Γιατί άραγε η Λάρισα δεν διαθέτει ιστορικό κέντρο, με εκτεταμένους αρχαιολογικούς χώρους και αναπαλαιωμένα κτήρια; Με αφορμή αυτή την απορία, το onlarissa.gr, μίλησε με τον κ. Βαγγέλη Ρηγόπουλο, δημοσιογράφο και μέλος τη Φωτοθήκης, ενός αρχείου ιστορικών φωτογραφιών, που διατηρούν την εικόνα περασμένων εποχών, αλλά όχι και ξεχασμένων. Μάθαμε μεταξύ άλλων, για την παλαιά μορφή του κέντρου, τις αιτίες που οδήγησαν στο να αλλάξει η μορφή του, αλλά και το σημείο όπου υπό άλλες συνθήκες θα είχε χτιστεί η πόλη της Λάρισας μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Της Ζωής Μπουρουτζή

Καταρχάς, εξηγεί ο κ. Ρηγόπουλος, «η ονομασία ιστορικό κέντρο, είναι κάτ’ ευφημισμόν, δηλαδή δεν είναι ουσιαστική. Επειδή κάθε πόλη έχει ένα ιστορικό κέντρο, το είπαμε έτσι κι εμείς. Για να είναι πραγματικά ιστορικό κέντρο, θα έπρεπε να υπάρχουν κάποια παλιά κτήρια. Στην περιοχή γύρω από την Κεντρική πλατεία όλα τα κτίρια είναι μεταπολεμικά, πλην ενός, του γωνιακού κτηρίου απέναντι και διαγώνια από τη Λέσχη των Αξιωματικών, που είναι τώρα φροντιστήριο και παλιά ήταν το ξενοδοχείο Ολύμπιον.

ΟΙ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΙ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΣΕΙΣΜΟΣ

Γιατί όμως δεν επιβίωσαν αυτά τα παλιά κτήρια και ειδικά στο κέντρο; «Πρώτον και βασικότερο, ο μεγάλος σεισμός που έγινε την 1η Μαρτίου 1941 ο οποίος ήταν πολύ δυνατός, 6,3 Ρίχτερ, και κατέστρεψε τα πάντα. Τα σπίτια της Λάρισας, μονώροφα ή διώροφα, τότε ήταν πλινθόκτιστα. Τσιμεντένια υπήρχαν ελάχιστα».

Ένας μικρότερος λόγος είναι οι βομβαρδισμοί που υπέστη η Λάρισα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. «Μπήκαμε στον πόλεμο στις 28 Οκτωβρίου 1940 κι ένας μεγάλος βομβαρδισμός έγινε στις 22 Δεκεμβρίου. Ήταν από τους πιο δυνατούς και είχε τεράστιες επιπτώσεις, με πολλά θύματα, για έναν βασικό λόγο, όχι απόλυτα εξακριβωμένο, αλλά πολύ πιθανό. Τότε τα συστήματα αεράμυνας δεν ήταν σαν τα σημερινά. Στηρίζονταν σε σειρήνες, τις οποίες κάποιοι εντεταλμένοι που παρατηρούσαν τον ορίζοντα και έβλεπαν αν έρχονταν αεροπλάνα, γύριζαν, προκειμένου να ειδοποιήσουν τον κόσμο. Στο κέντρο είχε κάνα δυο σειρήνες. Τώρα, δεν είδαν το αεροπλάνο να έρχεται, ήταν αφηρημένοι, έκαναν κάτι άλλο; Διάφορα λέγονται για αυτό. Ήρθαν λοιπόν τα αεροπλάνα πάνω από το κέντρο, άρχισαν να βομβαρδίζουν και τότε πήραν είδηση. Ο κόσμος δεν πρόλαβε να πάει στα καταφύγια και σκοτώθηκαν κάποιες δεκάδες. Αυτό τον βομβαρδισμό ακολούθησαν κι άλλοι βέβαια».

«Ένας άλλος βομβαρδισμός που έκανε αίσθηση ήταν αυτός που έγινε αμέσως μετά τον σεισμό, στις 2 και 3 του μηνός. Οι εχθροί δεν σεβάστηκαν το γεγονός ότι η πόλη ήταν κατακερματισμένη και διαλυμένη, έριξαν και βόμβες».

Το αρχοντικό που έκτισε το 1930 ο Κωνσταντίνος Αθανασίου. Βρισκόταν επί της σημερινής οδού 28ης Οκτωβρίου 15 (προπολεμικά ονομαζόταν οδός Κοραή), ακριβώς δίπλα από το ξενοδοχείο «Έλενα». Φωτογραφία του 1930.(Νικ. Παπαθεοδώρου, εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, στήλη «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα», άρθρο «Το αρχοντικό του Κων. Αθανασίου»)

Τότε υπήρχε ένα ιδιαίτερο κτίσμα στο σημείο που είναι σήμερα η Λέσχη Αξιωματικών, που είχε το ίδιο κοίλο και χωρίς γωνίες σχήμα, η κορυφή του οποίου ήταν καλυμμένη από χάλκινες φολίδες, όπως έχουν κάποια καμπαναριά ή τρούλοι εκκλησιών. Όταν βομβαρδίστηκε και καταστράφηκε, αυτές οι φολίδες σκόρπισαν τριγύρω και σκότωσαν αρκετό κόσμο, που προσπαθούσε έντρομος να πάει στα καταφύγια. Είναι μόνο ένα δείγμα της ζημιάς που έπαθε η πόλη.

Ένα καταστροφικότατο φυσικό φαινόμενο και ο πόλεμος υπήρξαν λοιπόν οι βασικότερες αιτίες που η Λάρισα δεν διατήρησε κάποιο ιστορικό κέντρο. Έπειτα από τα γεγονότα αυτά, τα κτήρια που είχαν υποστεί ζημιές έπρεπε φυσικά να γκρεμιστούν και χτιστούν από την αρχή. «Αυτά, είτε δεν ήθελαν κάποιοι να τα αναπαλαιώσουν, είτε δεν είχαν τα χρήματα, που είναι και το πιο πιθανό», αναφέρει ο κ. Ρηγόπουλος. Ο εμφύλιος που ακολούθησε δημιούργησε περαιτέρω καταστροφή και καθυστέρησε ακόμα περισσότερο το χτίσιμο της πόλης για τις αρχές της δεκαετίας του ’50.

«Έμειναν βέβαια λίγα κτήρια, τα οποία σιγά σιγά γκρεμίστηκαν κι αυτά κι έγιναν πολυκατοικίες. Και βέβαια να πούμε και για την ευαισθησία του κόσμου. Πιθανότητα οι περισσότεροι δεν είχαν αυτή την ευαισθησία να αναπαλαιώσουν ή να ξαναχτίσουν τα “τραυματισμένα” σπίτια όπως ήταν. Το πρώην ξενοδοχείο Ολύμπιον ήταν από τα λίγα τσιμεντένια κτήρια που υπήρχαν προπολεμικά, είχε χτιστεί το 1938, κατά τύχη γλίτωσε από τους βομβαρδισμούς και είναι και το πιο παλιό κτίσμα στον κεντρικό ιστό της πόλης», αναφέρει ο κ. Ρηγόπουλος.

Το Γενί τζαμί στην οδό 31ης Αυγούστου το 1935, φωτογραφημένο από τη σημερινή πλατεία Λαού (Αγίου Βησσαρίωνος) από τον Παντελή Γκίνη (αρχείο Φωτοθήκης του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας)

Οι φωτογραφίες που σώζονται από την εποχή, αρκετές εκ των οποίων αποτελούν μέρος της συλλογής της Φωτοθήκης, “μαρτυρούν” την παλιά εικόνα της Λάρισας, τα κτήρια και τα αρχοντικά που στόλιζαν τους δρόμους της. Αλλά και μετέπειτα, όταν αυτά είχαν καταστραφεί, το φωτογραφικό υλικό, μεγάλο μέρος του οποίου ανήκει στους Γερμανούς Ναζί, μας δείχνει το μέγεθος της καταστροφής: «από τη στιγμή που μπήκαν στη Λάρισα στις 19 Απριλίου 1941 είχαν μαζί τους πολλές φωτογραφικές μηχανές και φωτογράφιζαν ό,τι έβλεπαν κι έχουμε από αυτούς εικόνες της πόλης κατά τη διάρκεια της κατοχής», σημειώνει ο κ. Ρηγόπουλος. «Μάλιστα, αρέσκονταν να λένε για λόγους προπαγάνδας ότι η πόλη καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς τους, ενώ ήταν ένα ψέμα, ήδη ήταν κατεστραμμένη».

Γιατί όμως άλλες πόλεις που επίσης βομβαρδίστηκαν ή ενδεχομένως να έζησαν κι εκείνες σεισμούς και φυσικές καταστροφές, “έσωσαν” τα δικά τους ιστορικά κέντρα; «Ζημιές από σεισμούς δεν είχαν όλες οι πόλεις, αλλά ελάχιστες, ούτε βομβαρδίστηκαν όλες το ίδιο όπως η Λάρισα, ο Πειραιάς ή η Πάτρα. Ήταν συγκεκριμένα τα μέρη που βομβάρδιζαν οι Γερμανοί και οι Ιταλοί, γιατί ήταν στρατιωτικοί στόχοι, όπως εμείς λόγω του αεροδρομίου, ή συγκοινωνιακοί κόμβοι. Και ίσως αλλού να υπήρχαν κάτοικοι που αγαπούσαν το παλιό και να διατήρησαν τα σπίτια και τα κτήριά τους».

Το τζαμί του Ομέρ μπέη. Φωτογραφία του 1901, από το αρχείο της Φωτοθήκης του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας. (Νικ. Παπαθεοδώρου εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, στήλη «ΛΑΡΙΣΑ. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις», άρθρο «Το τζαμί του Ομέρ Μπέη»)

Η ΠΑΛΙΑ ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΑΛΚΑΖΑΡ, Ο ΥΔΑΤΟΠΥΡΓΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΚΤΗΡΙΑ

Έγιναν όμως σοβαρές ζημιές ή και ολοκληρωτικές καταστροφές και σε υποδομές από τους συμμάχους που βρισκόταν τότε στη Λάρισα, λόγου χάρη Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς, ενώ υποχωρούσαν, προκειμένου να ανακόψουν την προέλαση των Γερμανών. «Παράδειγμα, οι Νεοζηλανδοί ανατίναξαν την παλιά γέφυρα του Αλκαζάρ, που ήταν θαύμα τεχνικής. Είχε γίνει μόλις άρχισε η κατάληψη της Λάρισας και της Θεσσαλίας από τους Τούρκους, όχι το 1453 με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, αλλά πολύ νωρίτερα, μπορεί και από το 1400. Χάσαμε τότε τη γέφυρα, η οποία ήταν καταπληκτική, είχε εννέα τόξα και μάλιστα λέγεται ότι, όταν χτίστηκε η καινούργια το 1952-1953, “πάτησε” πάνω στα θεμέλια της παλιάς».

Ο υδατόπυργος το 1935 σε φωτογραφία του παντελή Γκίνη (αρχείο Φωτοθήκης του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας)
Το αρχοντικό Σκαλιώρα στη γωνία των οδών Ρούσβελτ και Πατρόκλου (Νικ. Παπαθεοδώρου, εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, στήλη «ΛΑΡΙΣΑ. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις… « τίτλος άρθρου «ΛΑΡΙΣΑ – ΒΟΛΟΣ. Οίκοι παράλληλοι…»)

Ελάχιστα ήταν τα κτίσματα που γλίτωσαν από όλες αυτές τις καταστροφές. Ένα από αυτά, που είναι σήμερα ένα τοπόσημο της πόλης, αν και στην άκρη της, είναι ο υδατόπυργος, ένα μεγάλο τσιμεντένιο κτίσμα κοντά στο υδραγωγείο, που εγκαινιάστηκε το 1930 από τον Βενιζέλο και τότε ήταν πρωτοποριακό. Ευτυχώς, παρόλο που ήταν στόχος γιατί φαινόταν από ψηλά, δεν γκρεμίστηκε. Επίσης παλιά είναι η Εβραϊκή Συναγωγή, περίπου του 1864, αλλά και το Τζαμί, που χτίστηκε μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881 και τη φυγή των Οθωμανών, γύρω στο 1886-1887, που προοριζόταν για τις προσευχές των γυναικών μουσουλμάνων που είχαν παραμείνει στη Λάρισα. Ο μιναρές του καταστράφηκε κι εκείνος στον σεισμό του ’41. Παλιότερο όλων, που ανάγεται στην οθωμανική περίοδο πριν το 1881, είναι το αρχοντικό ενός πλούσιο Οθωμανού στην οδό Σεφέρη, το οποίο είχε εξαγοραστεί κάποια στιγμή από το δημόσιο, όμως δεν αξιοποιήθηκε ποτέ.

Το Γενί τζαμί στην οδό 31ης Αυγούστου το 1935, φωτογραφημένο από τη σημερινή πλατεία Λαού (Αγίου Βησσαρίωνος) από τον Παντελή Γκίνη (αρχείο Φωτοθήκης του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας)

Η “ΝΕΑ” ΛΑΡΙΣΑ

Όταν έφυγαν οι Γερμανοί το ’44 υπήρξε μεγάλο θέμα για το πού θα χτιζόταν η “νέα Λάρισα”. «Υπήρχαν δύο απόψεις», σημειώνει ο κ. Ρηγόπουλος. «Η μία έλεγε να παραμείνει εκεί που ήταν και που είναι σήμερα, δυστυχώς λέω εγώ και η άλλη ήταν να χρησιμοποιηθεί η περιοχή του Μεζούρλου κι ο χώρος που είναι το Νέο Κοιμητήριο, το στρατόπεδο και η Ιατρική Σχολή. Τώρα τα βλέπουμε αυτά, γιατί θα απελευθερωνόταν το σημερινό κέντρο και θα μπορούσαν να βγουν όλα τα αρχαία που είναι από κάτω. Θα ήταν εδώ η πραγματική παλιά πόλη της Λάρισας, η οποία τώρα δεν υπάρχει».

Επικράτησε φυσικά η άποψη να παραμείνει εδώ που βρίσκεται και σήμερα, η οποία έχει σχέση με το οικονομικό ζήτημα, καθώς οι ιδιοκτήτες των μεγάλων οικοπέδων δεν θα μπορούσαν να αποζημιωθούν για την αξία της γης τους. «Κι έτσι κατέληξε η νέα πόλη να χτιστεί πάνω στην παλιά», αναφέρει ο κ. Ρηγόπουλος. «Από ό,τι λένε οι αρχαιολόγοι η Λάρισα μαζί με το Άργος είναι οι δύο πόλεις στην Ελλάδα οι οποίες έχουν αδιάλειπτη κατοίκηση από το 6000 π.Χ. Πάντα υπήρχε εδώ πέρα κόσμος, δεν χάθηκε ποτέ, ενώ άλλες πόλεις έπαψαν κάποια στιγμή να υπάρχουν. Το ανάκτορο του Φιλίππου στις Αιγές για παράδειγμα υπήρχε τότε, όμως μετά ήταν χωράφια. Η Λάρισα πάντα είχε κόσμο, είτε ως μικρή πόλη είτε ως μεγάλη».

Η λιτάνευση της εικόνας του Αγίου Αχιλλίου το 1935, στην οδό Ακροπόλεως (σημερινή οδό Παπαναστασίου), σε φωτογραφία του παντελή Γκίνη (αρχείο Φωτοθήκης του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας)

ΟΤΑΝ Ο ΚΑΙΣΑΡΑΣ ΘΕΛΗΣΕ ΝΑ ΚΑΨΕΙ ΤΗ ΛΑΡΙΣΑ

Η Λάρισα όμως ήταν πολύ σημαντική και κατά τη ρωμαϊκή εποχή, λόγω της θέσης της και της εύφορης πεδιάδας που την περιτριγυρίζει, καθώς από εκείνη σιτίζονταν οι ρωμαϊκές λεγεώνες. Μάλιστα, είχε θελήσει να την καταστρέψει και ο Ιούλιος Καίσαρας, ο οποίος, μετά τη νίκη του στη μάχη της Φαρσάλου το 48 π.Χ., είχε αποφασίσει να την κάψει, καθώς το περίφημο λαρισινό ιππικό της είχε συνταχθεί με τον αντίπαλό του στη μάχη, Πομπήιο. Σώθηκε χάρη στην παρέμβαση του φίλου του Καίσαρα, Κορνήλιου Βάλβου, ο οποίος τον έπεισε για την αναγκαιότητα των σιτηρών που παρήγαγε ο κάμπος. Μάλιστα, με τις ανασκαφές που είχαν γίνει στο αρχαίο θέατρο, είχε ανακαλυφθεί η βάση μιας προτομής που είχαν στήσει οι αρχαίοι Λαρισαίοι προς τιμήν του Βάλβου, που τους έσωσε από την οργή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων.

Διαβάζοντας κανείς τις πληροφορίες που μας έδωσε ο κ. Ρηγόπουλος, δεν μπορεί παρά να εντυπωσιαστεί όχι μόνο από τα κτήρια που υπήρχαν κάποτε και που πια αποτελούν παρελθόν ως και η πλειοψηφία των ανθρώπων που τα θυμόντουσαν, αλλά και από το γεγονός ότι η πόλη, υπό άλλες συνθήκες, θα είχε μια εντελώς διαφορετική μορφή, αν τελικά είχε όντως χτιστεί εκεί όπου συζητιόταν μεταπολεμικά. Θα μιλούσαμε τότε για μια ολοκληρωτικά διαφορετική πραγματικότητα, χωρίς τον Πηνειό ποταμό και το Αρχαίο Θέατρο στο κέντρο μας, σημεία δίχως τα οποία μάλλον αδυνατούμε να φανταστούμε την καθημερινότητά μας οι σημερινοί Λαρισαίοι. Και φυσικά, θα είχαμε σε πολύ κοντινή μας απόσταση μια αρχαία Λάρισα, μια αληθινή “παλιά πόλη”, έναν αρχαιολογικό χώρο  αντάξιο ίσως άλλων πόλεων της Ελλάδας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τοπική, και όχι μόνο, κοινωνία.

Η οδός Κύπρου και μέρος της κεντρικής πλατείας (Μιχ. Σάπκα) το 1935, σε φωτογραφία του παντελή Γκίνη (αρχείο Φωτοθήκης του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας)
  • όλες οι φωτογραφίες αποτελούν μέρος του ψηφιακού αρχείου της Φωτοθήκης
Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω