες δεκαετίες, ο Θοδωρής Βουτυρίτσας, που μαζί με τον Χρήστο Ανδρεούδηπου ήταν αμυντικός μέσος, έλεγχαν το ρυθμό. Λίγα λεπτά πριν το τέλος στη θέση του Χρήστου μπήκε ο (μετέπειτα καθοριστικός τη χρονιά του πρωταθλήματος το 1988) Σάκης Τσιώλης. Ο τρίτος στην παρέα των μέσων ήταν ένας Πολωνός, από τους αρτιότερους τεχνικά παίκτες που πέρασαν από τα ελληνικά γήπεδα, ο Κμίετσικ.
Το εκπληκτικό της εποχής είναι πως οι τρεις που έπαιζαν μπροστά, ο σκόρερ δυο γκολ Μιχάλης Ζιώγας, Κριστόφ Άνταμτσικ και ο ΓιάννηςΒαλαώρας μπορούσαν να μπερδέψουν οποιαδήποτε άμυνα! Και μετά από αυτό που συνέβη το 1979, ήταν απόλυτα ταιριαστό το γεγονός πως ο Βαλαώρας, ο οποίος είχε αρνηθεί το να έρθει σε ομάδα της Αθήνας με τα εκατομμύρια να… χορεύουν στα πόδια του, ήταν ένας από τους σκόρερ στην πρώτη κορυφαία βράδια στην ιστορία της ΑΕΛ.
Εκείνη η βραδιά μετέτρεψε οριστικά και αμετάκλητα την Λάρισα σε μία αληθινή πρωταγωνίστρια! Και δύο χρόνια αργότερα, όταν θα γύριζε ο Γκμοχ στον πάγκο, θα έκανε μία αντίστοιχη έκπληξη εκείνης της ιταλικής Βερόνα στο καμπιονάτο, ή πολλά χρόνια αργότερα της Λέστερ στην Αγγλία!
Για τον τίτλο του 1988, που ήρθε με μία εντεκάδα Ελλήνων παικτών, επιφυλάσσομαι για άλλο κομμάτι! Εκείνο που κρατάω, από την βραδιά της 22ης Ιουνίου του 1985, είναι πως μία ελληνική ομάδα από την περιφέρεια, όχι μόνο σήκωσε κεφάλι αλλά κατάφερε να βάλει από κάτω τις παραδοσιακές δυνάμεις. Το ποδόσφαιρο που έπαιξε, ακόμα και σήμερα, μοιάζει τόσο μοντέρνο!