Xαμηλότερη κιλοβατώρα σε σχέση με τα σταθερά τιμολόγια της αγοράς πληρώνουν τα νοικοκυριά που δικαιούνται την κρατική επιδότηση, η οποία δίνεται μόνο για τις κύριες κατοικίες.

Αντίθετα, όσοι οικιακοί καταναλωτές δεν είναι δικαιούχοι των ενισχύσεων, δηλαδή δεν έχουν δική τους κύρια κατοικία, θα πρέπει να αναζητήσουν τη λύση των σταθερών τιμολογίων ρεύματος που διαθέτουν οι πάροχοι. Και πάλι, για να τους συμφέρει η συγκεκριμένη επιλογή θα πρέπει να βρουν εκείνα με τις χαμηλότερες χρεώσεις. Οι εταιρείες ενέργειας παρέχουν σταθερά τιμολόγια για 12 μήνες με τιμές που κυμαίνονται από 0,229 ευρώ έως και 0,35 ευρώ ανά κιλοβατώρα.

Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα που έχουν κάνει «ΤΑ ΝΕΑ» επιδιώκοντας να δώσουν απάντηση στο ερώτημα χιλιάδων καταναλωτών ως προς το ποια είναι η πλέον συμφέρουσα επιλογή για να ξεφουσκώσουν τους λογαριασμούς τους. Ειδικότερα και σύμφωνα με παραδείγματα που επεξεργάστηκε η εφημερίδα ως προς το πότε συμφέρει και πότε όχι η επιλογή των σταθερών τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας:

Οι οικιακοί καταναλωτές που καίνε ρεύμα κάτω από 1.200 κιλοβατώρες το τετράμηνο για την κύρια κατοικία τους πληρώνουν με την επιδότηση και τις εκπτώσεις των παρόχων 0,15 ευρώ/κιλοβατώρα. Χωρίς την κρατική ενίσχυση η χρέωση αυτή εκτοξεύεται πάνω από τα 0,33 ευρώ/κιλοβατώρα. Τα σταθερά τιμολόγια ρεύματος που διαθέτουν οι προμηθευτές, όπως προαναφέρθηκε, κυμαίνονται από τα 0,229 έως και τα 0,35 ευρώ/κιλοβατώρα.

Για παράδειγμα, ένα νοικοκυριό με κατανάλωση 875 κιλοβατώρες στο τετράμηνο πληρώνει λογαριασμό, έχοντας επιδοτηθεί από κράτος και λάβει και την έκπτωση του προμηθευτή, 134,51 ευρώ. Αρα η τιμή της κιλοβατώρας διαμορφώνεται στα 0,153 ευρώ.

Χωρίς την επιδότηση, με τη ρήτρα αναπροσαρμογής (αυξήσεις), θα πλήρωνε 289,87 ευρώ. Αρα η τιμή της κιλοβατώρας διαμορφώνεται στα 0,331 ευρώ.

Συνεπώς στη συγκεκριμένη περίπτωση τον καταναλωτή, εφόσον είναι δικαιούχος της επιδότησης, τον συμφέρει να μην επιλέξει σταθερή χρέωση, από τη στιγμή που ο λογαριασμός ρεύματός του επιδοτείται και είναι κάτω από τις 1.200 κιλοβατώρες.

Αν επιλέξει πρόγραμμα σταθερής χρέωσης, ενώ είναι δικαιούχος της επιδότησης, και μάλιστα με τη χαμηλότερη τιμή των 0,229 ευρώ, τότε θα πληρώνει για την ίδια κατανάλωση 200,37 ευρώ. Δηλαδή θα είχε επιβάρυνση 65,86 ευρώ σε σχέση με το ποσό που θα πλήρωνε για τον λογαριασμό με επιδότηση ρεύματος. Αν όμως δεν είναι δικαιούχος της επιδότησης, τότε τον συμφέρει να επιλέξει σταθερό τιμολόγιο, και πάλι θα πρέπει να αναζητήσει το φθηνότερο της αγοράς.

Οικιακός καταναλωτής που καταναλώνει ρεύμα πάνω από 1.200 κιλοβατώρες το τετράμηνο για την κύρια κατοικία του, και συγκεκριμένα 2.367 κιλοβατώρες. Με την επιδότηση και την έκπτωση του παρόχου πληρώνει 0,225 ευρώ/κιλοβατώρα. Χωρίς την κρατική ενίσχυση, η τιμή της κιλοβατώρας εκτινάσσεται στα 0,338 ευρώ/κιλοβατώρα.

Πιο αναλυτικά, το νοικοκυριό που καίει 2.367 κιλοβατώρες το τετράμηνο πληρώνει λογαριασμό με την κρατική επιδότηση και την έκπτωση του προμηθευτή 532,32 ευρώ. Αρα η τιμή της κιλοβατώρας διαμορφώνεται στα 0,225 ευρώ.

Αν η οικογένεια δεν ήταν δικαιούχος της επιδότησης, με τη ρήτρα αναπροσαρμογής (αυξήσεις) θα πλήρωνε 801,91 ευρώ. Δηλαδή η τιμή της κιλοβατώρας εκτοξεύεται στα 0,338 ευρώ/κιλοβατώρα. Αν το συγκεκριμένο νοικοκυριό, εφόσον δικαιούται την επιχορήγηση, μετακινηθεί στο χαμηλότερο σταθερό τιμολόγιο της αγοράς (0,229 ευρώ/κιλοβατώρα), θα πληρώσει 542,04 ευρώ. Δηλαδή 10 ευρώ περισσότερα σε σχέση με τον επιδοτούμενο λογαριασμό του. Στην περίπτωση όμως που δεν δικαιούται την κρατική ενίσχυση, τότε είναι προς το συμφέρον του να επιλέξει σταθερό τιμολόγιο, και πάλι όμως κάνοντας επισταμένη έρευνα αγοράς για να βρει τη χαμηλότερη χρέωση.

Τι έδειξε η έρευνα της ΡΑΕ

Σε εξέλιξη έχει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας έρευνα κατά πόσον οι προμηθευτές ενέργειας περιλαμβάνουν στην γκάμα τους σταθερά τιμολόγια. Πληροφορίες των «ΝΕΩΝ» αναφέρουν ότι έχουν εντοπιστεί πάροχοι που προσφέρουν πλέον τα συγκεκριμένα προϊόντα ή έχει συγκεντρώσει καταγγελίες, ελάχιστες βέβαια, για ολιγωρία στην ικανοποίηση αιτημάτων πελατών τους για σταθερά τιμολόγια. Πηγές της ΡΑΕ σημειώνουν πως αν και η Αρχή από το 2020 έχει αποφασίσει την υποχρεωτική παροχή τέτοιων προγραμμάτων, εντούτοις το υπουργείο Ενέργειας δεν έχει ενσωματώσει τη σχετική απόφασή της στον Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας. Αρα οι εταιρείες δεν παρανομούν.

Πηγή: ΟΤ

Περισσότερα Εδω