Ο Πηνειός ποταμός συντροφεύει γεωλογικά τη Λάρισα εδώ και χιλιάδες χρόνια και η ιστορία της πόλης μας έχει ταυτισθεί διαχρονικά με την ύπαρξή του.

Αν προσέξει κάποιος τη διαδρομή του ποταμού, καθώς διασχίζει την πόλη, θα διαπιστώσει ότι στην πορεία του δημιουργείται μια μεγάλη καμπύλη γύρω από τη σημερινή περιοχή της συνοικίας Αμπελοκήπων (Ταμπάκικα), η οποία φαίνεται σαν να αγκαλιάζει το κομμάτι αυτό της Λάρισας. Ο Πηνειός όλα αυτά τα χρόνια ήταν για τη Λάρισα ευλογία, αλλά και συμφορά. Ευλογία γιατί τα νερά του λίπαιναν τα εδάφη και τα καθιστούσαν εύφορα και συμφορά γιατί οι συχνές πλημμύρες κατέστρεφαν την πόλη, ιδίως τις παραπήνειες περιοχές, προκαλούσαν πολλά θύματα και προξενούσαν ανυπολόγιστες ζημιές στις καλλιέργειες.

Κατά τη διάρκεια των 458 χρόνων της Τουρκοκρατίας ο Πηνειός είχε για τους υπόδουλους και έναν άλλο οδυνηρό προορισμό, την εκτέλεση των χριστιανών όταν για οποιαδήποτε αιτία καταδικάζονταν από τα οθωμανικά δικαστήρια. Οι καταδίκες σε θάνατο ήταν οι συνηθέστερες ποινές ακόμη και για απλά πταίσματα και τις περισσότερες φορές αυτό γινόταν για καθαρά ιδιοτελείς σκοπούς. Συνήθως δημευόταν η περιουσία του καταδικασμένου και περιερχόταν απ’ ευθείας στην ιδιοκτησία του πασά της Λάρισας. Όπως ήταν φυσικό, η διαδικασία αυτή απέφερε στον Τούρκο προύχοντα αμύθητα πλούτη.
Τη θανατική ποινή εκτελούσαν με διάφορους και πολλές φορές ευφάνταστους τρόπους. Ο στραγγαλισμός, ο αποκεφαλισμός με τσεκούρι ή γιαταγάνι και ο απαγχονισμός ήταν ακαριαίοι και κατά κάποιο τρόπο «ευεργετικοί» θάνατοι.

Η παράδοση αναφέρει ότι περίπου στη σημερινή γωνία των σημερινών οδών Βενιζέλου και Ηφαίστου υπήρχε κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας ένας μεγάλος πλάτανος, από τα κλαδιά του οποίου κρεμούσαν πολλούς χριστιανούς κατάδικους. Η εκτέλεση αυτή γινόταν δημόσια προς παραδειγματισμό. Υπήρχαν όμως και μαρτυρικοί τρόποι εκτέλεσης, η αναφορά των οποίων προξενεί ακόμα και σήμερα δέος και αποτροπιασμό. Στη Λάρισα εφαρμοζόταν η ποινή του πνιγμού στο ποτάμι, αλλά με ιδιαίτερα βάρβαρο τρόπο και ενώπιον του μουσουλμανικού κοινού. Ειδικοί τελάληδες περιέτρεχαν στις συνοικίες της πόλης και προειδοποιούσαν τους κατοίκους, οι οποίοι κατέκλυζαν τη γέφυρα και τις όχθες του Πηνειού για να απολαύσουν την καταδίκη, αφού η θανάτωση ενός «άπιστου» με τρόπο μαρτυρικό αποτελούσε για τους κατακτητές ένα συγκλονιστικό θέαμα.

Ο μελλοθάνατος μεταφερόταν στο κέντρο της γέφυρας και αφού του αφαιρούσαν τα ρούχα και του έδεναν χέρια και πόδια, τον στρίμωχναν σε ένα τσουβάλι. Έδεναν σφιχτά το στόμιο και δύο χειροδύναμοι δήμιοι τον σήκωναν ψηλά και από το ύψος της γέφυρας τον πετούσαν, υπό τις ιαχές του πλήθους, μέσα στο νερό. Ο εγκλωβισμένος κατάδικος δεν είχε καμία πιθανότητα επιβίωσης και ο πνιγμός του ήταν μαρτυρικός. Δεν απέμενε πλέον παρά μόνον η αναζήτηση του πτώματος από τους συγγενείς την επομένη του πνιγμού, για να κηδευθεί και να ενταφιασθεί σύμφωνα με το χριστιανικό τελετουργικό.

Ο δημοσιογράφος Κώστας Περραιβός περιγράφει έναν άλλον περίεργο τρόπο πνιγμού στα νερά του Πηνειού που λέγεται ότι εφάρμοσε ο Σουλτάνος Μωάμεθ ο Δ’ όταν βρισκόταν στη Λάρισα το 1668-1669. Ο τρόπος αυτός έδινε όμως κάποια μικρή δυνατότητα στον μελλοθάνατο να επιβιώσει. Αντιγράφουμε από τον Περραιβό: «Όταν οι Τούρκοι αποφάσισαν να κυριεύσουν την Κρήτη που κατεχόταν από τους Ενετούς, ο τότε Σουλτάνος μετέφερε την έδρα του από την Κωνσταντινούπολη στη Λάρισα. Οι Ενετοί και μαζί με αυτούς και οι Κρήτες αντιστάθηκαν για κάμποσο διάστημα, αλλά τελικά υπέκυψαν γιατί η υπεροχή των Τούρκων ήταν συντριπτική.

Οι κατακτητές δεν συγχώρεσαν τους Κρήτες που συντάχθηκαν με τους Ενετούς και όσους δεν χάλασαν (δηλ. σκότωσαν) επί τόπου, τους μετέφεραν στην ηπειρωτική Ελλάδα για να τους έχουν σκλάβους τους. Τους καπεταναίους τους έφεραν στη Λάρισα για να τους τιμωρήσει ο Σουλτάνος. Για να έχει τη χαρά της εκδικήσεως σοφίσθηκε τον εξής τρόπο θανατώσεως. Έβαλε και έκοψαν μεγάλα καβάκια [1] με κορμούς ευθύτατους και κυλινδρικούς. Τους κορμούς αυτούς τους έδεσαν κορυφή με κορυφή και έτσι σχημάτιζαν ένα μακρότατο μονόξυλο, που έπιανε από τη μια ίσαμε την άλλη όχθη του Πηνειού. Το στερέωσαν με πασσάλους και μια ορισμένη ημέρα κάλεσε τους ομοθρήσκους του να απολαύσουν το συναρπαστικό θέαμα. Ο ίδιος με τους αυλικούς και τους αξιωματούχους του πήρε θέση σε μια εξέδρα πάνω στη γέφυρα. Έπειτα κουβαλήθηκαν οι Κρήτες καπεταναίοι και παρατάχθηκαν στη δεξιά όχθη. Την ίδια ώρα οι ντελάληδες (κήρυκες) βροντοφωνούσαν:

—Όποιοι από τους Γκιαούρηδες μπορέσετε να περάσετε πάνω από τη μονόξυλη γέφυρα και φθάσετε στην απέναντι όχθη, ο πολυχρονεμένος μας Πατισάχ σας χαρίζει τη ζωή και είστε ελεύθεροι να πάτε όπου θέλετε.

Ο πρώτος δεν έκανε παρά λίγα βήματα. Δεν μπόρεσε να ισορροπήσει και έπεσε. Ο Σαλαμπριάς [2] τον έφαγε. Την ίδια τύχη είχαν και οι άλλοι που ακολούθησαν. Ένας όμως απ’ αυτούς τα κατάφερε να ισορροπήσει και έφθασε στην άλλη όχθη, οπότε άκουσε την κραυγή «Φύγε σκύλε». Και αυτός έφυγε τρέχοντας. Πήρε τα βουνά και έφθασε στο Λιβάδι Ελασσόνος. Εκεί βρήκε στοργή και αγάπη από τους κατοίκους και εγκαταστάθηκε μόνιμα. Λεγόταν Συνεφάκης» [3].
Ωραίες παραδοσιακές ιστορίες, που μπορεί μεν να μην είναι εντελώς αληθινές, όμως στην αφήγησή τους κρύβουν βαθιά τους καημούς και τα πάθη των χριστιανών της τουρκοκρατίας.
_________________________________
[1]. Είναι οι γνωστές λεύκες, δένδρα με ψηλό και ίσιο κορμό, τα οποία αναπτύσσονται σε υγρά μέρη, κυρίως στις όχθες των ποταμών.
[2]. Σαλαμπριάς είναι η μεσαιωνική ονομασία του Πηνειού, γνωστή ακόμη και σήμερα στους παλαιότερους.
[3]. Ολύμπιος (Περραιβός Κώστας), Ιστορίες σχετικές με τον Πηνειό, εφ. «Λάρισα», φύλλο της 2ας Φεβρουαρίου 1981.

Στη φωτογραφία πάνω: Το Πράσινο τέμενος (τζαμί του Χασάν μπέη) και η μεγάλη λίθινη γέφυρα της Λάρισας επί του Πηνειού. Από το βιβλίο του Clive Bigham «With the Turkish Army in Thessaly».
Χρονολογία: 1897. (Επιχρωματισμένη μέσω τεχνητής νοημοσύνης)

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου / [email protected] / Φωτοθήκη Λάρισας

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω