Ήταν αρχές του ’90, ο Βασίλης Καρράς ήδη είχε αποκτήσει τεράστια φήμη όχι μόνο στον τόπο καταγωγής του, στη Θεσσαλονίκη, αλλά και στην Ελλάδα, κάνοντας πλήθος επιτυχιών που έπαιζαν πρωί και βράδυ στα ραδιόφωνα όλης της χώρας. Τραγουδούσε στην «Καλύβα» στην οποία κάθε βράδυ γινόταν… λαϊκό προσκύνημα. Μεταξύ των θαμώνων, κι ένας Λαρισαίος, ο Γιώργος Παπαχαραλάμπους.

Λάτρης της λαϊκής μουσικής, ο Γιώργος είχε κυριολεκτικά «κολλήσει» με τα τραγούδια του ανθρώπου που με τον ιδιαίτερο και βαρύ τόνο, μιλούσε στις κατευθείαν στις «καρδιές». Σχεδόν κάθε δεύτερη μέρα, έκανε το ταξίδι από Λάρισα για Θεσσαλονίκη, μόνον για να τον ακούσει. Η φιγούρα του Γιώργου έμοιαζε καταπληκτικά με τον αγαπημένο κουμπάρο του τραγουδιστή, που «έφυγε» πρόωρα σε τροχαίο. Η γνωριμία δεν άργησε να γίνει. Ο Καρράς πλησίασε στα πρώτα τραπέζια και τον ρώτησε «σε βλέπω σχεδόν κάθε μέρα εδώ γιατί…;» Η απάντηση ήταν εκείνη που «έδεσε» τους δύο σε μία φιλία 40 χρόνων: «Για πάρτι σου, γιατί μου αρέσουν τα τραγούδια σου…»

Έκτοτε ο Λαρισαίος διατήρησε μία στενή φιλία με τον διάσημο τραγουδιστή, η οποία πέρασε σε οικογενειακό επίπεδο. Περνούσαν χρόνο μαζί, παρέα, εκδρομές, πέρα από τα φώτα της νύχτας.

Λίγο μετά τη θλιβερή είδηση του θανάτου του, ο Γιώργος Παπαχαραλάμπους θυμάται μιλώντας στο onlarissa.gr εκείνες τις μέρες: «Τον γνώρισα πριν από 40 χρόνια στη Θεσσαλονίκη, στο μαγαζί που τραγουδούσε, στην «Καλύβα». Πήγαινα σχεδόν βράδυ παρά βράδυ. Ταίριαξαν τα χνώτα μας. Ο Βασίλης είχε τότε ένα μάνατζερ, τον κουμπάρο του Δημήτρη Καραηλία. Αν δείτε φωτογραφία, είναι σα να ήμασταν δίδυμοι. Αυτός σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα, γι’ αυτό γράφτηκε και το τραγούδι «Δημήτρη χάνομαι». Τότε κάναμε παρέα, ήμασταν «τριπλέτα θανάτου» (χαμογελάει). Ανέβαινα από τη Λάρισα Θεσσαλονίκη βράδυ παρά βράδυ και γουστάριζε, έλεγε «αδερφέ γιατί έρχεσαι», του έλεγα «για πάρτη σου, γιατί μου αρέσουν τα τραγούδια σου». Και από τότε μαζί εκδρομές, οικογένεια… 40 χρόνια. Πήγα σπίτι του, ήρθε σπίτι μου…»

Ο Γιώργος περιγράφει έναν άνθρωπο ευθύ, λαϊκό που δεν αλλοτριώθηκε από τη δόξα και το χρήμα. «Ήταν ψυχούλα σαν άνθρωπος. Καθαρά λαϊκός τύπος. Βαρύς τύπος, αλλά ψυχούλα. Ήταν ευθύς και τα έλεγε όλα στα ίσια, όσα είχε να σου πει. Δεν είχε υπεκφυγές και δικαιολογίες στο λεξιλόγιό του. Βρισκόμασταν στους Αμπελόκηπους σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων, το έχει ένας φίλος του. Πηγαίναμε καθόμαστε εκεί, καθόμασταν πάνω σε τενεκέδες από λάδια, ψήναμε και κάναμε χαβά μέσα στο συνεργείο. Ο Βασίλης δεν ήταν κυριλές».

Ειρωνεία της τύχης, όπως εξηγεί, ήταν η αγαπημένη ατάκα του Καρρά: «Μία κουβέντα πάντα έλεγε ο Βασίλης, σαν την υγεία δεν υπάρχει. Αυτό ήταν το σλόγκαν του».

Θυμάται την τελευταία του επικοινωνία και κομπιάζει: «Πριν από 15 ημέρες. Τηλεφωνικά μόνο μιλήσαμε. Δε μπόρεσα να πάω να τον δω γιατί ήταν δύσκολα, έκανε τις θεραπείες του. Σε περιμένω να έρθεις να σε. Δω, να ανταμωθούμε, αλλά δεν πρόλαβα…»

Τέτοιοι άνθρωποι όμως δεν πεθαίνουν ποτέ. Ζουν μέσα από τα τραγούδια που άγγιξαν και μεγάλωσαν γενιές. Κι όπως ο Γιώργος εξηγεί με αίσθημα ανακούφισης, «όταν πεθαίνεις τη μέρα που γεννιέται ο Χριστός, οι ουρανοί είναι ανοιχτοί και πηγαίνεις στον παράδεισο».

Α.Ρ.

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω