Του απεσταλμένου μας στη ΔΕΘ, Ανδρέα Γιουρμετάκη

ΟΣΟ εξελισσόταν η συνέντευξη τύπου στην αίθουσα του Βελλίδειου Πνευματικού Κέντρου, άκουγα τις απαντήσεις του πρωθυπουργού στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων και παράλληλα παρακολουθούσα στο κινητό μου τις αντιδράσεις των πολιτών (πραγματικών ή φανταστικών / τρολ) στο twitter. Τα τρία πρώτα σχόλια που διάβασα όσο ο κ. Μητσοτάκης απαντούσε στην πρώτη ερώτηση της συναδέλφου Ελένης Κισσάβου, της τοπικής «Ελευθερίας» ήταν καταγγελτικά:

  • «Άρχισε με τα excel πάλι» (ήταν η στιγμή που ο πρωθυπουργός έδειξε πίνακα που τεκμηρίωνε το πρωτοφανές της κακοκαιρίας)
  • «Είχε τον πίνακα έτοιμο, σε μία τυχαία ερώτηση. Γελάω»
  • «Φαντάζομαι οι δημοσιογράφοι θα τον στριμώξουν πολύ τον Μητσοτάκη. Γελάνε και οι πέτρες».

ΜΕΤΑ ήρθε η ώρα της υπεράσπισης: «Είναι τόσο μεγάλη η ανικανότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης που ανεχόμαστε τα λάθη της κυβέρνησης. Κανένας πρόεδρος που θα προκύψει από τις εκλογές ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό».

ΤΑ ΜΕΣΑ κοινωνικής δικτύωσης δεν αποδίδουν πιστά την εικόνα των αντιδράσεων της κοινωνίας, καθώς εκπροσωπούν τόσο την ακραία ρητορική και τον φανατισμό, ώστε ο μετριοπαθής λόγος να είναι ισχνός. Να μην έχει την ένταση του ακραίου και όσοι τον εκφέρουν να μην έχουν τη διάθεση να συγκρουστούν με τους φανατικούς. Ακόμη ωστόσο κι αν λειτουργεί ως παραμορφωτικός καθρέφτης των διαθέσεων της Ελληνικής κοινωνίας, το διαδίκτυο είναι σίγουρο ότι αποδίδει σχεδόν πιστά τον τρόπο με τον οποίο τα μέλη της προσλαμβάνουν τις συνεντεύξεις του εκάστοτε πρωθυπουργού.

ΣΥΜΜΕΤΕΧΩ στις συνεντεύξεις που δίνει ο πρωθυπουργός της χώρας στο πλαίσιο της ΔΕΘ από το 1985. Σχεδόν 40 χρόνια. Και διαπιστώνω ότι οι αντιδράσεις της κοινωνίας μετά από κάθε συνέντευξη είναι σχεδόν πανομοιότυπες αυτές τις τέσσερις δεκαετίες. Είτε μιλάμε για τη σημερινή εποχή που η τεχνολογία μας τις παρέχει σε πραγματικό χρόνο, είτε μιλάμε για παλαιότερες εποχές που τις καταγράφαμε στα καφενεία.

ΕΝΑ ΤΜΗΜΑ της κοινωνίας βρίσκει πάντα τον πρωθυπουργό σωστό. Ένα άλλο τμήμα τον βρίσκει άθλιο. Πιθανότατα και το ένα και το άλλο τμήμα έχουν καταλήξει στο συμπέρασμά τους πριν ακόμη ο πρωθυπουργός απαντήσει στην πρώτη ερώτηση. Κάποιοι είναι σίγουροι ότι οι δημοσιογράφοι δεν έκαναν τις σωστές ερωτήσεις. Κάποιοι άλλοι ότι θα μπορούσαν να διατυπωθούν διαφορετικά. Και πέρα από το μανιχαϊστικό τοπίο υπάρχουν εκείνοι που κάθισαν στον καναπέ απέναντι στην τηλεόραση με τη διάθεση να κρίνουν τόσο τον πρωθυπουργό, όσο και τους δημοσιογράφους χωρίς καμία προδιάθεση και να καταλήξουν σε συμπέρασμα αφού πρώτα ακούσουν όλη τη συνέντευξη. Νομίζω λοιπόν ότι σ’ αυτούς τους τελευταίους απευθύνονται οι πρωθυπουργοί όταν απαντούν στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων. Διότι προφανώς λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός ότι οι φανατικοί είτε φίλα, είτε εχθρικά διακείμενοι προς αυτούς, δύσκολα αλλάζουν άποψη.

ΤΟ ΠΩΣ είδε λοιπόν, το μετριοπαθές κοινό τη συνέντευξη του κ. Μητσοτάκη είναι το ζητούμενο και σ’ αυτό θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε. Κατ’ αρχάς νομίζω ότι όλη η Ελληνική κοινωνία την περίμενε με ανυπομονησία αυτή τη συνέντευξη: Γιατί η κυβέρνηση για πρώτη φορά στην πενταετία που βρίσκεται στην εξουσία βρέθηκε στο στόχαστρο για τόσους πολλούς λόγους. Πυρκαγιές, πλημμύρες, πνιγμοί, διοικητική ανεπάρκεια, άθλια αντανακλαστικά, τόσο στα ακραία καιρικά φαινόμενα, όσο και στη φονική επέλαση των Κροατών χούλιγκαν, υπουργοί χωρίς ενσυναίσθηση και υπουργοί κραυγαλέα ανεπαρκής κλ.π. Τη δυσκολία της κατάστασης άλλωστε είχε φροντίσει να την περιγράψει ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην ομιλία του Σαββάτου. Ενώ, είπε, είχε σκοπό να πάει στη Θεσσαλονίκη και να πανηγυρίζει για την επενδυτική βαθμίδα, ήρθε να απολογηθεί στις βαρύτατες κατηγορίες που αντιμετωπίζει.

ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕ; Νομίζω ότι η συνέντευξη δεν άλλαξε δραματικά τη γνώμη που είχαμε όλοι πριν συμβούν όσα συνέβησαν στη Θεσσαλία τις τελευταίες ημέρες. Γι’ αυτό και κατέφυγε στη φράση που προφανώς είχε αποφασίσει μαζί με το επικοινωνιακό του επιτελείο να χρησιμοποιήσει ώστε να διασκεδάσει τις εις βάρος του εντυπώσεις: «Μια κυβέρνηση κρίνεται συνολικά». Όπερ σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα κριθεί στην κάλπη, στο τέλος της τετραετίας. Προηγουμένως βεβαίως, θα έχει δοκιμαστεί η αντοχή της τόσο στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, όσο και στις ευρωεκλογές, οι οποίες συνιστούν και την πρώτη μεγάλη δοκιμασία για την κυβέρνηση. Και οι οποίες είναι η πρώτη εκλογική αναμέτρηση στην οποία ο κεντρώος χώρος θα κρίνει τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη χωρίς να βάλει νερό στο κρασί της κριτικής του, ώστε να μην την καρπωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας, όπως συνέβη στις προηγούμενες εκλογές.

Η ΑΠΟΥΣΙΑ του Αλέξη Τσίπρα πρέπει να επισημάνω εδώ, από την πολιτική ζωή της χώρας, ανέβασε ακόμη περισσότερο τον βαθμό δυσκολίας της σημερινής συνέντευξης. Κι αυτό γιατί αφαίρεσε από τον πρωθυπουργό τη δυνατότητα να συγκρίνει και να αναρωτιέται αν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να διαχειριστεί καλύτερα την καταστροφική κακοκαιρία της Θεσσαλίας, τις πυρκαγιές στον Έβρο ή την επέλαση των Κροατών χούλιγκαν. Είναι η πρώτη φορά στα πέντε χρόνια της πρωθυπουργίας του δηλαδή, που ο κ. Μητσοτάκης δεν είχε τη δυνατότητα σε αυτή τη συνέντευξη να αντιπολιτευτεί την αντιπολίτευση, για να μετριάσει τις σε βάρος του εντυπώσεις. Όλα τα προηγούμενα χρόνια ο Αλέξης Τσίπρας, όπως έγραψε πρόσφατα ο Κώστας Γιαννακίδης, ήταν για τη Ν.Δ. ό,τι είναι ο αντίχριστος για την Εκκλησία: Ο μπαμπούλας που συσπείρωνε τους πιστούς. Με το που έφυγε άφησε τον πρωθυπουργό μόνο του απέναντι στα προβλήματα, που σημαίνει ότι η επιχειρηματολογία του δε μπορεί να κατευθυνθεί αλλού.

ΠΟΙΟΣ ήταν ο στόχος του κ. Μητσοτάκη σε αυτή τη συνέντευξη; Να αλλάξει την ατζέντα από το θέμα της καταστροφικής κακοκαιρίας και των επιπτώσεών της στη Θεσσαλία. Επιχείρησε να το κάνει με μια στροφή στην οικονομία και παρά το γεγονός ότι προανήγγειλε πως δε θα υπάρχουν δώρα σε αυτή την έκθεση, άνοιξε το θέμα των τριετιών στον ιδιωτικό τομέα, προσφορά που δεν του δημιουργεί και προβλήματα δημοσιονομικά διότι το βάρος θα το υποστούν άλλοι. Πρόσφερε επίσης ορισμένες ατάκες που θα μπορούσαν να έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης:

  • «Δεν πάω πουθενά εδώ θα μείνω», η απάντηση με τους στίχους του γνωστού τραγουδιού, στο αν θα επιλέξει ευρωπαϊκό θεσμικό ρόλο αντί της πρωθυπουργίας.
  • «Δύσκολο να συνομιλώ με το παράλογο» για το κίνημα κατά της έκδοσης νέων ταυτοτήτων.
  • «Μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση» δια στόματος Μαο Τσε Τουνγκ, η απάντηση στο ποιόν από τους αρχηγούς του ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελε ως αντίπαλο.

ΟΤΑΝ οι ερωτήσεις δεν αφορούσαν τις κυβερνητικές ευθύνες για τα γεγονότα της Θεσσαλίας οι απαντήσεις του εξέπεμπαν αυτοπεποίθηση και σιγουριά. Όταν αφορούσαν τις κυβερνητικές ευθύνες για τις πλημμύρες, τις πυρκαγιές κλπ οι τόνοι χαμήλωναν και μερικές φορές οι απαντήσεις ήταν ιδιαιτέρως λακωνικές όπως αυτή που αφορούσε τη στήριξη του Περιφερειάρχη Θεσσαλίας στις προσεχείς εκλογές.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΑ έξυπνη η έναρξη της συζήτησης με ερώτηση της εκπροσώπου της εφημερίδας «Ελευθερία». Έγινε για να υπογραμμιστεί η ευαισθησία και το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για τη Θεσσαλία, αλλά και για να απαντηθούν από την πρώτη ερώτηση όσα ζητήματα προέκυψαν στην περιοχή ώστε να κλείσει όσο το δυνατό πιο γρήγορα το θέμα. Καθόλου έξυπνη η για μια ακόμη φορά αγνόηση των εκπροσώπων των ΜΜΕ της αντιπολίτευσης (πλην «Αυγής»). Δυστυχώς, οι πρωθυπουργοί δείχνουν να φοβούνται ότι οι εκάστοτε «απέναντι» θα τους χαλάσουν το αφήγημα. Το ζήσαμε με όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις από ένα σημείο και μετά. Προσωπικά, νοσταλγώ την εποχή που ο Ανδρέας Παπανδρέου ξεκινούσε τις συνεντεύξεις του απευθυνόμενος σ’ έναν ευπατρίδη της δημοσιογραφίας, τον δημοσιογράφο της εφημερίδας «Ακρόπολις» Παύλο Καμβύση, ο οποίος ήταν μεγάλος πολέμιός του μεν, αλλά με απολύτως πολιτική επιχειρηματολογία: «Παύλο λέγε, σε ακούω…»

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω