Ο Κώστας Βουδούρης εάν ήξερε να κάνει κάτι καλά στη ζωή του ως πρώην αστυνομικός και έμπειρος συνδικαλιστής ήταν να διαχειρίζεται κρίσεις. Με την ίδια ψυχραιμία θέλησε να διαχειριστεί και τον κορωνοϊό όταν διαγνώστηκε θετικός. Πως όμως να είσαι ψύχραιμος απέναντι στον υπέρτατο φόβο για τη ζωή σου; Ο ίδιος απαντά πως όταν λίγες ημέρες πριν έχεις χάσει αδελφό από την ασθένεια και όταν νοσηλεύεσαι στον ίδιο θάλαμο με άνθρωπο που του φέρνουν τα ρούχα της συζύγου του από την εντατική, τότε έχεις πάρει την απόφαση πως όλα τελειώνουν.
Σε ένα χαρτί έγραψε τις τελευταίες του επιθυμίες και ζήτησε να τις δώσουν οι γιατροί σε δύο έμπιστα σε αυτόν πρόσωπα.
«Δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Πίστευα πως θα πεθάνω, το είχα αποδεχτεί όσο το οξυγόνο υποχωρούσε όλο και περισσότερο και έπρεπε ψύχραιμα να σκεφτώ τι αφήνω πίσω. Ούτε στη σύζυγο μου δεν εκμυστηρεύτηκα τι είχα κάνει για να μην την τρομάξω», είπε ο ίδιος στα “gegonota”.
Την Πρωτοχρονιά του 2021 πεθαίνει ο αδελφός του από κορωνοϊό. Η θλίψη της μεγάλης απώλειας, το πένθος και ο φόβος τον καθήλωναν σπίτι. Περίμενε να ανοίξει η πλατφόρμα για τον εμβολιασμό του και μόλις συμβαίνει αυτό κάνει την πρώτη δόση του εμβολίου.
Μια τυχαία συνάντηση με φιλικά πρόσωπα, χωρίς μάσκες, πριν αποκτήσει ανοσία, ήταν αρκετή για να κολλήσει. Στις 9 Μαρτίου κάνει τεστ ενώ παρουσίαζε ήπια συμπτώματα.
Επικοινωνεί με τον γιατρό του, λαμβάνει αγωγή και οδηγία για άμεση μεταφορά στο Νοσοκομείο εάν αισθανθεί δυσφορία. Λίγες ημέρες αργότερα αισθάνεται να καταρρέει. Με ασθενοφόρο μεταφέρεται στο Νοσοκομείο και το οξυγόνο του ήταν στο 87. Έφτασε με οξυγόνο στο 84 και αμέσως εισάγεται σε κλινική covid με πνευμονία.
«Πείθω τον εαυτό μου πως δεν πρέπει να στεναχωριέμαι, πως πρέπει να είμαι ψύχραιμος και να δώσω αγώνα για να αποφύγω τη διασωλήνωση, αλλά το οξυγόνο δεν ανεβαίνει. Δεν είχα οξυγόνο. Ούτε κουράγιο να πιάσω στυλό δεν είχα. Κάθε βήμα που έπρεπε να κάνω ήταν Γολγοθάς. Η μόνη επαφή με τον κόσμο ήταν οι γιατροί και οι νοσοκόμες στο Νοσοκομείο. Ό,τι και να πω θα είναι λίγο γι’ αυτούς τους ανθρώπους και για το επίπεδο της νοσηλείας. Δεν μπορώ να διανοηθώ πως υπήρξαν άνθρωποι που επιτέθηκαν σε αυτό το προσωπικό, στο Νοσοκομείο ολόκληρο, αλλά το διαδίκτυο είναι πιο μαύρο από τον κορωνοϊό. Μπαίνανε στις κλινικές και μόνο τους κλόουν δεν κάνανε για να μας δίνουν κουράγιο, για να μη μας αγχώνουν, για να μην μας μεταφέρουν τους φόβους τους για την πορεία της υγείας μας.
Όλες οι συζητήσεις όμως είχαν ειλικρίνεια. Ήξερα πως η κατάστασή μου με οδηγούσε στη διασωλήνωση, δηλαδή στο κενό και κατά πάσα πιθανότητα στο θάνατο… και ξαφνικά γίνεται το θαύμα και το οξυγόνο ανεβαίνει. Κατάλαβα πως ο κορωνοϊός λειτουργεί σε κάθε άνθρωπο διαφορετικά και το μόνο που είναι ίδιο είναι η μοναξιά. Δύο εβδομάδες μέσα στην κλινική και είδα τα πάντα αλλιώς. Η πιο μαύρη στιγμή ήταν όταν διασωληνώθηκε η σύζυγος ενός ανθρώπου που βρισκόταν στο διπλανό κρεβάτι και έφεραν τα πράγματά της στον θάλαμο. Μετά από λίγες ημέρες η γυναίκα πέθανε αλλά εκείνος δεν το έμαθε. Του το είπαν αργότερα τα παιδιά του.
Τι σκεφτόμουν όλες αυτές τις ημέρες μεταξύ ζωής και θανάτου; Τίποτα. Κενό. Ήμουν απρόσμενα ψύχραιμος, αλλά στο μυαλό μου είχα συνεχώς τον αδελφό μου. Συμβιβάστηκα με την ιδέα του θανάτου, αλλά με αυτή την ιδέα είμαι γενικώς συμβιβασμένος από χρόνια και δεν φοβάμαι».
Τι σκέφτεται σήμερα που το «κύμα» των αρνητών θεριεύει;
«Δεν μπορώ να πείσω κανέναν, δεν ακούνε. Θέλω να φωνάξω… «εύχομαι να μην περάσει κανείς άνθρωπος όσα πέρασα εγώ και χιλιάδες άλλοι. Ρισκάρουν τη ζωή τους και των διπλανών τους . Όσες συζητήσεις έχω κάνει με αρνητές κανείς δεν ακούει. Δεν είμαστε ηθοποιοί, άνθρωποι είμαστε που ζήσαμε με τη βοήθεια των γιατρών, που είχαμε ίσως τύχη ή δεν ξέρω και εγώ από ποιους άλλους παράγοντες που σχετίζονται με το ανθρώπινο DNA. Άνθρωποι είμαστε που ζούμε με προβλήματα υγείας που πρέπει να αντιμετωπίζουμε καθημερινά γιατί ο κορωνοϊός μας χτύπησε βαριά. Είμαστε άνθρωποι που χάσαμε τα αδέρφιά μας. Όποιος νομίζει πως αξίζει να αποχαιρετήσει τη ζωή, να πει αντίο σε όλα, ας εξακολουθεί να μην εμβολιάζεται», κατέληξε.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ