Εμανουέλ Μακρόν και Μαρίν Λεπέν προσπαθούσαν μέχρι την τελευταία στιγμή πριν ανοίξουν οι κάλπες να πείσουν τους Γάλλους να προσέλθουν στη διαδικασία και να τους ψηφίσουν. Εκτιμώντας, προφανώς, αμφότεροι πως ούτε η μάχη ούτε, κυρίως, οι τελικοί συσχετισμοί είχαν κριθεί οριστικά.
Μπείτε στην ομάδα μας στο Viber και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Οι δύο μονομάχοι πρόβαλλαν τα ατού τους και χτυπούσαν στα αδύνατα σημεία του αντιπάλου: Ο πρώτος με στόχο να διευρύνει όσο το δυνατόν περισσότερο τη διαφορά που του έδιναν οι δημοσκοπήσεις, έτσι ώστε την επόμενη ημέρα να βρίσκεται σε καλύτερη θέση και η δεύτερη τόσο για να κλείσει την ψαλίδα όσο και με την κρυφή ελπίδα να κάνει την μεγάλη έκπληξη.
Εκ του αποτελέσματος, ο Μακρόν δικαιώθηκε – αλλά μόνο εν μέρει: Επανεξελέγη πρόεδρος, με ποσοστό της τάξης του 58-59%, που είναι υψηλότερο από αυτό που του έδιναν οι περισσότερες δημοσκοπήσεις. Το χρωστά, ωστόσο, στα εκατομμύρια των Γάλλων που τον ψήφισαν κυριολεκτικά… κλείνοντας τη μύτη, επειδή εκτίμησαν ότι ο φόβος της Λεπέν είναι μεγαλύτερος της απέχθειας και της οργής που νιώθουν γι’ αυτόν.
Έτσι, η επίδοσή του και η συνολικότερη εικόνα που έχει διαμορφωθεί αφήνουν ανοιχτούς λογαριασμούς σε τρία μέτωπα: Με την Λεπέν, με τη γαλλική κοινωνία, αλλά και με τον Ζαν-Λικ Μελανσόν – τον υποψήφιο της Αριστεράς ο οποίος μπορεί να μην βρισκόταν στα ψηφοδέλτια, όμως ήταν παρών και στον δεύτερο γύρο. Πολύ περισσότερο καθώς η αποχή-ρεκόρ από το 1969 δείχνει ότι ο ένας στους τρεις Γάλλους αποφάσισε να μην μιλήσει στην κάλπη…
Η κρίσιμη πενταετία της Λεπέν
Όσον αφορά στην Λεπέν, πάντως, τα πράγματα είναι μάλλον καθαρά. Η υποψήφια της Ακροδεξιάς συνεχίζει την ανοδική της πορεία, καθώς κατάφερε να συγκεντρώσει ποσοστό 41-42%, που είναι ιστορικό (το 2017 είχε πάρει 34%) και αναμφίβολα υψηλό. Το κυριότερο, διεμβολίζει ολοένα περισσότερο τμήματα του εκλογικού σώματος που θεωρητικά είναι εχθρικά προς αυτήν:
Εργάτες με χαμηλά εισοδήματα, «νοικοκυραίους» που εμφορούνται από τις «δημοκρατικές παραδόσεις», ακόμη και μέρος της ελίτ, η οποία και αυτή τη φορά στήριξε στη συντριπτική της πλειοψηφία τον νυν πρόεδρο.
Πρακτικά, εάν η Λεπέν δεν αντιμετωπίσει κάποιο εσωκομματικό… πραξικόπημα ή εάν δεν εμφανιστεί στον χώρο της γαλλικής Ακροδεξιάς κάποιος ή κάποια με μεγαλύτερη «ακτινοβολία» και πειθώ (όπως, για παράδειγμα, η φιλόδοξη ανιψιά της Μαριόν Μαρεσάλ), τότε μπορεί από τώρα να στρέψει το βλέμμα της στην αναμέτρηση του 2027. Εκεί που θα έχει ακόμη περισσότερες ελπίδες να βρεθεί στο Μέγαρο των Ηλυσίων.
Η «υποθήκη» του Μελανσόν
Ο Μελανσόν, από την πλευρά του, έχει εγγράψει μια σημαντική υποθήκη με το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου, στο οποίο κυριολεκτικά έσωσε την τιμή της εξαφανισμένης παραδοσιακής Αριστεράς της Γαλλίας. Ουδείς πρέπει να ξεχνά, άλλωστε, ότι με το 22% που σημείωσε, βρέθηκε κυριολεκτικά μια ανάσα από το να βρεθεί αυτός στον δεύτερο γύρο, αντί της Λεπέν.
Πρακτικά, Μελανσόν και Λεπέν έχουν να λύσουν μεταξύ τους ένα μεγάλο στοίχημα. Εάν οι κοινωνικές συγκρούσεις και διεργασίες που όλοι αναμένουν πως θα σφραγίσουν τα επόμενα χρόνια στη Γαλλία στραφούν προς τα αριστερά ή προς τα (ακρο)δεξιά, κάτι που θα κρίνει ουσιαστικά και το αποτέλεσμα των επόμενων προεδρικών εκλογών, οι οποίες είναι ακόμη πιο κρίσιμες.
Το στοίχημα, μάλιστα, θα ισχύει ακόμη και στην περίπτωση που δεν πρωταγωνιστήσουν οι ίδιοι. Πέρα από την Λεπέν, στην οποία ήδη αναφερθήκαμε, με τον Μελανσόν υπάρχει ο παράγοντας ηλικία, καθώς είναι ήδη 70 ετών. Ακόμη κι αυτοί να μην είναι παρόντες, όμως, είναι πολύ πιθανό να έχουν βρεθεί οι «διάδοχοί» τους που θα κονταροχτυπηθούν, στο πλαίσιο μιας μονομαχίας «μέχρι θανάτου» των αποκαλούμενων «άκρων», την οποία η Ευρώπη δεν έχει βιώσει μέχρι σήμερα.
Το κοινωνικό ζήτημα
Τα παραπάνω δεν αφήνουν αμφιβολίες πως το βασικό πεδίο των αναμετρήσεων και πολιτικών εξελίξεων της επόμενης περιόδου θα είναι η κοινωνία και η οικονομία. Η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού-ασφαλιστικού, για παράδειγμα, που έχει αποδειχτεί «καυτή πατάτα» για όλους τους προέδρους, αναμένεται να ξεκινήσει εντός του έτους και οι πάντες ακονίζουν τα μαχαίρια τους.
Το ίδιο θα συμβεί με τις αλλαγές που έχει εξαγγείλει ο Μακρόν για τους τομείς της υγείας και της παιδείας, οι οποίοι για τους Γάλλους είναι εμβληματικοί της κουλτούρας τους. Όσο για την ακρίβεια, ουδείς αμφιβάλλει πως απαιτούνται λύσεις εδώ και τώρα, καθώς η κρίση στην ενέργεια και οι αλυσιδωτές επιπτώσεις της συνεχίζονται και δεν φαίνεται να τελειώνουν σύντομα.
Η αναμέτρηση των βουλευτικών εκλογών
Αναμφίβολα δε, το σκηνικό θα γίνει ακόμη πιο περίπλοκο στην περίπτωση που οι επικείμενες βουλευτικές εκλογές – στις 12 και 19 Ιουνίου οι δύο γύροι – στερήσουν από τον Μακρόν την απόλυτη πλειοψηφία του στην Εθνοσυνέλευση και τον αναγκάσουν να «συγκατοικήσει» με μια εχθρική ή, έστω, όχι απολύτως φιλική κυβέρνηση. Εάν, με άλλα λόγια, επιστρέψει το σύνηθες σκηνικό που επικρατούσε πριν από αρκετά χρόνια στη χώρα και έχουν βιώσει ο Ζακ Σιράκ, ο Φρανσουά Μιτεράν και άλλοι πρόεδροι.
Σε κάθε περίπτωση, ένα είναι βέβαιο: Η Γαλλία δεν έκλεισε τη σελίδα των πολιτικών εξελίξεων και ανακατατάξεων με τον δεύτερο γύρο αυτής της Κυριακής. Μπορεί, ξανά, να αποδειχθεί «μήτρα» μεγάλων ανατροπών που θα σφραγίσουν τη χώρα και συνολικά την Ευρώπη.