Στην παραλία στο κέντρο του Πλαταμώνα στέκει εγκαταλελειμμένο εδώ και πολλά χρόνια το κτίριο που από τις αρχές της δεκαετίας του ΄30 και μέχρι τέλος της δεκαετίας του ΄70 στέγασε το ξενοδοχείο «Αύρα» που έζησε εποχές μεγάλης δόξας.
Οι πρώτοι Λαρισαίοι παραθεριστές κατέφθαναν στον Πλαταμώνα με το τρένο, δεν υπήρχε ακόμη δρόμος και η μοναδική πρόσβαση ήταν οι γραμμές του ΟΣΕ, για να περάσουν τις καλοκαιρινές διακοπές τους στη θάλασσα και να κάνουν τα μπάνια τους στη μεγάλη τότε αμμουδιά που υπήρχε ακριβώς μπροστά από το ξενοδοχείο.
Σήμερα, στο εντυπωσιακό αυτό κτίριο με τη μεγάλη αυλή και τα ψηλά δέντρα ο κόσμος στέκεται και βγάζει φωτογραφίες. Κάποια τραπεζάκια τοποθετούνται στην άκρη της αυλής από το γειτονικό μαγαζί «Γαλακτομπούρεκο Σπέσιαλ» του Γιώργου Χαλατσογιάννη, ενός εκ των κληρονόμων του, που τα πρωινά του καλοκαιριού γεμίζουν για μια μπουγάτσα ή τη σπεσιαλιτέ του ζαχαροπλαστείου. Η εικόνα μοιάζει βγαλμένη από παλιά ελληνική ταινία που σε γεμίζει νοσταλγία…
Το κτίριο θεμελιώθηκε από τον Αστέριο Χαλατσογιάννη το 1928 και η κατασκευή του ολοκληρώθηκε την επόμενη χρονιά από τους γιούς του Ευάγγελο, Νίκο και Δημήτριο οπότε και λειτούργησε αρχικά με την ονομασία «Η Θαλάσσια Αύρα». Στην προφορική ιστορία όμως έχει επικρατήσει η αναφορά σε αυτό ως η «Αύρα», το πρώτο ξενοδοχείο του Πλαταμώνα.
Από το 1929 που άνοιξε για το κοινό λειτουργούσε ως εστιατόριο στο ισόγειο με μεγάλη αυλή μπροστά στη θάλασσα ενώ στον πρώτο όροφο ως ξενοδοχείο. Τότε, εκτός από το κεντρικό κτίριο υπήρχε ένα χαμηλότερο κτίσμα κατά μήκος της αυλής στην αριστερή πλευρά του.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου του ΄40 επιτάχθηκε αρχικά από τους Γερμανούς και εν συνεχεία από τους αντάρτες. Μπροστά του ακριβώς, το 1943, το υποβρύχιο «Παπανικολής», που θεωρείται το ενδοξότερο ελληνικό υποβρύχιο που έδρασε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, βομβάρδισε γερμανικά φυλάκια. Ανατίναξε το διπλανό κτίριο από την «Αύρα» και συνέχισε προς τον κήπο του ΟΣΕ όπου κατά τον βομβαρδισμό σκοτώθηκε ο δεκάχρονος Γιάννης Γκατζάς.
Μετά το τέλος και του εμφυλίου πολέμου, το 1953 το ξενοδοχείο «Αύρα» ξαναλειτούργησε. Τον πρώτο όροφο του κτιρίου νοίκιασε ο Αριστείδης Τσούκαρης και το εστιατόριο στο ισόγειο ο Νίκος Σοφιάδης.
Είναι η εποχή της μεγάλης ακμής. Οι Λαρισαίοι μεταπολεμικά απολαμβάνουν και πάλι τα καλοκαίρια τους στον Πλαταμώνα, και στο κοσμικό εστιατόριο περνούν τις βραδιές τους χορεύοντας με τη μουσική της ζωντανής ορχήστρας…
Το ξενοδοχείο και το εστιατόριο κλείνει για πάντα το 1979 και περνά αρχικά στους κληρονόμους, οι οποίοι περνώντας τα χρόνια και μεγαλώνοντας οι οικογένειες είναι σήμερα πολλοί περισσότεροι και η ασυμφωνία μεταξύ τους αποτελεί τον κύριο λόγο που το κτίριο παρέμεινε ανεκμετάλλευτο ενώ πολλοί επιχειρηματίες έχουν εκδηλώσει κατά καιρούς το ενδιαφέρον τους να επενδύσουν.
Την ιστορία της «Αύρας» διηγήθηκε ο Γεώργιος Χαλτσογιάννης, γιος του Αστέριου, ενός εκ των τριών αδερφών που ξεκίνησαν την επιχείρηση το 1929, αναπολώντας τις εποχές που η «Αύρα» ήταν το κοσμικό στολίδι του Πλαταμώνα… «τώρα τα εγγόνια μου, μου ζητούν να τους πω ιστορίες για τον Πύργο με τα φαντάσματα» λέει χαρακτηριστικά…
*Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες είναι από τη συλλογή της σελίδας στο Facebook “Ο Πλαταμώνας τότε και τώρα”
Εύη Μποτσαροπούλου