Την πεποίθηση ότι δεν ισχύει το επιχείρημα πως καταργείται το 8ωρο με το νομοσχέδιο για τα εργασιακά που συζητείται στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής, εξέφρασε ο ομότιμος καθηγητής Εργατικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γιώργος Λεβέντης, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Το GPS της επικαιρότητας», με τον Θάνο Σιαφάκα.

Όπως είπε, το ωράριο παραμένει και τηρείται ως μέσος όρος όταν γίνεται διευθέτηση του χρόνου εργασίας. «Αν για παράδειγμα σε έναν χρονικό ορίζοντα 6 μηνών, ο εργαζόμενος εργαστεί 2 ώρες παραπάνω, δηλαδή 10 αντί για 8 ώρες, τότε ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος αυτές τις 2 επιπλέον ώρες την ημέρα να τις αντισταθμίσει με λιγότερες ώρες εργασίας, τις υπόλοιπες εβδομάδες. Αυτό θα γίνεται με ατομική συμφωνία», εξήγησε.

Αναφορικά με τους φόβους που εκφράζονται ότι ο εργοδότης θα εξαναγκάζει τον εργαζόμενο να δεχθεί τη διευθέτηση, ο καθηγητής ξεκαθάρισε ότι ο νομοσχέδιο προβλέπει πως δεν μπορεί να αποτελέσει αιτία απόλυσης η άρνηση του εργαζόμενου να συμφωνήσει στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας και μάλιστα υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες.

Σύμφωνα με τον κ. Λεβέντη, στην Ελλάδα υπάρχει διευθέτηση του χρόνου εργασίας από το 1990, μέσω συλλογικής σύμβασης. Δηλαδή μπορεί ο εργαζόμενος για ορισμένες εβδομάδες να δουλεύει παραπάνω, και στη συνέχεια να παίρνει επιπλέον άδεια ή ρεπό. «Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις δεν έδειξαν μεγάλη προθυμία να κάνουν τέτοιες συμφωνίες, ενώ οι εργαζόμενοι συχνά ήθελαν αυτή τη διευθέτηση», σημείωσε.

Στα θετικά το νομοσχεδίου, ο ίδιος ανέφερε την εξομοίωση των δικαιωμάτων μεταξύ εργατών και υπαλλήλων σε περίπτωση απόλυσης, την προστασία του πατέρα όταν αποκτά παιδί, και τη ψηφιακή κάρτα που καταγράφει ανά πάσα στιγμή τον χρόνο εργασίας του εργαζομένου, με αποτέλεσμα να διασφαλίζονται – όπως είπε-  η τήρηση του ωραρίου και οι πρόσθετες αμοιβές που δικαιούται ο εργαζόμενος όταν κάνει υπερωρία και υπερεργασία και όταν εργάζεται αργίες και Σαββατοκύριακα.

Ο ίδιος χαρακτήρισε υπερβολική τη διάταξη που προβλέπει αυξημένη ευθύνη και των μελών του Δ.Σ μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, μέσω της ατομικής τους περιουσίας, σε περιπτώσεις που παρεμποδίζονται να προσέλθουν στην εργασία τους, εργαζόμενοι που δεν θέλουν να απεργήσουν.

 

Περισσότερα Εδω