Μέσα σε πολύ λίγες λέξεις και πολύ επιγραμματικά, για αρχή, θα μπορούσε να περιγραφεί αυτό το χρονικό διάστημα για τον Χρήστο και τη Λήδα Μανθοπούλου, που σήμερα έχουν δημιουργούν το δικό τους κόσμο, έχοντας νωρίτερα περάσει μια όμορφη ζωή, έστω και με τις δικές της δυσκολίες, δίπλα στους γονείς τους, τον Αίαντα Μανθόπουλο και τη Λαρισαία Στέλλα Τσιάτσιου.

Ο Χρήστος και η Λήδα Μανθοπούλου στο αεροδρόμιο μετά το αργυρό μετάλλιο της Λήδας στους Παραολυμπιακούς Αγώνες.

Ο μπαμπάς παρών από ψηλά, η μητέρα παρούσα από κοντά στη ζωή τους, θα καμαρώνουν ο καθένας τα παιδιά τους να προοδεύουν. Παιδιά, που σε μια εποχή πολύ δύσκολη, όπου τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο για τη δική τους ηλικίας, ή και μικρότερες, ξεχωρίζουν με μια απαράμιλλη ποιότητα χαρακτήρα, προσωπικότητας, κρίσης και σκέψης στα πράγματα. Ενδεικτικό, του τι μπορεί να πετύχει ένας γονιός, όταν πραγματικά ασχολείται.

Στην επιφάνεια, ο Χρήστος υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ στα 18 του, η Λήδα έγινε αργυρή παραολυμπονίκης στα 100 μέτρα. Στο βάθος, έχουν πολύ περισσότερα να μας πουν, αλλά πρώτα εξηγούν το πώς… ξέφυγαν από δύο γονείς ηθοποιούς, για να ασχοληθούν με τον αθλητισμό.

Ο Χρήστος Μανθόπουλος με την φανέλα της εφηβικής ομάδας του ΠΑΟΚ.

«Το “μικρόβιο” μου το έβαλε η μαμά μου. Ήταν πολλά χρόνια φαν του μπάσκετ, μεγάλη οπαδός του ΠΑΟΚ και μια μέρα που έδειξε κάποια βιντεάκια του Μάικλ Τζόρνταν. Εκεί το πήρα απόφαση και ξεκίνησα από τον Μύτικα Λάρισας. Δεν ξέρω, βέβαια, πώς γίναμε αθλητές. Θυμάμαι τους γονείς να μας… τραβολογούν σε θέατρα, σκηνές και γυρίσματα. Μπορεί να γεννηθήκαμε στο θέατρο, αλλά τελικά… βρήκαμε την αγάπη μας στον αθλητισμό. Μου άρεσε λίγο παραπάνω από τη Λήδα ο χώρος της υποκριτικής, αλλά τελικά η μητέρα μας, μας… έσπρωξε με τον τρόπο της», αναφέρει ο Χρήστος.

Η ιστορία της Λήδας για το πώς ξεκίνησε είναι λίγο διαφορετική: «Από μικροί δε βάζαμε… πισινό κάτω. Ποτέ δεν ήμασταν ήρεμοι, τρέχαμε, σκαρφαλώναμε σε διάφορα σημεία και οι γονείς μας άφηναν, από το να κολλάμε στην τηλεόραση. Μας φώναζαν μόνο, όταν έπρεπε να κοιμηθούμε. Η μαμά μου, μας ώθησε στον αθλητισμό, αν και σε σύγκριση με τον Χρήστο, προτιμούσα τα ατομικά αθλήματα. Για πολύ καιρό πήγαινα σε διάφορα αθλήματα, που δε μου έκαναν τόση αίσθηση.

Μια μέρα, ο γυμναστής του σχολείου με είδε, ενώ πήγαινα Β’ Δημοτικού, να περνώ στο τρέξιμο τα παιδιά της ΣΤ’ Δημοτικού και είπε στους γονείς μου να δοκιμάσουμε το στίβο.

Δοκιμάσαμε, κάπως έτσι, να ρωτήσουμε στο γήπεδο που βρισκόταν σε ένα πάρκο, όπου πηγαίναμε οικογενειακά, κι εκεί βρήκαμε τον προπονητή, που ξεκίνησε να με βάζει στον κόσμο του στίβου. Ημουν 7 ετών τότε και η μεγαλύτερη ανακούφισή μου στην αρχή ήταν ότι… γλίτωσα από την απειλή της μητέρας μου, που είχε πει πως είτε θα έκανα ένα άθλημα είτε θα μάθαινα την προπαίδεια (γέλια)».

Η Λήδα Μανθοπούλου λίγες στιγμές μετά την κατάκτηση του αργυρού μεταλλίου στους Παραολυμπιακούς Αγώνες.

Με τα χρόνια να περνούν, ο Χρήστος αντιλήφθηκε το ταλέντο του στο μπάσκετ, αλλά χρειάστηκε λόγω της διάστασης των γονιών του να βρεθεί στη Ρουμανία, προτού το καλοκαίρι του 2023 πάρει μεταγραφή για τον ΠΑΟΚ, ενώ πρόσφατα κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα με το Κολλέγιο Θεσσαλονίκης.«Παίρνεις πολλές εμπειρίες και βλέπεις τον ανταγωνισμό στην ηλικία σου, γεγονός πολύ σημαντικό», προσθέτει.

Κι έρχεται το περασμένο καλοκαίρι η μεγάλη στιγμή του συμβολαίου με τον «Δικέφαλο του Βορρά». «Η μητέρα μου είναι μεγάλη… ΠΑΟΚτσού και το καλοκαίρι του 2023 με πήγε σε μια προπόνηση. Εκεί, με είδε ο Ευριπίδης Μελετιάδης, που μου άρεσε από την αρχή σαν χαρακτήρας και σαν προπονητής, βοηθώντας με στη συνέχεια πάρα πολύ, ειδικά στην περίοδο όπου χάθηκε ο πατέρας μας.

Ο ΠΑΟΚ ήταν ένα μεγάλο όνειρο για τη μητέρα μου, αλλά κι εγώ ένιωσα μοναδικά, αισθάνθηκα πως τώρα ξεκινά η σκληρή δουλειά, μπαίνοντας στο κλίμα του επαγγελματισμού.

Θέλω να συνεχίσω σε υψηλό επίπεδο, πάντοτε με ταπεινότητα», επισημαίνει για το σπουδαίο γεγονός της ζωής του.

Η αδελφή του πήρε… ψύχραιμα αυτή τη μεταγραφή. «Ημουν πολύ υπερήφανη. Ηταν κάτι, που δε γνωρίζαμε αν θα συνέβαινε με βεβαιότητα, αλλά ήρθε ως μπόνους δώρο τελικά στα γενέθλιά του. Κοιμήθηκα υπέροχα μετά από αυτό το γεγονός για τον αδελφό μου, χάρηκαν και οι φίλοι μου και άρχισαν να μου ζητούν φανέλα υπογεγραμμένη από τον ίδιο, και τους είπα να πάρουν σειρά (γέλια)».

Τα αδέλφια Μανθόπουλου είναι «δεμένα» σε κάθε τους στιγμή, είτε από κοντά είτε από απόσταση.

Την ίδια χαρά είχε, φυσικά, και ο αδελφός της Λήδας, όταν εκείνη έκανε όλη την Ελλάδα υπερήφανη. «Είχαμε θυμάμαι, τότε, φιλικά παιχνίδια στην Αθήνα και ήμουν στο δωμάτιο με τον φίλο μου, Παναγιώτη Λέφα. Είχαμε πολύ άγχος και από τις φωνές μας στο τέλος… ξυπνήσαμε το ξενοδοχείο. Θυμάμαι, ύστερα, να έρχεται στο αεροδρόμιο και να την φέρνω στην αγκαλιά μου, με το που την είδα με το μετάλλιο», θα εξομολογηθεί.

Η σχέση τους, άλλωστε, ήταν πάντα η μεγαλύτερη δύναμη του καθενός. «Είμαστε πολύ δεμένα αδέλφια. Μπορεί να είμαστε συνήθως σε απόσταση, αλλά πάντα, είτε τηλεφωνικά είτε με μηνύματα, ο ένας θα είναι εκεί για τον άλλο. Το πώς χειρίζεσαι την απόσταση, άλλωστε, δείχνει την ποιότητα της σχέσης», υπογραμμίζει ο Χρήστος Μανθόπουλος.

Τα αδέλφια Μανθόπουλου με τη μητέρα τους, Στέλλα Τσιάτσιου, στο αεροδρόμιο μετά την κατάκτηση του αργυρού μεταλλίου από τη Λήδα.

Ο δρόμος για το ασημένιο μετάλλιο της Λήδας, όμως, μόνο απλός δεν ήταν. Μετά από χρόνια προπονήσεων, διαγνώστηκε με σκλήρυνση κατά πλάκας και αυτό που νίκησε, ήταν η προσωπικότητά της. «Οταν έγινε αυτό, σταμάτησα επί τόπου να προπονούμαι. Είχα διάφορες απόψεις γιατρών, από το να σταματήσω εντελώς τον αθλητισμό, μέχρι το να κάνει ό,τι λέει το σώμα μου. Ξαναμπήκα, λοιπόν, στην προπόνηση όταν έφυγε ο μπαμπάς. Εβλεπα να γίνονται αλλαγές στο σώμα μου και άρχισα να καταλαβαίνω τι με ενοχλούσε και τι όχι, έβλεπα να έχω θέμα ανάλογα με τις θερμοκρασίες, ένιωθα πόνους που ήξερα, ότι δεν μπορούσε να νιώσω. Στην αρχή δεν ήμουν έτοιμη να ξαναρχίσω και μου έδωσαν τη δυνατότητα να προπονώ τα πιτσιρίκια, για να έχω επαφή με το γήπεδο, αλλά η απώλεια του μπαμπά μου, με βοήθησε να δω τον στίβο και ως διαφυγή από το μυαλό μου. Λατρεύω την οικογένειά μου, αλλά δε θέλω να υποφέρω μπροστά τους. Ηθελα να τα κρύψω και, έτσι, μπήκα ξανά στο γήπεδο», μαρτυρά η ίδια.

Θα σας μεταφέρουμε μια είδηση. Η Λήδα Μανθοπούλου, σε αντίθεση με τους περισσότερους αθλητές που απαντούν «τίποτα» σε αυτή την ερώτηση, μας περιγράφει ακριβώς τι συναισθήματα της πέρασαν τη μέρα της κούρσας. Αυτή είναι η περιγραφή της: «Σκεφτόμουν πολλά από την ώρα που μπήκα στο βατήρα, μέχρι το τέλος. Οταν σήκωσα το κεφάλι και μέχρι το “μπαμ” του αφέτη δε σκεφτόμουν κάτι ιδιαίτερα. Εκεί κατάλαβα, πού είναι η διπλανή μου και σκεφτόμουν τα γόνατα, ότι δεν πονάω και πάω να τους σκίσω.

Στην πορεία βλέπω δεξιά μου και αριστερά μου, η τρίτη είναι κοντά μου, η πρώτη έχει κάνει πολύ καλή εκκίνηση κι εγώ εκνευρίζομαι, αλλά δεν είναι εύκολο να εκκινήσω καλά λόγω του θέματος στα γόνατα. Στη δική μου κατηγορία τρέχουμε, ουσιαστικά, με τα χέρια.

Στο τέλος, ένιωσα έναν… σφάχτη και όταν κατάλαβα, ότι πήρα το ασημένιο μετάλλιο. Διώχνω για λίγο τη σημαία από την πλάτη μου, γιατί δεν ήμουν καλά, μετά σκέφτηκα να χαμογελάσω στις κάμερες και να μην κλάψω, για να μην τρέξει η μάσκαρα και… γίνω ρεζίλι (γέλια). Αρχισα να καταλαβαίνω το τι συνέβαινε, όταν ήμουν στο ιατρείο και μου είπαν να ντυθώ, για να πάω να πάρω το μετάλλιο. Ημασταν εξαντλημένοι, αλλά υπερήφανοι, Ημουν υπερήφανη, γιατί πάλευα για 12 χρόνια. Για όσους μου έλεγαν, ότι προπονήθηκα για σύντομο διάστημα μέχρι τους Παραολυμπιακούς Αγώνες, η απάντησή μου είναι πως… δεν ξεφύτρωσα ξαφνικά. Από την πρώτη μέρα μου στον αθλητισμό, ο προπονητής μου είχε ρωτήσει αν είχα διαβατήριο, απλά στην πορεία προέκυψε το συγκεκριμένο θέμα και ανακάλυψα, ότι μπορούσα να ανοίξω αυτό το δρόμο. Η προσπάθεια παραμένει ίδια για μένα και τον Χρήστο».

Η Λήδα Μανθοπούλου τη στιγμή της απονομής του αργυρού μεταλλίου στους Παραολυμπιακούς Αγώνες.

Το σύνθημα και για τους δύο είναι ίδιο για το μέλλον. «Πάμε στα αστέρια», λέει η Λήδα και σίγουρα συμφωνεί και ο Χρήστος,έστω κι αν εμφανίζεται πιο συνεσταλμένος. Θέλει να αγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο για χρόνια, με την αδελφή του να συμπληρώνει πως «έφτασα σε ένα μεγάλο επίτευγμα, αλλά νωρίτερα στην κατηγορία μου δεν αγωνίστηκα σε ευρωπαϊκά και παγκόσμια πρωταθλήματα. Θέλω να ζήσω αυτό το ταξίδι και την επόμενη φορά γιατί να μην έρθει και το χρυσό;».

Θα προσέξατε, πιθανότατα, ότι σε μεγάλο βαθμό η έμπνευση του αθλητισμού, αλλά και μπόλικες μεγάλες στιγμές τους συνοδεύονται από την παρουσία της μητέρας τους. Ο Χρήστος πρώτος θα πει, ότι «όλα αυτά τα χρόνια ήταν μάνα, πατέρας, μάνατζερ και φίλος μας. Πάντα ήταν εκεί και μας ωθούσε με το κεφάλι ψηλά, ίσως την ένιωθα και πιο κοντά μου, γιατί της μοιάζω πολύ, ενώ η Λήδα μοιάζει περισσότερο στον μπαμπά μας». Η Λήδα θα έρθει να συμπληρώσει, ότι «μπορεί να ήταν οι γονείς μας σε διάσταση, αλλά μεγαλώσαμε πολύ δεμένοι.

Με τη μαμά μας δεν φοβόμασταν να πούμε αυτό που θέλαμε, ακόμη κι αν κάναμε… καμιά ζημιά (γέλια). Ποτέ δε θα… μαντεύαμε τι θέλει ο άλλος.

Αντιθέτως πάντα λέγαμε τι θέλαμε κι αυτό θέλω να έχω και στις σχέσεις μου στον αθλητισμό».

Ο Χρήστος Μανθόπουλος με τους γονείς του, Αίαντα και Στέλλα.

Ας σταθούμε λίγο παραπάνω σε αυτό, γιατί στην Ελλάδα οι οικογένειες χωρισμένων γονιών είναι πολλές φορές ένα ταμπού, που τα δύο αυτά παιδιά «σπάνε» με μοναδικό τρόπο, αναδεικνύοντας το για ποιο λόγο η σωστή απόφαση δεν είναι και πάντα η κοινωνικά ενδεδειγμένη. «Κάθε γονιός είχε το δικό του ρόλο. Και οι δύο μας άφησαν πολύ καλά στοιχεία. Είναι σαν να βλέπεις δύο άλλους κόσμους. Θυμάμαι τον μπαμπά να με πηγαίνει με το σκάφος και φίλους του ηθοποιούς στο Αιγαίο, τη μητέρα μου να με πηγαίνει στη Λάρισα. Δύο διαφορετικά ερεθίσματα, που όμως μας βοήθησαν να βλέπουμε και τα πράγματα με τρόπο, που θα δεχθούμε την κάθε άποψη πιο εύκολα και θα φιλτράρουμε τα πάντα διαφορετικά», επισημαίνει η Λήδα.

Στη μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ, ο Χρήστος Μανθόπουλος είχε πραγματοποιήσει μια ανάρτηση γεμάτη αγάπη και στοργή με τον πατέρα του, Αίαντα, που ανέφερε πως τον κάνει υπερήφανο εκεί ψηλά, όπου βρίσκεται.

Εκείνος μας εξηγεί πως «την ανέβασα, επειδή τότε ένιωσα, ότι ήταν η ώρα. Από τότε που έφυγε, οι φίλοι, οι συμπαίκτες και ο προπονητής μου, με βοήθησαν πολύ. Ηταν μοναδικό, που υπέγραψα τη μέρα των γενεθλίων μου».

Τι θεωρεί πως θα του έλεγε, όμως, ο Αίας αν ήταν παρών; Θελήσαμε να κάνουμε αυτή την ερώτηση στον Χρήστο και η απάντησή του το μόνο που κάνει, είναι να μας συγκινεί: «Ο μπαμπάς, πριν φύγει, μου είχε πει όταν πήγα στο εφηβικό του ΠΑΟΚ και μιλούσαμε καθημερινά στο τηλέφωνο, ότι πρέπει να το κάνω σαν να είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή μου. Να το αντιμετωπίζω, σαν να πρόκειται για τη ζωή ή το θάνατο. Πιστεύω, ότι αν ήταν εδώ, θα μου έλεγε “μπράβο αγόρι μου και εις ανώτερα”».

Ο Χρήστος Μανθόπουλος με τον πατέρα του, Αίαντα, σε μικρή ηλικία

Δε θα μπορούσαμε να μην ακούσουμε και την πιο χειμαρρώδη Λήδα, που έμοιαζε τόσο σε χαρακτήρα στον ίδιο, να μας λέει τα εξής: «Νομίζω, ότι θα με έπαιρνε αγκαλιά και θα με έκανα γύρω γύρω, λέγοντάς με μονάκριβή του κόρη, όπως συνήθιζε. Εκείνη τη μέρα, όπως κι άλλες, ένιωσα την παρουσία του δίπλα μου. Είναι φορές που το νιώθω, μπορώ να μυρίσω το άρωμά του, το τσιγάρο του, να ακούσω την φωνή του από μακριά. Πολλές φορές σκέφτομαι, ότι κάποιος μου κάνει πλάκα».

Κανείς από τους δύο δεν μπορεί να ξεχάσει, ούτε την παρουσία του ούτε το τι αντιπροσώπευε στη ζωή τους. «Είχαμε μια βαθιά σχέση με τον πατέρα μας, με τη μητέρα μας ήμασταν πιο εκφραστικοί και ήταν φυσιολογικό από τη στιγμή, που ήμασταν πιο πολύ καιρό μαζί της. Αυτό που κράτησα, ήταν το πόσο αγαπούσε και πόσο πάθος είχε για τη δουλειά του και εμπνεόμουν», λέει ο Χρήστος.

Για τη Λήδα, ο Αίας Μανθόπουλος ήταν κάτι ιδιαίτερο. «Μου λείπει να ξέρω, ότι είναι εκεί. Τα κορίτσια είμαστε οι πριγκιπισσούλες του μπαμπά και θέλουμε να είναι παρών, κάτι που το εκτιμούσαμε περισσότερο για τον μπαμπά, καθώς αρκετές φορές χρειαζόταν να λείπει. Ακόμη κι όταν έλειπε, όμως, ήξερα ότι ήταν εκεί για μένα. Δεν φαντάζεσαι πόσο ατελείωτες ώρες έχουμε περάσει στο τηλέφωνο, γιατί ήξερα ότι εκείνος ήταν, που σκεφτόταν σαν εμένα και θα με καταλάβαινε. Νιώθω πως ζει και σήμερα μέσα από εμένα, καθώς πολλές φορές, από τότε που έφυγε, μου λένε ότι κουνιέμαι, κάθομαι, χαμογελάω σαν εκείνον, έχουμε παρόμοιο πρόσωπο και χρώματα. Μου λείπει να πάμε μαζί μια βόλτα με το σκάφος, να απολαύσουμε μαζί το μπλε της θάλασσας», αναφέρει.

Η Λήδα Μανθοπούλου με τον πατέρα της, Αίαντα

Ο Αίας Μανθόπουλος, όμως, συνεχίζει να είναι παρών, είτε από επαναλήψεις σειρών είτε από κορυφαίες ατάκες, όπως το «Αία, βρε Αία» του αείμνηστου Νίκου Σεργιανόπουλου. Πώς το αντιμετωπίζουν αυτό τα ίδια του τα παιδιά. «Μου αρέσει, γιατί κάπως έτσι παραμένει εδώ το πνεύμα του. Είμαι πολύ υπερήφανος, όταν ο κόσμος θα με σταματήσει και θα μου μιλήσει για τον πατέρα μου, λέγοντάς μου ότι τον παρακολουθεί ακόμη μέσα από όσα έκανε στην τηλεόραση», απαντά ο Χρήστος, με τη Λήδα να προσθέτει πως «θα χαμογελάσω, θα γυρίσω από την άλλη και θα βουρκώσω. Είναι όμορφο να είναι παρών με αυτό τον τρόπο, είναι μια ψυχή, που δε σβήστηκε ποτέ από την ιστορία».

Το καθένα από τα δύο αδέλφια ήθελε να δώσει ένα δικό του φινάλε, το καθένα για τον εαυτό του. «Θα ήθελα να με θυμούνται ως έναν καλό παίκτη, αλλά κυρίως έναν καλό χαρακτήρα. Νιώθω μεγάλη υπερηφάνεια να θεωρούν εμένα και την αδελφή μου καλούς ανθρώπους και χαρακτήρες, συγκινούμε έτσι και τη μητέρα μας», είναι αυτό που θέλει ο Χρήστος.

Τα αδέλφια Μανθόπουλου σε οικογενειακή στιγμή στο σπίτι τους.

Η Λήδα έχει το δικό της μήνυμα: «Θέλω να μιλήσω για όσους λένε σχετικά με τους Παραολυμπιακούς Αγώνες, ότι… δε μας φαίνεται. Το γεγονός, ότι δε μας λείπει κάποιο άκρο, πιστέψτε με, μας έχει κάνει αρκετές φορές να πέσουμε θύματα bullying ακόμη και από συναθλητές μας.

Δεν ξέρουν, προφανώς όσοι μας τα λένε, αν εγώ μείνω παράλυτη το επόμενο λεπτό, ή ένας άλλος αθλητής έχει αυτισμό.

Η προπονήτριά μου, για παράδειγμα, έχει διπλωπύα και δεν της φαίνεται, αλλά πολλές φορές μπορεί να παραπατήσει ή να χτυπήσει κάπου. Νιώθω χαρούμενη που όσοι βρίσκονται γύρω μου το καταλαβαίνουν και το σκέφτονται, όμως όλοι πρέπει να το έχουν υπόψη τους».

Πηγή: basket.gr

Περισσότερα Εδω