Ο Στέργιος Μικρούτσικος, ο γιος του σπουδαίου συνθέτη Θάνου Μικρούτσικου, μίλησε στη «Real Life» και τη Νίκη Κώτσου για την πρώτη του παράσταση και για τα μελλοντικά του σχέδια, ενώ μοιράστηκε το πάθος του για την υποκριτική. Το θεατρικό του ντεμπούτο έγινε πριν από λίγες ημέρες με το έργο «Η μέρα της φούστας, στο θέατρο «Δίπυλον».
Ο Στέργιος Μικρούτσικος μεγάλωσε σε ένα σπίτι όπου ο πατέρας του, Θάνος Μικρούτσικος, συνέθετε τα σπουδαία μουσικά έργα του και η μητέρα του, η δημοσιογράφος και συγγραφέας Μαρία Παπαγιάννη έγραφε βιβλία και θεατρικές παραστάσεις για παιδιά.
«Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου ήταν πολύ ζωντανή η τέχνη. Από μουσικές μέχρι παραστάσεις, μέχρι τα πάντα! Με θυμάμαι από 5,6 ετών να θέλω πολύ να πηγαίνω να βλέπω τις παραστάσεις των γονιών μου», αναφέρει.
Μέχρι να τον κερδίσει η αγάπη του για το θέατρο πέρασε από διάφορα στάδια, καθώς στην αρχή ονειρευόταν να γίνει ποδοσφαιριστής κι έπειτα μάγειρας. Αν και πέρασε στο Ιστορικό Αρχαιολογικό, σε μία παράσταση που είδε το 2019, την οποία είχε γράψει η μητέρα του με την ομάδα «C for Circus» και την είχε «ντύσει» μουσικά ο πατέρας του, συνειδητοποίησε τι ήταν αυτό που του άρεσε περισσότερο απ’ όλα. Έτσι, το 2021 μπήκε στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
«Ο λόγος που ξεκίνησα να το κάνω αυτό ήταν επειδή περνούσα πάρα πολύ ωραία. Τώρα πια έχω πιάσει τον εαυτό μου να λέω ότι δεν ξέρω τι άλλο θα μπορούσα να κάνω. Μου αρέσει πάρα πολύ να βλέπω ταινίες, να διαβάζω βιβλία… Μου αρέσει όλη η διαδικασία από τη στιγμή που παίρνεις ένα έργο, που πρέπει να δεις τις αναφορές και να διαβάσεις πράγματα, μέχρι να φτάσεις στη θέση να κατανοήσεις αρκετά, να είσαι σε μια επικοινωνία με τους ανθρώπους που συνεργάζεσαι και να μπαίνεις σε ρόλους και σε έργα, τα οποία δεν είχες φανταστεί ποτέ ότι θα μπορέσεις να κάνεις. Είναι ένας τρόπος έκφρασης που εμένα με γοητεύει πολύ», λέει χαρακτηριστικά στη «Real life».
Όπως θα συμβουλευόταν κάθε παιδί τον πατέρα του για κάθε νέα σκέψη του, το ίδιο ακριβώς είχε σκεφτεί και ο Στέργιος Μικρούτσικος: «Δεν πρόλαβα. Θα ήθελα πάρα πολύ να μπορώ να τον ρωτήσω. Ίσα-ίσα πρόλαβα να μοιραστώ ότι κατά πάσα πιθανότητα θα έδινα εξετάσεις για το Εθνικό. Ούτε καν πρόλαβε να με δει στη σχολή, αφού μπήκα έναν περίπου χρόνο μετά.
Στην ερώτηση αν του αφιερώνει το ντεμπούτο του, ο ίδιος, απαντά: «Δεν ξέρω αν το αφιερώνω ακριβώς. Σίγουρα τον έχω στο μυαλό μου και με ακολουθεί σε όλα μου τα βήματα. Από τη σχολή μέχρι τώρα είναι ένα παράδειγμα για μένα. Σε ό,τι βήματα έχω κάνει, είναι πάντα κοντά μου.
Στο έργο «Η μέρα τη φούστας» του Ζ.Π. Λίλιενφελντ, πρωταγωνιστεί η Θεοδώρα Τζήμου, η οποία υποδύεται την καθηγήτρια λογοτεχνίας σε ένα λύκειο με παραβατικούς μαθητές και στοχοποιείται γιατί δεν συμμορφώνεται με τις υποδείξεις του διευθυντή που θέλει οι μαθήτριες να μη φορούν φούστα.
«Είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο έργο, αφιερωμένο στην Ιρανή φοιτήτρια, Αχού Νταριέι που αγνοείτο ύστερα από τη σύλληψή της. Το έργο είναι πάρα πολύ δύσκολο και πάρα πολύ όμορφο. Είναι μια αρκετά διαφορετική θεατρική διασκευή της ταινίας του 2008. Υποδύομαι ένα παιδί που έχει δεχτεί πάρα πολύ βία στο παρελθόν», λέει αναφερόμενος στη φοιτήτρια που εξαφανίστηκε ξαφνικά, μετά την κίνησή της να βγάλει τα ρούχα της σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την παρενόχληση που είχε υποστεί από φύλακες επειδή δεν φορούσε χιτζάμπ.
Ενώ η υποκριτική βρίσκεται στο επίκεντρο των φιλοδοξιών του, θα επιθυμούσε μία διαφορετική προσέγγιση στην τέχνη, μακριά από την Αθήνα.
«Θέλω πάρα πολύ να συνεχίσω να ασχολούμαι με την υποκριτική. Θα ήθελα πάρα πολύ να δουλέψω στον κινηματογράφο, είτε παίζοντας είτε κάνοντας ταινίες. Ο κινηματογράφος είναι η μεγάλη μου αγάπη. Σίγουρα θα ήθελα να υπήρχε κάποια περίοδος στη ζωή μου που δεν θα ζούσα στην Αθήνα. Να ζούσα ίσως σε κάποιο χωριό, σε κάποια άλλη πόλη, που θα ήταν τα πράγματα λίγο πιο ήσυχα. Μακάρι να υπήρχε η δυνατότητα. Όλοι οι ηθοποιοί αναγκάζονται να μείνουν στην Αθήνα γιατί είναι η ‘’καρδιά’’. Θα ήταν κάτι πολύ όμορφο αν θα μπορούσε αυτό να συμβεί. Να γίνει μια αποκέντρωση της τέχνης».