Στο Ναύπλιο το πρώτο Χριστουγεννιάτικο
δέντρο, αλλά και το πρώτο ρεβεγιόν
Ρεπορτάζ: Γιάννης Γαλανόπουλος
Το έθιμο του Χριστουγεννιάτικου δέντρου έφεραν στη χώρα μας οι Βαυαροί και στην Ελλάδα για πρώτη φορά στολίστηκε δέντρο στα Ανάκτορα του Όθωνα στο Ναύπλιο το 1833. Στην πρώτη πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού βασιλείου έγινε και το πρώτο «ρεβεγιόν».
Ο ανακτορικός χορός, που τα κατοπινά χρόνια θα γίνει θεσμός της άρχουσας τάξης στο τέλος της χρονιάς.
Οι διηγήσεις για ‘κείνο τον πρώτο χορό είναι λιγοστές. Αλλά και μόνο το γεγονός ότι έγινε μέσα σε μια σχεδόν ερειπωμένη πόλη και ο Κολοκοτρώνης τον… παρακολουθούσε φυλακισμένος στο Παλαμήδι, δίνει τις συντεταγμένες του. Όπως, άλλωστε, και ο χώρος όπου έγινε, το Βουλευτήριο (Boυλευτικό).
Στο Ναύπλιο έγινε και το πρώτο ρεβεγιόν των Χριστουγέννων.
Ο ίδιος ο 18χρονος Όθων είχε ανέβει τις σκάλες του κτιρίου λίγο πριν από τα Χριστούγεννα για να επιθεωρήσει το εσωτερικό του. Οι τοίχοι ήταν σε κατάσταση… στάβλου. Η λύση που δόθηκε ήταν πρακτική και έξυπνη. Σκεπάστηκαν με άσπρα σεντόνια.
Ο Φρέντυ Γερμανός, σε ένα από τα πρώτα κείμενά του, περιγράφει με μυθιστορηματικό τρόπο τη συνέχεια της ιστορίας:
«…Πρόβλημα ήταν ο φωτισμός. Επειδή τα κηροπήγια ήταν πολύ λίγα, χρησιμοποιήθηκαν ζωντανοί φανoστάτες, υπηρέτες δηλαδή που κρατούσαν όλη τη βραδιά αναμμένους φανούς.
…Φρεσκοστολισμένο και σουλουπωμένο το τζαμί περίμενε την άφιξη των ευγενών προσκεκλημένων που άρχισαν να καταφθάνουν κατά τις οκτώ και μισή (την παραμονή των Χριστουγέννων). Τον ερχομό τους προανήγγειλαν οιμωγές πόνου. Τι συνέβαινε: Δεδομένου ότι τα αμάξια δεν είχαν έλθει ακόμη στην Ελλάδα, χρησιμοποιήθηκαν ως μεταφορικό μέσο Μαλτέζοι αχθοφόροι.
Μέσα στην ιδιότυπη αυτή ατμόσφαιρα, που την πλαισίωνε όλος ο πληθυσμός του Ναυπλίου που είχε μαζευτεί στην πλατεία Συντάγματος, το πρώτο κομμάτι της ορχήστρας ήταν το “Χαίρε Βαυαρία, πατρίς μου γλυκεία”…».
Το πρώτο ρεβεγιόν φαίνεται ότι είχε μεγάλη επιτυχία για την «υψηλή κοινωνία» του Ναυπλίου. Έπειτα από μερικές μέρες, (μάλλον την Πρωτοχρονιά) τη σκυτάλη πήρε η κόμισσα Αρμανσμπεργκ.
Οι Βαυαροί, όπως παρατηρεί κάποιος ιστορικός, το… είχαν ρίξει στους χορούς και τα πανηγύρια, ξεκοκαλίζοντας το δάνειο των 60 εκατομμυρίων φράγκων, που πήρε ως «προίκα» ο Όθων από τις Μεγάλες Δυνάμεις (πρόκειται για το μοιραίο δάνειο, γεγονός που θα οδηγήσει στη χρεοκοπία στα χρόνια του Όθωνα.
Ανά τους αιώνες, παραδοσιακά Χριστουγεννιάτικα έθιμα γεννήθηκαν σε διάφορους τόπους τις Ελλάδας και, μάλιστα, ορισμένα από αυτά διατηρούνται αναλλοίωτα στο χρόνο.
Χριστούγεννα στη Μεσσηνία
της Μαρίας Τομαρά
Στο πλαίσιο των γενικών εθίμων των Χριστουγέννων και του Δωδεκαημέρου, γιορτάζει και η Μεσσηνία, με ελάχιστες κατά τόπους παραλλαγές.
Τα κάλαντα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς –και λιγότερο των Φώτων- είναι το πιο διαδεδομένο από τα έθιμα, ενώ τα συναντάμε όχι μόνο με την κλασική τους μορφή: «Καλήν εσπέρα άρχοντες…» αλλά και στην παραλλαγή «Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου…» καθώς και με τη «νεότερη» εκδοχή «Αυτή είναι η ημέρα που γεννιέται ο λυτρωτής…»
Εξέχουσα θέση στα έθιμα έχει το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, αλλά και όλα τα εδέσματα και γλυκίσματα που προηγούνται ή έπονται.
Σε κάθε σπίτι, συνηθίζεται το Χριστόψωμο να το ζυμώνουν οι γιαγιάδες της οικογένειας –αν υπάρχουν- ενώ στα χωριά κυρίως το ψήνουν στον ξυλόφουρνο.
Τα παλιότερα χρόνια, η γαλοπούλα στα χωριά, εκτρεφόταν από τους προηγούμενους μήνες ειδικά για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Την επομένη των Χριστουγέννων ξεκινούν τις … εμφανίσεις τους οι καλικάντζαροι, που τρυπώνουν σε σπίτια, αποθήκες, στάβλους και μαγαρίζουν ότι βρούν μέχρι την ημέρα των Θεοφανίων, καθώς με τον αγιασμό των υδάτων επιστρέφουν στα έγκατα της γης, συνεχίζοντας να πριονίζουν το δέντρο που κρατάει την…ισορροπία του πάνω κόσμου.
-Πρωτοχρονιά
Τα κάλαντα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς εύχονται να είναι ευλογημένη η «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά…» ενώ μόλις το ρολόι τα μεσάνυχτα σηματοδοτήσει την έλευση του νέου χρόνου, ο νοικοκύρης του σπιτιού, αναλαμβάνει το σπάσιμο του ροδιού.
Κάτι που επαναλαμβάνεται και την επόμενη ημέρα, γυρνώντας από την πρωινή λειτουργία, που το ρόδι το σπάνε στην κεντρική είσοδο του σπιτιού και συνήθως βάζουν ένα παιδί να κάνει ποδαρικό, καθώς προσδοκούν η αγνότητά του να φέρει μια ήρεμη χρονιά.
Στα χωριά, εκτός από το ρόδι, υπάρχει και το έθιμο της πέτρας… πάνω στην οποία πρέπει να πατήσει η οικογένεια βγαίνοντας το πρωί της πρωτοχρονιάς για να πάει στην εκκλησία. Την πέτρα τοποθετούν από την παραμονή στην είσοδο, ενώ πατώντας την βγαίνοντας όλη η οικογένεια θα είναι δυνατή για την χρονιά που έπεται. Στις πόλεις η πέτρα αντικαθίσταται από το πέταλο, που πατώντας το θα είναι όλοι «σιδερένιοι» από υγεία και θα έχουν τύχη.
Χριστούγεννα στα Δωδεκάνησα
της Χριστίνας Μέγα
Με διαφορετικά έθιμα από νησί σε νησί γιορτάζονται τα Χριστούγεννα στη Δωδεκάνησο.
Κύριο φαγητό στα περισσότερα νησιά παραμένει, παράλληλα με τη γαλοπούλα, το χοιρινό κρέας, ενώ σε κάποια χωριά της Νότιας Ρόδου μαγειρεύουν και τον χόνδρο (αλεσμένο σιτάρι και χοιρινό κρέας, που ψήνεται όλο το βράδυ στο ξυλόφουρνο).
Σ’ ότι αφορά στα γλυκά, εκτός από τους κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα, χαρακτηριστικές είναι και οι δίπλες.
Στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι σε πολλά νησιά τοποθετούσαν στο κέντρο (αρκετοί κρατάνε το έθιμο και σήμερα) Χριστόψωμο μαζί με μέλι και ξηρούς καρπούς.
ΚΑΛΥΜΝΟΣ
Στην Κάλυμνο ανήμερα τα Χριστούγεννα οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπάνε στις 5 το πρωϊ.
Μετά τη λειτουργία οι νοικοκυρές ετοιμάζουν το τραπέζι, όπου κυριαρχούν η γαλοπούλα και τα φύλλα (ντολμαδάκια).
ΣΥΜΗ
Ένα έθιμο που δεν τηρείται πλέον ήταν το «πεσκέσι».
Ήταν δώρο στην πεθερά και το καλάθι περιείχε μπακλαβά, πουγκιά (έχουν έντονο το άρωμα του πορτοκαλιού, η γέμιση περιέχει μόνο αμύγδαλο και πασπαλίζονται με ζάχαρη άχνη) και πανιεράκια (μπισκότα σε στυλ τάρτας, γεμιστά με καρυδόψιχα, καβουρδισμένο σουσάμι και αρωματισμένα με γαρίφαλο, μοσχοκάρυδο και κανέλα).
Μπουλιστρίνα (μποναμάς)
Την Πρωτοχρονιά ποδαρικό στα σπίτια των χωριών, κυρίως στη Ρόδο και στην Κω, έκαναν, στα παλιά χρόνια, τα μικρά παιδιά.
Έπαιρναν μία πέτρα την οποία τοποθετούσαν σε κάθε σπίτι για το ποδαρικό ή ένα ρόδι το οποίο έσπαγαν στην είσοδο της πόρτας για την αφθονία στο σπίτι και οι νοικοκυρές τους έδιναν την μπουλιστρίνα τους, που ήταν κυρίως γλυκά και σπανίως χρήματα.
ΛΕΡΟΣ
Ένα εξαιρετικό έθιμο που διατηρείται έως σήμερα στη Λέρο είναι τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.
Το βράδυ της παραμονής οι τσοπάνηδες του νησιού βγαίνουν με τσαμπούνες και λένε σε παραλλαγή τα κάλαντα από σπίτι σε σπίτι, μέχρι το πρωϊ.
«Σε σένα αφέντη πρέπει σου καρέκλα καρυδένια για ν’ ακουμπάς τη μέση σου την μαργαριταρένια…» είναι κάποιοι από τους στίχους που λένε για τον άνδρα του σπιτιού, ενώ για τη γυναίκα «Κυρά καλή, κυρά ψηλή που λούζεσαι και πλένεσαι και πας στην εκκλησιά, έχεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι στήθος…».
Σε κάθε σπίτι οι τσοπάνηδες ζητούν από τους ιδιοκτήτες να τραγουδήσουν ένα τραγούδι αγαπημένου προσώπου που έφυγε από τη ζωή ή είναι μακριά.
ΛΕΙΨΟΙ
Στους Λειψούς τα κάλαντα των Χριστουγέννων ξεκινάνε όταν σημάνει ο εσπερινός, στις 3 το μεσημέρι.
Αρχίζουν τα μικρά παιδιά και αργά το βράδυ βγαίνουν οι μεγάλοι, με τις νοικοκυρές να τους κερνάνε γλυκά.
Ανήμερα τα Χριστούγεννα, μετά την πρωϊνή λειτουργία, οι κάτοικοι τρώνε βραστό κόκορα.
Την Πρωτοχρονιά, με το που θα μπει ο νέος χρόνος, οι νέοι του νησιού πηγαίνουν στα σπίτια με εικόνες Αγίων για το ποδαρικό.
«Σαμόπιτα»: Η Σουσαμόπιτα, Tερπνής Σερρών
της Θάλειας Καμπουρίδου
Η σουσαμόπιτα ή «σαμόπιτα» ,κατά το τοπικό ιδίωμα, είναι το εορταστικό γλύκισμα όχι μόνο της Τερπνής, αλλά και της ευρύτερης περιοχής του Δήμου Βισαλτίας Σερρών. Αποτελεί την… αέρινη, αλλά εξίσου γευστική εκδοχή του μπακλαβά. Είναι σιροπιαστό γλυκό ταψιού, το οποίο –απόλυτα ενταγμένο στην χριστουγεννιάτικη περίοδο- παρασκευάζεται σε σχήμα αστεριού. Κόβεται σε μικρά σχήματα ρόμβου και προσφέρεται με ένα μοσχοκάρφι (ξύλο γαρύφαλλου) στην μέση.
Το σουσάμι, καρπός με υψηλή διατροφική αξία και έντονο άρωμα, «παντρεύεται» αρμονικά με το γαρύφαλλο και το περιχυμένο μπόλικο σιρόπι, προσφέρει μια εξαιρετικά νόστιμη απόλαυση.
Πέρα από το γεγονός ότι αποτελεί το αγαπημένο γλυκό μικρών και μεγάλων της περιοχής, η σουσαμόπιτα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη όχι μόνο με την τοπική γαστρονομία, αλλά και την οικονομία της περιοχής, καθώς η καλλιέργεια του σουσαμιού ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη κατά τη δεκαετία του 1970, ενώ αναπτύσσεται και σήμερα.
Η συνταγή που ακολουθεί είναι της Αφροδίτης Νούλη, μέλος του Πολιτιστικού Συλλόγου Τερπνής. Αξίζει να σημειωθεί πως με «ναυαρχίδα » την σουσαμόπιτα ο Πολιτιστικός Σύλλογος Τερπνής εντυπωσίασε με τη συμμετοχή του στο Φεστιβάλ Παραδοσιακής Γαστρονομίας της SEREXPO 2019, κερδίζοντας τα εύσημα κριτών και κοινού .
Υλικά
- Για τη ζύμη
- 1 κιλό αλεύρι
- Νερό όσο πάρει
- Λίγο αλάτι
Για τη γέμιση
- 2 κούπες σουσάμι
- 2 κούπες καρύδι
- ½ κούπα φρυγανιά
- ½ κούπα ζάχαρη
Λίγο γαρύφαλλο τριμμένo
Για το σιρόπι
- 1 κιλό ζάχαρη
- 1 κιλό νερό
- Γαρύφαλλο (3-4 καρφάκια, τα οποία αφαιρούμε μετά)
- Χυμός από μισό λεμόνι
1/2 κιλό σπορέλαιο (για το άλειμμα των φύλλων)
Εκτέλεση
Ζυμώνουμε τα υλικά της ζύμης και την αφήνουμε στην άκρη να «ξεκουραστεί». Ετοιμάζουμε το σιρόπι. Βάζουμε τα υλικά στην κατσαρόλα, βράζουμε για 4-5 λεπτά και το αφήνουμε να κρυώσει. Ψήνουμε το σουσάμι και τα καρύδια και προσθέτουμε τα υπόλοιπα υλικά της γέμισης.
Με τη ζύμη μας, ανοίγουμε 20 φύλλα.
Στρώνουμε τα τέσσερα στο ταψί μας και μετά συνεχίζουμε με γέμιση, φύλλο εναλλάξ, μέχρι να μας μείνουν τέσσερα φύλλα, τα οποία στρώνουμε όλα μαζί στο τέλος.
Κόβουμε την πίτα μας σε σχήμα αστεριού και ψήνουμε στους 180 βαθμούς για 1 ώρα και 15 λεπτά.
Μόλις βγάλουμε την πίτα από τον φούρνο, τη σιροπιάζουμε με το κρύο σιρόπι.
Χριστογιαννόσκολα
Του Γιώργου Βιτσαρά
Έτσι ονομάζονται οι εορταστικές μέρες των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων μέχρι του Αγ. Ιωάννη στην Ικαρία.
Από βραδύς παραμονές των Χριστουγέννων καταφτάνουν οι καλιτσαντέροι (καλικάντζαροι) από τη Μύκονο. Αυτά τα μικρούτσικα τέρατα – διαβολάκια με ουρά και κέρατα, μπαίνουν μέσα στα καρυδότσουφλα, αρμενίζουν το στενό Μυκόνου – Ικαρίας και όταν φτάσουν στον Κάβο Πάπα (Νοτιοανατολικό άκρο του νησιού), δένουν τα καρυδότσουφλα στις αλυγαριές και μετά τρέχουν και σκορπούν σε όλα τα χωριά του νησιού. Τυραννούν και παιδεύουν τους ανθρώπους και τρομάζουν τα παιδιά, ανοίγουν τις δεξαμενές και φεύγουν τα νερά, βάζουν τους μύλους να αλέθουν μόνοι τους, τρώνε και σκορπάνε τα φαγητά και τα γλυκά που έχουν φτιάξει οι νοικοκυρές, πηδάνε στις στέγες των σπιτιών και κάνουν λογής λογής σκανταλιές. Μεγάλο κακό δεν κάνουν, μόνο πως παιδεύουν τον κόσμο.. Ανήμερα τα Φώτα, που αγιάζονται τα νερά γίνονται άφαντοι κι αφανέρωτοι. Μπαίνουν ξανά στα καρυδότσουφλά τους και ταξιδεύουν για τη Μύκονο από κει που ήρθανε.
Αυτό όμως που διατηρείται έως και τις ημέρες μας στην Ικαρία, είναι το έθιμο του Άγιου Βασίλη. Γίνεται τη Πρωτοχρονιά όπου μαζεύονται παρέες (μικροί μεγάλοι, άνδρες, γυναίκες) σε κάθε χωριό και λένε τα κάλαντα από σπίτι σε σπίτι. Οι νοικοκυραίοι έχουν ανοιχτή την πόρτα τους, το τραπέζι γεμάτο καλούδια χριστουγεννιάτικα και φυσικά Πράμνειο οίνος και τους περιμένουν….μετά φεύγουν όλοι μαζί και πάνε σε άλλα σπίτια του χωριού. Η παρέα συνήθως κάθεται αρκετή ώρα σε κάθε σπίτι τραγουδώντας, πίνοντας και διασκεδάζοντας. Τα κάλαντα που ακούγονται είναι τα παραδοσιακά του νησιού μας:
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά·
κι ἀρχὴ καλός μας χρόνος, ἐκκλησιὰ μὲ τ᾿ ἅγιος θρόνος.
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται ἀπὸ τὸν κάβο Πάπα,
βαστάει καὶ στὴν πλάτη του μία μαλλιαρὴ θυλάκα,
νὰ βάλει μέσα τὰ ψωμιά, τὶς τηγανίτες, τὰ λεφτά.
-Ἐσένα, ἀφέντη, πρέπει σου καρέκλα καρυδένια,
γιὰ ν᾿ ἀκουμπᾷς τὴ μέση σου τὴ μαργαριταρένια.
-Καὶ πάλι ξαναπρέπει σου, βάλε στραβὰ τὸ φέσι σου
καὶ δίπλα τὸ βρακί σου, γιὰ νὰ σκάσουν οἱ ἐχθροί σου.
-Πολλά ῾παμε τ᾿ ἀφέντη μας ἂς ποῦμε τῆς κυρᾶς μας.
-Κυρὰ ψηλή, κυρὰ λιγνή, κυρὰ τἀπανοφρύδα
ποὺ ἔχεις τὸν ἥλιο πρόσωπο καὶ τὸ φεγγάρι στῆθος,
καὶ τοῦ κοράκου τὰ φτερὰ τἄχεις τἀπανοφρύδια
ποὺ ὅταν λουστεῖς καὶ χτενιστεῖς καὶ πᾷς στὴν ἐκκλησιά σου
ἡ στράτα ρόδα γέμισε ἀπ᾿ τὴν περπατησιά σου.
-Πολλά ῾παμε καὶ τῆς κυρᾶς, ἂς ποῦμε καὶ τῆς κόρης.
-Ἔχεις καὶ κόρην ὄμορφη, ποὺ δὲν ἔχει ἱστορία,
οὔτε στὴν Πόλη βρίσκεται, οὔτε στὴ Βενετία.
-Ἔχεις καὶ κόρη ὄμορφη, βάλ᾿τηνε στὸ ζεμπίλι
καὶ κρέμασέ τηνε ψηλά, νὰ μὴ τὴ φᾶν᾿ οἱ ψύλλοι.
-Πολλά ῾παμε, πολλά ῾παμε, μὰ δὲ μᾶς ἐκεράσατε,
κι ἂν ἀκόμα θὲ νὰ ποῦμε, βάλτε μας κρασὶ νὰ πιοῦμε.
-Ἐφάγαμε τὸν πετεινὸ, νὰ φᾶμε καὶ τὴν κότα
καὶ δῶστε μας τὸ φλουράκι μας, νὰ πᾶμε σ᾿ ἄλλη πόρτα
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Αλεξάνδρα Πιτσούνη