Καλούνται οι 23 Δημόσιοι και μη υπάλληλοι (της ΕΡΓΟΣΕ, της ΕΥΔ/ΕΠ-ΥΜΕΠΕΡΑΑ, της ανάδοχης του έργου κοινοπραξίας, κ.λπ.) να απολογηθούν την ημέρα συμπλήρωσης ενός έτους (28 Φεβρουαρίου 2024), από την τραγωδία των Τεμπών με τους 57 νεκρούς. Οι 23 θα απολογηθούν για παραλείψεις στην εκτέλεση της γνωστής Σύμβασης 717, παραλείψεις οι οποίες συνδέονται με το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Ειδικότερα, η κυρία Σαλάππα η οποία χειρίζεται τη δικογραφία μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής και την άσκηση της ποινικής δίωξης από την Ευρωπαϊκή εισαγγελία, επεξεργάστηκε τα στοιχεία που έχει έως τώρα στα χέρια της και καλεί τους 23 κατηγορουμένους την 28η Φεβρουαρίου 2024, για να απολογηθούν.
Βέβαιον θεωρείται ότι και οι 23 θα ζητήσουν προθεσμία για να προετοιμάσουν την υπερασπιστική τους γραμμή, σε μια υπόθεση για την οποία η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει διαβιβάσει στη Βουλή σχετική δικογραφία προκειμένου να αναζητηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων.
Διευκρινίζεται, ότι η υπόθεση αυτή αφορά μεν μία αυτοτελή δικογραφία για κακοδιαχείριση σε σχέση με την εκτέλεση της επίμαχης σύμβασης, αλλά αντίγραφό της βρίσκεται ήδη στα χέρια του εφέτη – ειδικού ανακριτή της Λάρισας Σωτήρη Μπακαίμη, ο οποίος έχει διευρύνει τον αρχικό κατάλογο των κατηγορουμένων και έχει συμπεριλάβει ορισμένα εκ των προσώπων που είναι κατηγορούμενοι και στην υπόθεση της σύμβασης 717, που χειρίζεται η Ελληνίδα Ευρωπαία ανακρίτρια.
Όπως είναι γνωστό για την σύμβαση 717, η ποινική δίωξη είχε ασκηθεί σε βάρος 23 προσώπων –18 εκ των οποίων είναι δημόσιοι υπάλληλοι– για κακουργηματικές πράξεις, όπως είναι απάτη, απιστία, ψευδή βεβαίωση, με σκοπό τον παράνομο προσπορισμό οφέλους, ηθική αυτουργία στην απάτη και τις ψευδείς βεβαιώσεις.
Αναλυτικότερα, από την Ευρωπαία ανακρίτρια καλούνται για να απολογηθούν:
ü 14 δημόσιοι υπάλληλοι της ΕΡΓΟΣΕ, για απάτη σχετιζόμενη με τις επιχορηγήσεις. Επιπρόσθετα και 2 εξ αυτών κατηγορούνται, επιπρόσθετα, για ψευδή βεβαίωση με σκοπό τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους σε άλλον,
ü 4 δημόσιοι υπάλληλοι της Ελληνικής Διαχειριστικής Αρχής του Επιχειρησιακού Προγράμματος Υποδομών Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΥΔ/ΕΠ-ΥΜΕΠΕΡΑΑ), για απιστία επί Ευρωπαϊκών κονδυλίων και
ü 5 εκπρόσωποι και υπάλληλοι της Αναδόχου Κοινοπραξίας του έργου, για ηθική αυτουργία σε απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις και ηθική αυτουργία σε ψευδή βεβαίωση, με σκοπό τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους σε άλλον.
Στη συνέχεια το 2019 υπογράφηκε συμπληρωματική σύμβαση για το ίδιο έργο, με την οποία τροποποιήθηκε το αρχικό αντικείμενο της Σύμβασης 717.
Η συμπληρωματική αυτή σύμβαση προέβλεπε την κατασκευή ενός εντελώς νέου συστήματος σηματοδότησης με νέες μονάδες τηλεμετρίας, ώστε να είναι δυνατή η επικοινωνία και η μετάδοση δεδομένων μεταξύ των σιδηροδρομικών σταθμών, καθώς και από τους σιδηροδρομικούς σταθμούς προς τα κέντρα ελέγχου.
Και οι δύο επίμαχες συμβάσεις συγχρηματοδοτήθηκαν από το Ταμείο Συνοχής της Ε.Ε., στο πλαίσιο του προγράμματος «Εκσυγχρονισμός Σηματοδότησης-Τηλεδιοίκησης και εγκατάσταση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ελέγχου Αμαξοστοιχιών (ETCS)», με την συνεισφορά της Ε.Ε. στο ύψος του 85%.
Από την ποινική έρευνα που διενεργήθηκε προκύπτει ότι χορηγήθηκαν συνολικά 7 παράνομες παρατάσεις της αρχικής σύμβασης, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΡΓΟΣΕ και μετά την πάροδο περισσότερων από 9 ετών από την υπογραφή της σύμβασης 717, το έργο δεν ολοκληρώθηκε.
Δεν πρέπει να παραληφθεί ότι κατά την εκτίμηση των εισαγγελέων που διενήργησαν την προκαταρκτική έρευνα, παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία που υπέβαλαν τα στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ ήταν προδήλως λανθασμένα και ελλιπή, οι δημόσιοι υπάλληλοι της Διαχειριστικής Αρχής ενέκριναν την χορήγηση των αντίστοιχων ενισχύσεων, προκαλώντας έτσι οικονομική ζημία στα συμφέροντα της Ε.Ε. και του Ελληνικού Δημοσίου, ύψους άνω των 15,6 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, η κυρία Σαλάππα έχει διαβιβάσει στον αρμόδιο Έλληνα εισαγγελέα αντίγραφο της δικογραφίας προκειμένου να ερευνηθεί η τυχόν τέλεσης της πράξης της παράβασης καθήκοντος από τους επιθεωρητές-ελεγκτές της Ελληνικής Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ) της Ελλάδας, στους οποίους ανατέθηκε από τις εθνικές Εισαγγελικές Αρχές η διενέργεια ελέγχου σχετικά με την εκτέλεση της Σύμβασης 717.
Από την έρευνα του ελληνικού γραφείου της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας προέκυψαν ενδείξεις για παράβαση καθήκοντος των ελεγκτών, καθώς στο πόρισμα τους, φέρεται να υπάρχουν αντιφάσεις μεταξύ των ευρημάτων (τα οποία “δείχνουν” οικονομική ζημία από την καθυστέρηση) και των συμπερασμάτων τους στα οποία δεν κατέληξαν σε ποσοτικοποίηση της ζημίας.
Έτσι, παράλληλα από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, διενεργείται προκαταρκτική έρευνα για ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των ελεγκτών.