Το υπερηχογράφημα μαστών είναι μία γρήγορη, ανώδυνη, απόλυτα ασφαλής εξέταση χωρίς ακτινοβολία.
Είναι ιδιαίτερα σημαντική η πραγματοποίησή του συμπληρωματικά της μαστογραφίας σε γυναίκες με πυκνό μαστό, όπου η ψηφιακή μαστογραφία παρουσιάζει μειωμένη διαγνωστική αξία. Επίσης, πραγματοποιείται σε περιπτώσεις αδιευκρίνιστων αλλοιώσεων στη μαστογραφία, όπου συμβάλλει στη διάγνωση.
Άλλες κύριες ενδείξεις πραγματοποίησής του στην κλινική ρουτίνα είναι:
- Σε νέες γυναίκες ηλικίας < 40 ετών και σε γυναίκες σε γαλουχία με συμπτώματα από το μαστό τους, όπου αποτελεί την πρώτη εξέταση ελέγχου
- Σε περιπτώσεις ψηλαφητού ευρήματος που δεν αναγνωρίζεται στη μαστογραφία
- Περαιτέρω διερεύνηση διογκωμένων μασχαλιαίων λεμφαδένων
- Παρακέντηση κύστης με λεπτή βελόνη ή βιοψία μιας συμπαγούς βλάβης ή ύποπτου μασχαλιαίου λεμφαδένα με κόπτουσα βελόνη
- Στοχευμένος έλεγχος κατόπιν μαγνητικής τομογραφίας μαστών, όταν αυτό απαιτείται
Πως γίνεται το υπερηχογράφημα μαστών;
Στο μηχάνημα των υπερήχων υπάρχει μια μικρή κεφαλή (ηχοβολέας) υψηλής συχνότητας από την οποία εκπέμπονται ηχητικά κύματα που προσπίπτουν στο ανθρώπινο σώμα και ένα μέρος τους ανακλάται πίσω στον ηχοβολέα. Αυτές οι ηχοανακλάσεις μετατρέπονται σε εικόνα μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή.
Κατά την πραγματοποίηση του υπερηχογραφήματος μαστού, η εξεταζόμενη είναι σε ύπτια θέση και τοποθετείται ειδική γέλη (gel) στο δέρμα του μαστού με σκοπό την ευκολότερη και χωρίς τεχνικά σφάλματα μετάδοση των ηχητικών κυμάτων στο εσωτερικό του οργάνου. Πραγματοποιείται σάρωση ολοκλήρου του μαστού με ειδική τεχνική, καθώς και των μασχαλιαίων κοιλοτήτων.
Ποιες πληροφορίες λαμβάνουμε;
Η χρήση των διαρκώς βελτιούμενων υψίσυχνων ηχοβολέων επιτρέπει τη λεπτομερή μορφολογική ανάλυση μιας βλάβης (gray scale απεικόνιση) σε συνδυασμό με τη μελέτη της αγγείωσής της μέσω της έγχρωμης υπερηχογραφίας (doppler). Ως εκ τούτου, η μέθοδος προσφέρει, όχι μόνο τη διάκριση μεταξύ συμπαγούς και κυστικής αλλοίωσης με ακρίβεια σχεδόν 100%, αλλά και τη λεπτομερή αξιολόγηση των μορφολογικών και αιμοδυναμικών χαρακτηριστικών των συμπαγών αλλοιώσεων, έτσι ώστε να προσεγγίσουμε με μεγάλη ακρίβεια την καλοήθη ή κακοήθη φύση τους.
Η ελαστογραφία αποτελεί μια νεότερη τεχνική του υπερηχογραφήματος και πραγματοποιείται σε περιπτώσεις ανεύρεσης συμπαγών, κυρίως, αλλοιώσεων στο μαστό με σκοπό την αξιολόγηση της σκληρότητάς τους μετρούμενη σε KPa. Έτσι, είναι δυνατό να προσεγγίσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τη διάγνωση, καθώς είναι γνωστό ότι, όσο πιο σκληρή είναι μια αλλοίωση, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να είναι κακοήθης, και το αντίστροφο.
Περιορισμοί της μεθόδου
Αξίζει να σημειωθεί ότι, το υπερηχογράφημα ως μόνη εξέταση δεν αποτελεί μέθοδο προληπτικού ελέγχου του γενικού πληθυσμού και δεν αντικαθιστά τη μαστογραφία, αλλά πρέπει να πραγματοποιείται μόνο συμπληρωματικά της μαστογραφίας, όταν απαιτείται.
Οι κύριοι περιορισμοί της μεθόδου είναι οι ακόλουθοι:
- Δεν αποτελεί μέθοδο εκλογής στην ανάδειξη και αξιολόγηση των μικροαποτιτανώσεων, οι οποίες αναγνωρίζονται και αξιολογούνται πρωτίστως μαστογραφικά. Οι μικροαποτιτανώσεις είναι ιδιαίτερα σημαντικές, καθώς μπορεί να αποτελούν το μοναδικό απεικονιστικό στοιχείο πρώιμου καρκίνου του μαστού
- Είναι δυσχερής η αξιολόγηση της ουλής στο μετεγχειρητικό μαστό, κατά την πρώτη μετεγχειρητική εξέταση της γυναίκας
- Αποτελεί υποκειμενική εξέταση και εξαρτάται αποκλειστικά από την εμπειρία του γιατρού που το πραγματοποιεί
Τέλος, για την ολοκληρωμένη μελέτη θα πρέπει να προσκομίζονται και να συναξιολογούνται οι προηγούμενες εξετάσεις μαστού που έχουν πραγματοποιηθεί.
Στο Κέντρο Μαστού του ΙΑΣΩ Θεσσαλίας έχουμε στη διάθεσή μας, πρώτοι στη χώρα, έναν εξαιρετικά σύγχρονο υπερηχοτομογράφο υψηλής ευκρίνειας, με εξαιρετική ποιότητα απεικόνισης και με δυνατότητα shear wave ελαστογραφίας, ώστε να διερευνούμε τις αλλοιώσεις του μαστού με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια.
Ακατερίνη Βάσιου
Univ. Prof. Dr. Med
Ακτινοδιαγνώστρια με εξειδίκευση στο μαστό
Υπεύθυνη Κέντρου Μαστού ΙΑΣΩ Θεσσαλίας