Θα ξεκινήσουμε το σημερινό μας σημείωμα με την περιγραφή και την ιστορική διαδρομή του μεγάρου του γαιοκτήμονα Νικολάου Καρανίκα, το οποίο αποτυπώνεται στη δημοσιευόμενη φωτογραφία.
Το εντυπωσιακό αυτό κτίριο βρισκόταν στη γωνία των οδών Ακροπόλεως (Παπαναστασίου σήμερα) και Γεωργάκη Ολυμπίου (Ίωνος Δραγούμη σήμερα).
Στα τέλη του 19ου αι. από τη γωνία αυτή μέχρι το κτίριο της Εθνικής Τράπεζας υπήρχε μια ημιδιώροφη κατοικία, η οποία περιβαλλόταν από μια τεράστια ανθισμένη και δενδροφυτευμένη αυλή. Η κατοικία αυτή ανήκε στον ισραηλίτη Σελήμ Σακή, για τον οποίο δεν γνωρίζουμε περισσότερες πληροφορίες. Στις αρχές του 20ού αιώνα περιήλθε δι’ αγοράς στην κυριότητα του επίσης ισραηλίτη Μουσών Αβραάμ, γνωστού εύπορου εμπόρου της Λάρισας και ιδιοκτήτη του οικοπέδου επί της οδού Παλαιστίνης, όπου αργότερα [1929] ανοικοδομήθηκε το γνωστό και σήμερα κτίριο του Μουσών Αβραάμ [1], το οποίο προορίζεται να στεγάσει προσεχώς το Μουσείο της Πόλεως. Το γωνιακό τμήμα του χώρου αυτού αγόρασε κατόπιν ο γαιοκτήμονας Νικόλαος Καρανίκας και στη θέση αυτή έκτισε γύρω στα 1910 το αρχοντικό του. Η προνομιακή γωνιακή θέση του κτιρίου με θέα προς την Κεντρική Πλατεία έδωσε τη δυνατότητα στον αρχιτέκτονα να οικοδομήσει ένα θαυμάσιο σε σύνολο νεοκλασικό μέγαρο, σωστό στολίδι της προπολεμικής Λάρισας. Τα μεγάλα ανοίγματα στο ισόγειο επειδή προορίζονταν για επαγγελματική χρήση, βοηθούσαν στον πλούσιο φυσικό φωτισμό των χώρων. Στην πρόσοψη του ορόφου υπήρχε μια αρμονική και συμμετρική τοποθέτηση θυρών και παραθύρων. Επειδή προοριζόταν για κατοικία, η εσωτερική διαρρύθμιση ήταν άνετη και τα ανοίγματα ευρύχωρα. Οι πόρτες άνοιγαν σε έναν στενό εξώστη ο οποίος υποβασταζόταν από μαρμάρινα φουρούσια και προστατευόταν από μεταλλικό κιγκλίδωμα σε ωραίο σχέδιο. Στο ύψος της στέγης υπήρχε γείσο, το οποίο περιέτρεχε το κτίριο απ’ όλες τις πλευρές και επάνω του επικάθονταν πολλαπλά ακροκέραμα στη σειρά. Πάνω από το γείσο ήταν κτισμένο ένα χαμηλό στηθαίο, στολισμένο με απλά σχέδια. Εκείνο όμως που έδινε χάρη και ομορφιά στην πρόσοψη του κτιρίου προς την πλατεία ήταν ένα θαυμάσιο κτιστό σύμπλεγμα, τοποθετημένο πάνω από το κεντρικό τμήμα του στηθαίου της στέγης, διανθισμένο με πλούσια διακόσμηση, το οποίο και σας προτρέπω να το προσέξετε στη φωτογραφία.
Στον επάνω όροφο έμενε η οικογένεια του ιδιοκτήτη. Ο Νικόλαος και η Μαρία Καρανίκα απέκτησαν δύο τέκνα, τη Θάλεια και τον Βασίλειο. Η Θάλεια το 1955 παντρεύτηκε τον Κεφαλλονίτη πολιτικό Αριστείδη Δημητράτο [2]. Για τον τελευταίο ο γάμος αυτός ήταν ο δεύτερος.
Το μεγαλύτερο μέρος του ισογείου νοικιάσθηκε κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου στους αδελφούς Ρεμπάπη, οι οποίοι λειτούργησαν καφεζαχαροπλαστείον με το όνομα «Βασιλικόν». Όσο και να σας φανεί περίεργο, οι πελάτες του καταστήματος αυτού ήταν σφόδρα αντιβασιλικοί. Τώρα πώς εξηγείται αυτό σε μια εποχή όπου βενιζελικοί και βασιλικοί έφθασαν μέχρι το σημείο να οδηγήσουν τη χώρα σε εθνικό διχασμό, είναι κάπως δύσκολο να εξηγηθεί. Από το 1927, όταν ο βωβός κινηματογράφος έκανε τα πρώτα του βήματα στη Λάρισα, στην αίθουσα του «Βασιλικόν» τις βραδινές ώρες, μετά την αποχώρηση των πελατών του καταστήματος λειτουργούσε κινηματογράφος, ο οποίος συγκέντρωνε πλήθος κόσμου για να θαυμάσει τη νέα τεχνολογία της κινούμενης εικόνας. Το 1938 οι αδελφοί Ρεμπάπη μεταβίβασαν τη διαχείριση σε άλλον επιχειρηματία, ο οποίος συνέχισε να λειτουργεί το κατάστημα ως καφεζαχαροπλαστείο με το όνομα «Βιεννέζικον». Ο νέος επιχειρηματίας ήταν ο Σωτήριος Σκαπέρδας, τον οποίο διαδέχθηκαν τα παιδιά του και ιδίως ο Κώστας Σκαπέρδας. Η λειτουργία του καταστήματος αυτού διήρκησε μέχρι το 1980 όταν ο τελευταίος συνταξιοδοτήθηκε.
Σε έναν άλλο χώρο στο ισόγειο του κτιρίου δίπλα από το «Βασιλικόν», λειτούργησε για πολλά χρόνια το κατάστημα του περίφημου για την εποχή του κουρέα Νίκου Πάτσιου.
Ο σεισμός του 1941 κατέστησε το οικοδόμημα ετοιμόρροπο, γι’ αυτό και οι ένοικοι του ορόφου αναγκάσθηκαν να το εγκαταλείψουν, ενώ στο ισόγειο με ορισμένες επιδιορθώσεις λειτούργησαν τα υπάρχοντα καταστήματα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 η κληρονόμος Θάλεια Καρανίκα-Δημητράτου κατεδάφισε το υπέροχο αυτό κτίσμα και στη θέση του υψώθηκε το πολυώροφο μέγαρο που υπάρχει μέχρι και σήμερα. Μετά τη μεταπολίτευση στέγαζε οικονομικές υπηρεσίες του Δημοσίου, ενώ σήμερα έχουν αναπτυχθεί στους χώρους του δημοτικές υπηρεσίες.
Το ζαχαροπλαστείο «Βιεννέζικον» μεταπολεμικά είχε συνδεθεί με μια ενδιαφέρουσα πολιτική ιστορία, η οποία κάποια στιγμή πήρε και πανελλήνιες διαστάσεις. Ήταν το 1953, ένα χρόνο μετά την εκλογική νίκη του «Ελληνικού Συναγερμού» με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Παπάγο. Την περίοδο εκείνη από τους τοπικούς πολιτικούς παράγοντες, εκείνος ο οποίος ξεχώριζε και ουσιαστικά «δέσποζε» ήταν ο Κωνσταντίνος (Τάκης) Ροδόπουλος (1896-1971). Έχουνε γράψει πολλές φορές για το γενεαλογικό δένδρο των Ροδοπουλαίων. Ο πατέρας του Γεώργιός εκλέχτηκε δύο φορές βουλευτής. Ο γιός του Τάκης ψηφίστηκε βουλευτής για πρώτη φορά το 1932 και το 1933 τοποθετήθηκε υφυπουργός Στρατιωτικών , με υπουργό τον Γεώργιο Κονδύλη. Η πολιτική του σταδιοδρομία διακόπηκε από τη δικτατορία του Μεταξά και συνεχίσθηκε μεταπολεμικά, καταλαμβάνοντας διάφορες θέσεις, η κυριότερη των οποίων ήταν η προεδρία της Βουλής για δέκα περίπου χρόνια (1953-1962). Όλο αυτό το διάστημα, αφού είχε αποκτήσει εν τω μεταξύ την ευμένεια του Αλ. Παπάγου με τη μεσολάβηση του δικηγόρου της πόλης μας Βάσου Καραμπίλια [3], απέκτησε πολιτική ισχύ. Από το ύψος των αξιωμάτων του δέσποζε όχι μόνο στα στενά όρια της εκλογικής του περιφέρειας, αλλά και όλης της Θεσσαλίας, εξ ού και ονομαζόταν «Θεσσαλάρχης». Στην εκλογική περιφέρεια της Λάρισας τίποτε δεν γινόταν χωρίς τη δική του συγκατάθεση.
Όμως το γεγονός αυτό δυσαρεστούσε έντονα τους ομόφρονες πολιτικά παράγοντες της πόλης μας, οι οποίοι ζητούσαν την ευκαιρία να αντιδράσουν στην παντοκρατορία του. Έτσι όλοι αυτοί ένα βράδυ συγκεντρώθηκαν στο ζαχαροπλαστείο «Βιεννέζικον» και πήραν την απόφαση να υποχρεώσουν τον Ροδόπουλο να μην προβαίνει σε καμιά ενέργεια, αν προηγουμένως δεν ελάμβανε γνώση η τοπική Νομαρχιακή Επιτροπή του «Ελληνικού Συναγερμού», πρόεδρος της οποίας ήταν ο απόστρατος στρατηγός Σωτήριος Παπαθανασίου. Η κίνηση αυτή βαπτίστηκε από τον τοπικό τύπο ως «Κίνημα Βιεννέζων», από το ζαχαροπλαστείο στο οποίο συνήθως συνεδρίαζαν οι τοπικοί πολιτικοί παράγοντες, οι αντιτιθέμενοι στον Ροδόπουλο. Η διάσταση αυτή έφθασε μέχρι και την Αθήνα, έγινε θέμα στις αθηναϊκές εφημερίδες και ψιθυρίστηκε και στα αυτιά του Παπάγου. Ο τελευταίος, για να αποσοβήσει μια ενδεχόμενη διάσπαση στην εκλογική περιφέρεια της Λάρισας, σε ένα ταξίδι του προς τη Θεσσαλονίκη, σταμάτησε για ένα βράδυ στη Λάρισα, ήλθε σε επαφή με τους διαμαρτυρόμενους «Βιεννέζους» και προσπάθησε να τους εξευμενίσει, χωρίς όμως να το κατορθώσει εντελώς. Για κάποια στιγμή ο Ροδόπουλος φοβήθηκε ότι οι τοπικοί του αντίπαλοι θα κατόρθωναν να τον παραμερίσουν, αλλά ο πολυμήχανος πρόεδρος της Βουλής κατάφερε να βγει αλώβητος από την περιπέτεια αυτή, χάρη στις υψηλές γνωριμίες του με άτομα του «Ελληνικού Συναγερμού». Με τον τρόπο του ο Ροδόπουλος κατάφερε τελικά να συνεχίζει να έχει το πάνω χέρι σε όλα τα πολιτικά θέματα που αφορούσαν την περιοχή μας και δεν γινόταν τίποτε χωρίς την συγκατάθεση του ίδιου ή των βοηθών του σε Λάρισα και Αθήνα. Αυτός διαμόρφωνε τον κατάλογο των υποψηφίων βουλευτών του νομού στις εκλογές, από το γραφείο του περνούσαν όλοι όσοι ήθελαν κάποια χάρη και με τη βοήθειά του διορίζονταν εκατοντάδες άτομα της εκλογικής του περιφέρειας σε διάφορες δημόσιες, δημοτικές ή επαγγελματικές θέσεις.
Ο Τάκης Ροδόπουλος νυμφεύθηκε τη Δέσποινα Καραθεοδωρή, κόρη του σπουδαίου μαθηματικού Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή, αλλά δεν ευτύχησε να αποκτήσει τέκνα. Απεβίωσε στις 30 Ιουλίου 1971.
[1]. Ο Μουσών (Μωυσής) Αβραάμ ήταν ένας σοβαρός έμπορος, χρηματιστής και ιδιοκτήτης αρκετών ακινήτων στη Λάρισα. Θεωρείτο την εποχή του από τους πλουσιότερους Λαρισαίους. Τα κατάστημά του βρισκόταν από το 1906 στο ισόγειο του μεγάρου Χατζημέτο (γνωστού ως Λέσχη Ασλάνη), από την πλευρά της οδού Φιλελλήνων.
[2]. Ο Αριστείδης Δημητράτος (1902-1986) διετέλεσε υφυπουργός Εργασίας το διάστημα 1936-1941 επί δικτατορίας Ιωάννη Μεταξά και Κορυζή και το 1958-1961 υπουργός Εργασίας επί κυβερνήσεως Κων. Καραμανλή. Το 1933 νυμφεύθηκε την Ειρήνη Αθανασούλη, με την οποία απέκτησε δύο κόρες. Με τη Θάλεια Καρανίκα ήταν ο δεύτερος γάμος του.
[3]. Ο δικηγόρος Βάσος Καραμπίλιας είχε αποκτήσει γνωριμία και συνδεόταν στενά με τον στρατάρχη Αλέξ. Παπάγο, από την προπολεμική ακόμα περίοδο, όταν ο τελευταίος ήταν υψηλόβαθμος αξιωματικός για μεγάλο διάστημα στη Λάρισα ως Διοικητής Ταξιαρχίας Ιππικού. Η γνωριμία αυτή μεταξύ των δύο ανδρών διατηρήθηκε και μεταπολεμικά, όταν πλέον ο Παπάγος είχε αναλάβει πολιτική δράση.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου / nikapap@hotmail.com / Εφημερίδα Ελευθερία
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις