Ο Πηνειός είναι ο τρίτος μεγαλύτερος ποταμός της Ελλάδας. Το συνολικό μήκος του αγγίζει τα 216 χιλιόμετρα και αποτελεί πηγή ζωής του Θεσσαλικού κάμπου. Τις τελευταίες δεκαετίες η υπεράντληση και η ρύπανση απειλούν το μέλλον του.
Χαρακτηριστική είναι η αρχική αεροφωτογραφία που δείχνει ότι τα νερά λόγω της χαμηλής στάθμης του ποταμού λιμνάζουν και δεν εκβάλουν στην θάλασσα.
Κάθε καλοκαίρι πολλά σημεία κοντά στην κοίτη του, κυρίως στην περιοχή των Τρικάλων, θυμίζουν έρημο, λόγω υψηλών θερμοκρασιών και της υπεράντλησης των υδάτων.
Ο Πηνειός αποτελεί τον μοναδικό υδάτινο αποδέκτη για τη Θεσσαλία, με αποτέλεσμα όλες οι παραγωγικές δραστηριότητες των περιοχών που διασχίζει να αντλούν νερό από αυτόν. Σε συνδυασμό με τη μεγάλη μείωση της παροχής του κατά τους θερινούς μήνες, η ποιότητα των νερών του επιβαρύνεται ολοένα και περισσότερο.
Η “υπεράντληση” των υδάτων και η ρύπανση έχουν κατατάξει τον Πηνειό στη δεύτερη θέση της λίστας με τους πιο μολυσμένους ποταμούς της Ευρώπης. Σε όλες τις μετρήσεις έχουν βρεθεί υπολείμματα οργανοφωσφορικών φυτοφαρμάκων, αλλά και οργανικά απόβλητα, πιθανότατα από το τυρόγαλο που εναποθέτουν οι πολλές γαλακτοβιομηχανίες που βρίσκονται κατά μήκος του Πηνειού.
Δεν είναι μόνο η ρύπανση από λάδια, πετρέλαιο και άλλα υλικά. Γίνονται παράνομες αμμοληψίες με βαρέως τύπου οχήματα, και καταστρέφεται η φυσική ροή του ποταμού και τα παρόχθια χωράφια απειλούνται τους χειμερινούς μήνες με πλημμύρες.
Η ιστορία του Πηνειού
Οι πηγές του βρίσκονται στην Πίνδο. Σε όλο το μήκος του ενσωματώνονται δεκάδες παραπόταμοι της Δυτικής Θεσσαλίας, με κυριότερους τον Τιταρήσιο, τον Εννιπέα, τον Καλέτζη και τον Ληθαίο.
Ρέει στα στενά της Καλαμπάκας, φτάνει στο θεσσαλικό κάμπο, όπου διασχίζοντας το πέρασμα της Κοιλάδας των Τεμπών, μεταξύ Ολύμπου και Όσσας, εκβάλλει στο Αιγαίο δημιουργώντας το Δέλτα του κοντά στην περιοχή Στόμιο.
Στα χρόνια του Μεσαίωνα το ποτάμι ονομαζόταν “Σαλαβριάς”
Η βυζαντινή πριγκίπισσα, Άννα Κομνηνή, φέρεται να τον αποκάλεσε για πρώτη φορά έτσι το 1150 μ.Χ.. Για αρκετά χρόνια τον αποκαλούσαν και “Λυκόστομο”, από τη μεσαιωνική ονομασία της Κοιλάδας των Τεμπών, Λυκοστόμιο. Από αυτή τη λέξη προέκυψε και η τούρκικη ονομασία του ποταμού, “Κιουστούμ” ή “Κιοστέμ”.
Σπανιότερα, συναντάται και ως “Αμπάμπα” από τη λέξη “Μπαμπά”, που ήταν το όνομα του οικισμού των Τεμπών.
Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία, ο Πηνειός, όπως και όλοι οι ποταμοί, ήταν γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, από τον οποίο κατάγεται το γένος των Λαπιθών. Ο ποταμίσιος θεός ενώθηκε στα φαράγγια της Πίνδου με τη νύμφη Κρέουσα και από την ένωσή τους γεννήθηκαν ο Υψέας, η Στίλβη και η ιέρεια της Μητέρας Γης και νύμφη, Δάφνη.
Πλούσια βιοποικιλότητα
Παρά τα προβλήματά του παραμένει ένας από τους πιο πλούσιους ποταμούς σε βιοποικιλότητα. Στο μεγαλύτερο τμήμα του καλύπτεται από μεγάλα παρόχθια δάση με ιτιές, λεύκες, πλατάνια, σκλήθρα, σφενδάμια και πικροκαστανιές, ενώ λίγο ψηλότερα αναπτύσσονται ελατοδάση και δρυοδάση.
Τα παραποτάμια δάση που εκτείνονται λίγα χιλιόμετρα πριν τα Τέμπη μέχρι και τις εκβολές του θεωρούνται από τα ομορφότερα της Ελλάδας.
Η ορνιθοπανίδα που αναπτύσσεται κατά μήκος του ποταμού περιλαμβάνει δεκάδες είδη που διαδέχονται το ένα το άλλο ανάλογα με την περιοχή. Στις πιο ορεινές περιοχές μπορεί να συναντήσει κανείς από φιδαετούς και πετρίτες μέχρι μπούφους και ξεφτέρια.
Κοντά στις εκβολές ζουν καλαμόκιρκοι ενώ σε όλο το μήκος του συναντά κανείς κιρκινέζια, γερακίνες, σαΐνια και άλλα. Στα χωράφια κοντά στο ποτάμι ζουν λευκοί πελαργοί, σταχτοτσικνιάδες, κάργιες και χαβαρόνια.
Στα ορεινά δάση πριν την Καλαμπάκα, ζουν αρκούδες, λύκοι, ζαρκάδια και αγριόγατοι. Άλλα θηλαστικά που συναντώνται είναι οι αγριόχοιροι, οι αλεπούδες, οι ασβοί, τα κουνάβια, οι νυφίτσες, οι σκίουροι και οι δεντρομυωξοί.
Ο Πηνειός διακρίνεται για την εξαιρετικά πλούσια ιχθυοπανίδα του που περιλαμβάνει 29 είδη.
mixanitouxronou.gr