Ξεκίνησαν σήμερα Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο οι καταθέσεις μαρτύρων για την υπόθεση του εγκλήματος στα Γλυκά Νερά.
Μετά την κατάθεση του πρώτου μάρτυρα – αστυνομικού, ακολούθησε και δεύτερος μάρτυρας, συνάδελφος του πρώτου.
«Η αντίδραση του κατηγορουμένου όταν του είπε ο άλλος αστυνομικός «άστο τελείωσε» για τη γυναίκα του, ήταν σα να μη κατάλαβε τι έχει γίνει. Μας είπε κάποια στιγμή «γιατί τη σκότωσαν αφού τους έδωσα τα λεφτά». Από τις ερωτήσεις που μας έκανε κατάλαβε ότι είχε πεθάνει, αλλά η αντίδραση του ήταν τέτοια σαν να μην είχε πεθάνει η γυναίκα του. Η πρώτη αντίδραση ήταν σα να μη κατάλαβε, αλλά μετά είχε καταλάβει, αλλά η συμπεριφορά του ήταν περίεργη. Ήταν ψύχραιμος σε σημείο που δε μπορούσα να το πιστέψω. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια ηρεμία, τόση ψυχραιμία, είχε μια γαλήνη σε φάση που δεν το έχω ξαναδεί αυτό. Ήρθαν πολλές υπηρεσίες και σε όλες έλεγε την ιστορία σαν να μην έχει συμβεί κάτι σε αυτόν. Αν μου είχε συμβεί εμένα θα έλεγα «ρε παιδιά τα έχω πει πέντε φορές, πόσες φορές να τα πω» περιέγραψε ο δεύτερος μάρτυρας.
Ειδική μνεία έκανε ο μάρτυρας στο γεγονός ότι ο πιλότος υποστήριξε πως αναγνώρισε το όπλο των ληστών. «Μας είπε ότι οι ληστές είχαν όπλα και μάλιστα είπε ότι είχαν ένα όπλο σαν το δικό μου, γεγονός που μας έκανε εντύπωση γιατί ένα θύμα εκείνη τη στιγμή δεν παρατηρεί το είδος του όπλου. Μας προβλημάτισε επίσης το παράθυρο, ο τρόπος που αντιδρούσε ο κατηγορούμενος, το χτύπημα στο μέτωπό του για το οποίο απάντησε ότι δεν είχε χτυπηθεί, ήταν ψύχραιμος. Μάλιστα ρώτησε κάποιος από τον ασύρματο κι εκείνος απάντησε. Ήταν τόσο ψύχραιμος, δεν έχω συναντήσει ξανά τόση ψυχραιμία» ανέφερε ο μάρτυρας.
Πρόεδρος: Σας έκανε εντύπωση ότι υπήρχε απουσία συναισθήματος;
Μάρτυρας: Ήμασταν τόσοι άνθρωποι κάτω και δεν μπορούσαμε να συνέλθουμε, δε μιλούσαμε και εκείνος ήταν ψύχραιμος. Ο πρώτος πανικός που επικράτησε στο σπίτι, ακολουθήθηκε από ηρεμία. Ήταν σα να είπε «ότι έγινε, έγινε». Μόλις είπα «πάμε κάτω να μείνει καθαρός ο χώρος», ήταν σαν να τελείωσαν όλα.
Όταν ερωτήθηκε αν ο 33χρονος αντέδρασε βλέποντας το σκυλί, ο μάρτυρας απάντησε πως δεν υπήρχε καμία αντίδραση.
Εισαγγελέας: Πως μέτρησε το χρόνο για να δέσει το λαιμό του;
Μάρτυρας: Θεωρώ ότι το “δεν παίρνω ανάσα και πεθαίνω” δεν ήταν αληθές. Ήταν σφιχτά δεμένος αλλά δεν ήταν σε τέτοια κατάσταση. Από τη στιγμή που λύθηκε και μετά ήταν τρομερά ψύχραιμος, ήταν σαν να μην είχε πεθάνει η γυναίκα του. Ήμασταν μαζί 3-4 ώρες και δε μου είπε μια φορά «τι έπαθα! Έχασα τη γυναίκα μου». Πρώτη φορά στα 20 χρόνια είδα θύμα να έχει τέτοια ψυχραιμία.
Ρεπορτάζ: Αννα Βλαχοπαναγιώτη