Όταν ήταν έφηβος ο Γιώργος Χριστιανός, η Λάρισα μόλις έχει μπει στη δεκαετία του ΄80, ο πατέρας του αναρωτιόταν που «έβγαιναν» οι νέοι της εποχής…
Στα σκαλιά του Δικαστικού, στα ηλεκτρονικά του Παύλου και στο free grass…
Από την παρατήρηση του γιου του και των φίλων του, ο αρχιτέκτονας Βαγγέλης Χριστιανός εμπνεύστηκε τη δημιουργία κάτι εντελώς νέου για την πόλη· τον πρώτο χώρο roller scating για παιδιά και νέους, που εκείνη την περίοδο αποτελούσε έντονη τάση. Ήταν αρκετά αργότερα όταν άνοιξε στη Λάρισα, στη συμβολή της Οδού Βόλου με την Εθνική τότε Οδό, το «Blanos Bowling», μια αλυσίδα από την Αθήνα που είχε εκτός από bowling και πίστα για rollers.
Έτσι, από την αδυναμία ενός πατέρα για τον γιο του δημιουργήθηκε στη Λάρισα, η «Πολυκίνηση», ο πρώτος πολυχώρος διασκέδασης σχεδόν με την σημερινή έννοια του όρου.
Στην αίθουσα των 500 τ.μ. στην οδό Γαληνού, με τα πολλά επίπεδα σε αμφιθεατρική ανάπτυξη, η πίστα roller scating στο κέντρο, αποτελούσε την κεντρική αλλά όχι τη μοναδική δραστηριότητα που φιλοξενούσε η «Πολυκίνηση».
Σε ξεχωριστό χώρο υπήρχαν δύο επαγγελματικά τραπέζια του πινγκ πονγκ, τα πρώτα επίσης στην πόλη, όπου γινόταν ομηρικές μάχες και τουρνουά με τον Κωστή Κωνσταντινίδη να ξεχωρίζει στις επιδόσεις. Σε άλλο ανεξάρτητο σημείο υπήρχαν τα επιτραπέζια παιχνίδια, σκάκι, τάβλι και μονόπολη, καθώς και μια τηλεόραση για να παρακολουθήσει κανείς αγώνες. Οι γονείς των παιδιών, αλλά και οι μεγαλύτεροι θαμώνες μπορούσαν να πιούν τον καφέ ή το ποτό τους στο χώρο του μπαρ που βρισκόταν σε ένα από τα πιο ψηλά επίπεδα με θέα σε όλο το χώρο.
Από την κίνηση των πατινιών αλλά και την κινητικότητα που είχε ο χώρος με τις διάφορες δραστηριότητές του, εμπνεύστηκε ο Βαγγέλης Χριστιανός, το όνομα του μαγαζιού…
Μέχρι το 1984 που η «Πολυκίνηση» είχε αυτό τον χαρακτήρα, λειτουργούσε ως club με μέλη, τα οποία είχαν την κάρτα εισόδου τους που περνούσαν από ένα μηχάνημα, ειδική πατέντα που είχε φτιάξει ο Κώστας Σούκος από τη Soukos Robots. Αν εξαιρέσει κανείς το «Νικόδημο» που τα πρώτα χρόνια λειτουργούσε μόνο για τα μέλη του «Συλλόγου Φίλων της Παράδοσης» που τον είχε υιοθετήσει, δεν υπήρξε στη Λάρισα άλλο μαγαζί ως club με μέλη…
Σιγά σιγά, πολλά σχολεία, σύλλογοι και παρέες Λαρισαίων βλέποντας το χώρο, τον ζητούσαν να κάνουν εκδηλώσεις και τα Σαββατοκύριακα το κοινό άρχισε να απαιτεί μια έντονη λειτουργία του ως μπαρ.
Έτσι, το 1984, η «Πολυκίνηση» αλλάζει χαρακτήρα και μετατρέπεται σε αίθουσα βραδινής διασκέδασης που για πολλά χρόνια υπήρξε το στέκι όπου οι Λαρισαίου ξεκινούσαν τις νυχτερινές εξόδους τους, πίνοντας εκεί ένα πρώτο ποτό, για να συνεχίζουν μετά στα club της εποχής, και δη στη Stadium, τη Biberon, το Μονοπώλιο ή στα κέντρα διασκέδασης της εποχής όπως το Ρίο και οι Βερσαλίες ή στα λαρισαϊκά μπουζούκια.
Γι’ αυτό όμως που την θυμούνται οι περισσότεροι Λαρισαίοι είναι για τα θρυλικά πάρτι που γίνονταν με αποκορύφωμα αυτά των Απόκρεων ή τα Ρεβεγιόν των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Τα πάρτι είτε ήταν ανοιχτά στο κοινό, είτε διοργανώνονταν από μία παρέα ή ένα φορέα, όπως το χαρακτηριστικό πάρτι της Τσικνοπέμπτης του 1987, όπου ο Κώστας Τσιάνος με όλους τους ανθρώπους του Θεσσαλικού Θεάτρου έκλεισαν το χώρο για μια ξέφρενη βραδιά με απίστευτα κουστούμια, χορό και θεατρικά σκετσάκια και αυτοσχεδιασμούς.
Η «Πολυκίνηση» ως κέντρο πλέον διασκέδασης, διατηρεί και πάλι την φιλοσοφία του πολυχώρου. Στην κεντρική αίθουσα δημιουργείται ένα φορητό κυκλικό μπαρ, το οποίο λύνεται και μεταφέρεται στην άκρη της αίθουσας για να δημιουργηθεί ο χώρος της μεγάλης πίστας για τους χορούς και τα πάρτι μέχρι πρωίας. Την αίθουσα του τζακιού δε, κάποιες παρέες το χρησιμοποιήσουν για αποκλειστική τους χρήση και με μια κιθάρα μαζευόταν και τραγουδούσαν ως σε μια μικρή μπουάτ.
Χαρακτηριστικά στο χώρο ήταν τα σιντριβάνια του. Με το κεντρικό να βρισκόταν εντός του κεντρικού μπαρ με ψαράκια και χελωνίτσες, αλλά και τα επιτοίχια τα οποία αποτελούνταν από καθρέφτες στους τοίχους και μια δεξαμενή από κάτω και το νερό που έπεφτε σαν καταρράκτης κυλούσε στον καθρέπτη δημιουργώντας ένα οπτικό υπερθέαμα, installation θα λέγαμε σήμερα, καθώς χρωματιστοί προβολείς πέφταν πάνω του.
Η αλλαγή της «Πολυκίνηση», όπως άλλωστε και η αρχική της δημιουργία, έγινε με μία αυθόρμητη, ερασιτεχνική θα έλεγε κανείς προσέγγιση παρά αμιγώς επαγγελματική με ξεκάθαρο τον στόχο του βιοπορισμού· ο Βαγγέλης Χριστιανός εξακολουθούσε να εργάζεται ως αρχιτέκτονας άλλωστε. Αλλά στην «Πολυκίνηση» ήταν ξεκάθαρα ο οικοδεσπότης. Όχι ο επιχειρηματίας ιδιοκτήτης και αυτό ήταν που δημιούργησε την αμεσότητα και την οικειότητα στους Λαρισαίους να τη θεωρούν στέκι τους. Η όλη σύλληψη του χώρου και η διακόσμησή του υπήρξε αποκλειστικά δικό του έργο…
Στο νέο concept, στο οποίο συμμετείχε ενεργά πλέον και ο γιος του Γιώργος που τότε ήταν πλέον φοιτητής. Εκείνος, που πειραματίζεται και ως dj, βρήκε τα δύο απλά πικάπ και ένα μίκτη, καμία σχέση με τα επαγγελματικά όπως τα Techicks που προμηθεύτηκε αργότερα. Και η «Πολυκίνηση» ξεκινά το νέο της ταξίδι παρείστικα, με καφέ νωρίς το απόγευμα και ποτό μετέπειτα το βράδυ με συνοδεία ήπιας μουσικής. Θα άκουγες Enrique Inglesias, αλλά και Paul Anka και Beatles που ο Γιώργος τους λάτρευε.
Εκτός από τα αξέχαστα πάρτι, ποιος από τους σημερινούς 50 plus της πόλης δεν θυμάται τα κουίζ που άφησαν εποχή ή τις προβολές με προτζέκτορα της εκπομπής «Μουσικόραμα» της ΕΡΤ που ο Γιώργος Χριστιανός επιμελούνταν το μοντάζ των βιντεοκλίπ; Τα μουσικά κουίζ υπήρξαν μια άλλη καινοτόμα ιδέα που ενθουσίαζαν το κοινό· ο νικητής κέρδιζε τα ποτά της παρέας του ή ένα μπουκάλι σαμπάνια, και κάποιες φορές ειδικά για τη βραδιά δώρα.
Η φιλοσοφία του παιχνιδιού διατηρήθηκε στην «Πολυκίνηση». Από τα rolles και το πινγκ πονγκ μέχρι τα κουίζ και την πολυμορφία του χώρου και το ανακάτεμα των ηλικιών.
Συμπληρώνοντας την πρώτη δεκαετία λειτουργίας του, o Βαγγέλης Χριστιανός εμπνεόμενος από τη ζεστασιά και την οικειότητα της ατμόσφαιρας που δημιουργούνταν στο χώρο του τζακιού με τις παρέες που τραγουδούσαν, άλλαξε και πάλι το concept, μετατρέποντας αυτή τη φορά την «Πολυκίνηση» σε μια σύγχρονη μπουάτ. Στην κεντρική αίθουσα στήθηκε ένα μεγάλο πιάνο και ο χώρος γέμισε με τα χαρακτηριστικά χαμηλά τραπεζάκια και καρέκλες. Είναι η εποχή που όλο το ανφάν γκατέ της Λάρισας παρελαύνει από την «Πολυκίνηση» για να συμμετάσχει στην ατμόσφαιρα και να πάρει, όποιος ήθελε, το μικρόφωνο και να τραγουδήσει…
Ο Γιώργος Χριστιανός κλείνοντας τη συζήτησή μας, μου είπε πως «ο πατέρας μου είχε πολλές ιδέες και ήταν πρωτοπόρος για την εποχή του. Αυτό που σκεφτόταν το υλοποιούσε μ’ ένα τρόπο χαλαρό και όχι στεγνά επαγγελματικό. Αυτό το εκτίμησε πολύ ο κόσμος και αγκάλιασε την «Πολυκίνηση». Εκείνη την περίοδο, αρχικά ως έφηβος και στην πορεία ως φοιτητής, είχα τις αντιδράσεις μου. Βλέποντάς το σήμερα εκ των υστέρων και εκ του αποτελέσματος, συνειδητοποιώ τη δυναμική αυτού του ανθρώπου. Καμιά φορά σκέφτομαι πως την «Πολυκίνηση» ο πατέρας μου τη φαντάστηκε και την έφτιαξε σαν ένα δώρο σε μένα…».
Εύη Μποτσαροπούλου