Οι καταστροφικές πλημμύρες του Σεπτεμβρίου άλλαξαν άρδην την ατζέντα του δημοσίου διαλόγου στη χώρα και προπαντός στην πληγείσα Θεσσαλία, ενώ οι πρώτες επιστημονικές προσεγγίσεις για το μέλλον είναι εξαιρετικά σκληρές αφού με βίαιο τρόπο, μας αναγκάζουν να αφήσουμε πίσω μας τη ζωή όπως τη γνωρίζαμε.
Η επόμενη ημέρα λοιπόν, θα βρει τους ανθρώπους σε μία νέα συνθήκη όπου θα πρέπει είτε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, είτε τις δουλειές τους, αλλά οπωσδήποτε πολλές από εκείνες τις συνήθειες που οδήγησαν στο τέλμα.
Ειρωνεία της τύχης, μόλις λίγα εικοσιτετράωρα πριν τον «Daniel», τη φονική κακοκαιρία που ισοπέδωσε την περιοχή μας, η εφημερίδα «Καθημερινή» αφιέρωνε το Κυριακάτικο πρωτοσέλιδό της σε μία επιστημονική προσέγγιση για το «πώς θα είναι η Ελλάδα το 2033». Μία σειρά διακεκριμένων επιστημόνων κατέθεσαν τις απόψεις τους στην δημοσιογράφο Τασούλα Επτακοίλη, προδιαγράφοντας σειρά «δεινών», απότοκων της ανθρώπινης παρέμβασης στον πλανήτη και προβλέποντας μεταξύ άλλων τα όσα ακολούθησαν εκείνες της ημέρες του Σεπτεμβρίου.
Ενδεικτικό ήταν το σχόλιο του κ. Μανώλη Πλειώνη, Καθηγητή Φυσικής ΑΠΘ και διευθυντή του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών ο οποίος σημείωνε πως «με υπερδιπλάσιο ρυθμό ανόδου της θερμοκρασίας στην ευρύτερη περιοχή μας σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο, μια ρεαλιστική προσέγγιση που βασίζεται σε έγκυρα κλιματικά μοντέλα, αλλά και στη συσσωρευμένη εμπειρία των τελευταίων ετών, χωρίς να χρειαστεί κανείς να γίνει μάντης Κάλχας, δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας. Οι προκλήσεις για τη χώρα μας θα είναι πολλές: ένταση των πλημμυρικών φαινομένων λόγω της αύξησης της ραγδαιότητας των βροχοπτώσεων· επιδείνωση των δασικών πυρκαγιών με συνέπειες στην ποιότητα της ζωής του πληθυσμού και τη βιοποικιλότητα».
Την ίδια ώρα, ο εύφορος Θεσσαλικός κάμπος βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς θα κληθεί να εγκαταλείψει τις παραδοσιακές υδροβόρες καλλιέργειες, αλλά και κάποιες άλλες, εξαιρετικά σημαντικές σε διατροφικό επίπεδο. Και δεν είναι μόνον ο τρόπος που διαχειριζόμαστε το νερό το πρόβλημα. Όπως εξηγεί ο κ. Πέτρος Κουτράκης, Καθηγητής Περιβαλλοντικών Επιστημών, διευθυντής του Κέντρου Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης, Κλιματικής Αλλαγής και Ενέργειας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ «βιώνουμε μια ταχεία κλιματική αλλαγή σε παγκόσμια κλίμακα. Αναπόφευκτα, η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα γίνει θερμότερη και ξηρότερη, με λιγότερη βλάστηση. Η γεωργία θα πληγεί. Η παραγωγή σταφυλιών και ελαιολάδου σε περιοχές της νότιας Ελλάδας (π.χ. Κρήτη) θα μειωθεί, ενώ αντίθετη τάση θα παρατηρηθεί στη βόρεια Ελλάδα. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει ήδη στις ΗΠΑ: η αμπελοκαλλιέργεια στην Καλιφόρνια υποχωρεί, ενώ το Ορεγκον και η Ουάσιγκτον έχουν γίνει ιδανικές για αμπελώνες. Η ανάπτυξη καλλιεργειών που αντέχουν στην ξηρασία θα είναι αναγκαία, όπως και η καλλιέργεια μέσα σε κτίρια, ως νέος τρόπος για να εξασφαλιστεί επαρκής παραγωγή τροφίμων. Η αλλαγή του κλίματος θα αποτελέσει μείζονα πρόκληση για την επισιτιστική ασφάλεια. Η παραγωγή υγιεινών τροφίμων με τη χρήση βιοτεχνολογίας θα παίξει σημαντικό ρόλο. Οι νεότερες γενιές θα γνωρίζουν περισσότερο πόσο κακό κάνει το κρέας στην υγεία μας (με ορμόνες, αντιβιοτικά και χημικά), αλλά και στα ζώα και στο περιβάλλον. Σήμερα θανατώνονται ετησίως 2-3 δισ. αγελάδες και περίπου 50 δισ. κοτόπουλα. Για την εκτροφή τους χρησιμοποιείται το 30% της παγκόσμιας καλλιεργήσιμης γης. Επίσης, το 20%-25% των ετήσιων αερίων του θερμοκηπίου που ευθύνονται για την υπερθέρμανση του πλανήτη συνδέονται με τη βιομηχανία κρέατος.
Τα αποθέματα νερού θα μειωθούν. Τα χιόνια στα ορεινά θα λιώνουν νωρίτερα και οι βροχοπτώσεις θα είναι λιγότερο συχνές αλλά δυνατές. Επομένως θα είναι πιο δύσκολη η συγκράτηση και αποθήκευση του βρόχινου νερού στους υδροφόρους ορίζοντες…»
Αλλεπάλληλοι οι κώδωνες του κινδύνου που κρούονται από τον ακαδημαϊκό και για όσους γνωρίζουν στοιχειωδώς τη Θεσσαλία, τρομάζουν με το μέγεθος του αντίκτυπου που θα έχουν στην περιοχή αυτές οι εκτιμήσεις εφόσον επιβεβαιωθούν.
Είναι προφανές, όπως σημειώνει και ο κ. Αλέξανδρος Π. Δημητρακόπουλος, Πρόεδρος τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος ΑΠΘ, ότι «η κλιματική κρίση επιδεινώνεται γρηγορότερα από τις προβλέψεις των κλιματικών μοντέλων. Εχουμε πιο πολλούς και πιο έντονους καύσωνες, παρατεταμένη ξηρασία, συσσώρευση νεκρής δασικής καύσιμης ύλης, αύξηση του «εποικισμού» δασικών περιοχών και, ως επακόλουθο, περισσότερες μεγάλες (άνω των 100.000 στρεμμάτων) πυρκαγιές που καταστρέφουν με τεράστια σφοδρότητα καύσης (mega-fires) σε ετήσια βάση 1,5 εκατ. και πλέον στρέμματα πανελλαδικά».
Εύλογα κατανοεί κανείς διαβάζοντας τα παραπάνω, πως η ανάγκη για άμεση και δραστική επέμβαση σε όλα τα επίπεδα, είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία για τη Θεσσαλία, τη χώρα και τον πλανήτη: Είναι ζήτημα επιβίωσης.
Είναι άραγε ο κάμπος μας, ένας από τους αγγέλους μίας αποκάλυψης που θα επέλθει σε μία πιθανή έκβαση του μέλλοντος;
newsroom onlarissa.gr
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις