Καθώς οι ΗΠΑ και η Ευρώπη αναπτύσσουν το οπλοστάσιο των οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία ως αντίποινα της εισβολής της στην Ουκρανία,ελάχιστες είναι οι ενδείξεις οτι οι εύκολες λύσεις μπορούν και να φέρουν επιθυμητά αποτελέσματα.
Το περιοδικό ανέλυσε το ζήτημα των κυρώσεων μια μέρα πριν ανακοινωθεί το νέο πακέτο περιοριστικών μέτρων από τους Συμμάχους.
Ο Πούτιν στο σταυροδρόμι των κυρώσεων
Συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες χώρες επέβαλαν κυρώσεις σε συγκεκριμένες ρωσικές εταιρείες και άτομα. Στις ΗΠΑ, ο κατάλογος κυρώσεων περιελάμβανε ορισμένες ρωσικές τράπεζες και πλούσιους ιδιώτες και ολιγάρχες. Επιπλέον, υπάρχει απαγόρευση αγοράς του χρέους της χώρας. Εν ολίγοις, αυτές οι ενέργειες έχουν ως στόχο να βλάψουν τους πλούσιους και ισχυρούς του στενού κύκλου του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Το πρόβλημα είναι ότι λίγοι ειδικοί πιστεύουν ότι αυτές οι ενέργειες θα κάνουν μεγάλη διαφορά.
«Μέχρι στιγμής, έχουμε δει χαλαρές κυρώσεις», λέει ο Peter Tchir, επικεφαλής παγκόσμιας μακροστρατηγικής στην οικονομική εταιρεία Academy Securities με έδρα τη Νέα Υόρκη. «Οι κυρώσεις λειτουργούν μόνο όταν επιβάλλουν αλλαγή συμπεριφοράς, αλλά στην περίπτωση του Πούτιν δεν θα το κάνουν».
Το ζήτημα στη Ρωσία τώρα είναι ότι ο πληθυσμός είναι κυρίως φτωχός όπως ήταν υπό τους Τσάρους – με μέσο ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα περίπου το ένα πέμπτο αυτού στις ΗΠΑ. Μόνο μερικά εξαιρετικά πλούσια πρόσωπα βρίσκονται στην κορυφή της οικονομικής πυραμίδας. Τελικά, οι πληγέντες από τη φτώχεια είναι εκείνοι που θα νιώσουν το δάγκωμα των κυρώσεων πολύ περισσότερο από την ελίτ. «Η Ρωσία πάντα αντιμετώπιζε τους φτωχούς σαν χωριάτες αγρότες», λέει ο Tchir.
Φτωχό το ιστορικό της επιτυχίας των κυρώσεων
Υπάρχουν άλλοι ειδικοί που βλέπουν σημαντικά ελαττώματα στην επιβολή κυρώσεων. «Το ιστορικό αυτών των ενεργειών είναι ότι αποτυγχάνουν», λέει ο Στίβ Χάνκε, καθηγητής εφαρμοσμένων οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins. «Υπάρχουν πάντα λύσεις», που σημαίνει ότι οι κυρώσεις δεν θα εμποδίσουν τους πλούσιους να πάρουν χρήματα μέσα ή έξω από τη χώρα.
Πράγματι, η Ρωσία έχει υποστεί κυρώσεις εδώ και χρόνια που χρονολογούνται τουλάχιστον από την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και η συμπεριφορά της χώρας δεν έχει αλλάξει θετικά από τότε. Όπως και με τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν πρόσφατα, οι προηγούμενες κυρώσεις εφαρμόστηκαν χειρουργικά για να χτυπήσουν τις ελίτ.
Άλλες χώρες έχουν επίσης αντιμετωπίσει αυστηρές κυρώσεις χωρίς να βελτιώσουν τη συμπεριφορά τους. Ο Χάνκε σημειώνει ότι οι κυρώσεις των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα δεν έχουν “συνετίσει” τον αυταρχικό πρόεδρο της χώρας Νικολάς Μαδούρο. Παρόμοιες ενέργειες κατά της Κούβας δεν έφεραν αποτελέσματα. Παρομοίως, οι θεοκρατικοί μουλάδες του Ιράν παραμένουν επικεφαλής παρά τις τέσσερις και πλέον δεκαετίες σκληρών μέτρων των ΗΠΑ κατά του καθεστώτος. Το θέμα είναι ότι οι κυρώσεις συχνά ωθούν τον πληθυσμό μιας χώρας να συσπειρωθεί γύρω από τη σημαία του. «Όποιος επιβάλλει τις κυρώσεις θεωρείται εχθρός», λέει ο Χάνκε. Με άλλα λόγια, κυριαρχεί μια νοοτροπία πολιορκίας με τους ανθρώπους να ενώνονται για να ξεπεράσουν την οικονομική καταιγίδα.
Ρωσία και Ευρώπη: Οικονομικοί συνάδελφοι
Άλλες μικρές διαφοροποιήσεις κάνουν την κατάσταση στην Ουκρανία πολύ πιο περίπλοκη από ό,τι φαινόταν στην αρχή. Το θέμα περιστρέφεται γύρω από τα οικονομικά των δύο βασικών μερών. Ενώ οι ΗΠΑ και η Ρωσία δεν εξαρτώνται η μία από την άλλη σε πολλά, δεν ισχύει το ίδιο για την Ευρώπη και τη Ρωσία. Τα δύο αυτά μέρη τελευταία συνδέονται με ισχυρά δεσμά, τουλάχιστον όταν πρόκειται για ενέργεια. Και αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει επιβολή κυρώσεων σε στυλ σοκ και δέος στη Ρωσία. Ένας ολοκληρωτικός οικονομικός αποκλεισμός πιθανότατα θα έβλαπτε την Ευρώπη το ίδιοι, όσο και τη Ρωσία.
«Βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, είναι σχεδόν αδύνατο για την Ευρώπη να καταργήσει σταδιακά την ενέργεια της Ρωσίας», λέει η Elina Ribakova, αναπληρώτρια επικεφαλής οικονομολόγος στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών που εδρεύει στην Ουάσιγκτον. Το θέμα βρίσκεται στο γεγονός πως η Ευρώπη, προμηθεύεται περίπου το ένα τρίτο του φυσικού αερίου της από τη Ρωσία. Το αέριο χρησιμοποιείται για τη θέρμανση των σπιτιών καθώς και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη την ήπειρο.
Τον τελευταίο χρόνο η Ευρώπη γνώρισε μια ενεργειακή κρίση με τις τιμές να εκτοξεύονται στα ύψη. Ξαφνικά η ενεργειακή ανασφάλεια έγινε πραγματικός και παρών κίνδυνος. Δύο πράγματα έχουν επιδεινώσει το πρόβλημα. Το πρώτο είναι ότι οι χαμηλότερες ροές φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς την Ευρώπη προκάλεσαν ελλείψεις και αύξησαν το ενεργειακό κόστος τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές. Εν τω μεταξύ, οι πολιτικές της ευρωπαϊκής κυβέρνησης απαιτούν όλο και περισσότερο τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων υπέρ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως η ηλιακή και η αιολική ενέργεια. Ωστόσο, η σταδιακή κατάργηση της παλιάς ενέργειας δεν έχει καλυφθεί από αρκετή σταδιακή εισαγωγή της νέας.
Την ίδια στιγμή, η Ρωσία χρειάζεται τα χρήματα της Ευρώπης. Τα έσοδα από τις εξαγωγές ενέργειας αντιπροσωπεύουν περίπου το 40% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού της χώρας. Χωρίς αυτά τα χρήματα θα υπήρχε μια ανοιχτή τρύπα στο πορτοφόλι της ρωσικής κυβέρνησης. «Η Ρωσία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα χρήματα της Ευρώπης ». λέει η Ribakova. Για το λόγο αυτό, η ιδέα ότι η Ρωσία θα κλείσει τους αγωγούς ενέργειας θεωρείται τρελή. «Η Ρωσία θέλει να θεωρείται αξιόπιστος προμηθευτής», λέει.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι ενώ ο Λευκός Οίκος μπορεί να είναι έξω φρενών για τις ενέργειες του Πούτιν στην Ουκρανία, η οικονομική εμπλοκή Ρωσίας-Ευρώπης μπορεί να εμποδίσει μια απλή λύση. «Η Ρωσία θέλει το εισόδημα και η Ευρώπη δεν μπορεί να ζήσει χωρίς το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο», λέει ο Κωνσταντίνος Βενέτης, ανώτερος οικονομολόγος στο TS Lombard στο Λονδίνο. Ποιος θα θέλει να μπει εμπόδιο σε αυτήν την θεωρητικά επωφελή σχέση;
Επιμέλεια-Μετάφραση: Γρηγόρης Τάτσης