«Έντεκα αετοί του Ολύμπου, και του Κισσάβου τα καμάρια, που πετούν αγκαλιασμένα με της νίκης τα φτερά. Μια ψυχή μεσ’ ένα σώμα, της ΑΕΛ τα παλικάρια. Η ελπίδα της Λαρίσης των φιλάθλων η χαρά ΑΕΛ, ΑΕΛ, ΑΕΛ, ΑΕΛ, ΑΕΛ η ομάδα που σα σίφουνας σαρώνει ΑΕΛ, ΑΕΛ, ΑΕΛ, ΑΕΛ, ΑΕΛ και με δάφνες ο λαός τη στεφανώνει…» τραγουδούν δυνατά μέχρι σήμερα στα γήπεδα όλης της χώρας οι φίλαθλοι της ΑΕΛ το τραγούδι που δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ΄70 από τον τότε μαέστρο της Φιλαρμονικής του ΔΩΛ Γιάννη Τσανακά, σε στίχους Λάζαρου Τσιλιγγίρη και με τη χαρακτηριστική φωνή του Βάκη Γιαννούλη του μουσικού της μπάντας της 1ης Στρατιάς, το οποίο έμελλε να γίνει ο ύμνος της λαρισινής ποδοσφαιρικής ομάδας και ένα τραγούδι σύμβολο για ολόκληρη την πόλη.
Την ιστορία διηγείται στο onlarissa.gr o Πέτρος Χατζής, ένας εκ των μουσικών που συμμετείχε στην ηχογράφηση του ύμνου που έγινε το 1972 σε στούντιο επί της λεωφόρου Πατησίων στην Αθήνα από την οποία και εκδόθηκαν περί τα 300 δισκάκια των 45 στροφών.
Η πρώτη φορά που παίχτηκε το κομμάτι ήταν ένα βράδυ του 1971 στο κέντρο «Σαμαρίδης» στα Τέμπη. Εκεί έπαιζε τα Σαββατοκύριακα ο Πέτρος Χατζής με την ορχήστρα που είχε φτιάξει ο Αντώνης Παλιούγκας. Ένα σαββατόβραδο λοιπόν, πήγε στο μαγαζί του Σαμαρίδη ο Τσανακάς, ο Τσιλιγγίρης και ο Γιαννούλης με την παρέα τους. Στο διάλλειμα του μουσικού προγράμματος, ο Τσανακάς ρώτησε τον Πέτρο Χατζή αν θα μπορούσαν να ανέβουν για να παίξουν κάποια κομμάτια. Την τελευταία στιγμή πριν κατέβουν από τη σκηνή, αποφάσισαν να παίξουν το τραγούδι που είχε εμπνευστεί ο Γιάννης Τσανακάς για την ΑΕΛ, το οποίο είχε μόλις στοιχειωδώς ενορχηστρωθεί κατά τις ελάχιστες πρόβες που είχαν προλάβει να κάνουν. Ο Τσανακάς στο αρμόνιο, ο Χατζής να συνοδεύει στα τύμπανα, ο Βάκης Γιαννούλης στο μικρόφωνο και το παρευρισκόμενο κοινό να ενθουσιάζεται με το ρυθμό και τους στίχους…
Μετά την επιτυχία εκείνης της βραδιάς, αποφάσισαν να ξεκινήσουν συστηματικές πρόβες στο κτίριο της Φιλαρμονικής που στεγαζόταν τότε επί των οδών Παναγούλη και Ηρώων Πολυτεχνείου, στο κτίριο που μέχρι πρόσφατα λειτουργούσαν τα γραφεία του Ο.Ε.Κ., του Οργανισμού Εργατικών Κατοικιών στη Λάρισα. Οι πρόβες, που γίνονταν πάντα βράδυ καθώς οι περισσότεροι εκτελεστές της είχαν άλλα βασικά επαγγέλματα, κράτησαν ένα χρόνο περίπου και συμμετείχε όλο το δυναμικό της Φιλαρμονικής που αριθμούσε την εποχή εκείνη 50-60 άτομα.
Ο Γιάννης Τσανακάς τότε, αποφάσισε πως ήρθε η στιγμή να προχωρήσει στο επόμενο στάδιο. Με δική του πρωτοβουλία, επικοινωνεί αρχικά με την Columbia στην οποία στέλνει μια μπομπίνα με το τραγούδι της ΑΕΛ από τις πρόβες της Φιλαρμονικής που κινεί το ενδιαφέρον ενός από τους διευθυντές της πασίγνωστης εταιρίας μουσικής παραγωγής και οδηγεί σε ένα ραντεβού στα γραφεία της στην Αθήνα. Ο Τσανακάς παίρνει με το αυτοκίνητό του τον Πέτρο Χατζή, τον Χριστόφορο (Φόρη για όλους μέχρι και σήμερα) Σαμπάνη και τον Βαγγέλη Μηνά, φορτώνει τα μουσικά τους όργανα και κατεβαίνουν στην Αθηνά, όπου συναντούν τον Γεράσιμο Ιωαννίδη, τον Δημήτρη Σακελαρόπουλο τον Μαρίνο Γκουγκίδη και τον Βάκη Γιαννούλη και όλοι μαζί πηγαίνουν στο πολυπόθητο ραντεβού…
Στην Columbia, ωστόσο, βλέποντας έξι μόλις μουσικούς εκπλήσσονται διότι στην ερασιτεχνική ηχογράφηση που είχαν ακούσει από την σχετική μπομπίνα συμμετείχε όλη η Φιλαρμονική Μπάντα της Λάρισας. Καθώς είναι αδύνατον να μετακινηθεί ολόκληρη η Φιλαρμονική στην Αθήνα, ο διευθυντής της Columbia, παραπέμπει τους Λαρισαίους μουσικούς σε μία άλλη εταιρία. Εκεί, παίζουν το κομμάτι ζωντανά, χρειάζονται μάλιστα μόνο 2-3 πρόβες για να συντονιστεί ο ηχολήπτης και προχωρούν στην τελική ηχογράφηση, τόσο δεμένη ήταν μουσικά η συγκεκριμένη ομάδα…
Τη διανομή των δίσκων στη Λάρισα επιμελείται και πάλι ο Τσανακάς και κάποια δισκάκια μπαίνουν στη βιτρίνα του δισκοπωλείου του Μαρίνου Κογγίδη «Melody” στην Κούμα, ενώ εξακολουθεί ακόμη να παίζεται στα γήπεδα ο παλιός ύμνος της ΑΕΛ που είχε γραφεί από τον Θανάση Τζήκα και αναφερόταν στον τότε δήμαρχο Θάνο Μεσσήνη και στον ποδοσφαιριστή Λάκη Μπακαρλίωτα.
Η αλλαγή αρχίζει να συμβαίνει ουσιαστικά αμέσως μετά την μεταπολίτευση, όταν σε μια σημαντική διάκριση της ΑΕΛ καλείται η Φιλαρμονική να παίξει στη σχετική εκδήλωση που είχε διοργανωθεί στο Αλκαζάρ. Ο Τσανακάς προτείνει η μπάντα να ξεκινήσει από το Σταθμό του ΟΣΕ, από τη βάση δηλαδή της Φιλαρμονικής τότε, να διασχίσει το κέντρο για να καταλήξει στο γήπεδο. Κατά τη διαδρομή μέσα στη πόλη, η μπάντα παίζει το νέο τραγούδι το οποίο ενθουσιάζει περαστικούς και φιλάθλους.
Από το σημείο εκείνο και έπειτα, η Φιλαρμονική Μπάντα όπου παίζει, σε εκδηλώσεις, σε σχολεία και αλλού, πάντα συμπεριλαμβάνει στο ρεπερτόριό της τους «11 Θεούς του Ολύμπου» που πλέον έχει τεράστια επιτυχία και καταλήγει επισήμως να γίνει ο θρυλικός Ύμνος της ΑΕΛ που γίνεται γνωστός σε ολόκληρη την Ελλάδα, δημιουργώντας μέχρι και σήμερα συγκίνηση με το εμβατηριακό ρυθμό του, το τέμπο και τη φωνή του Βάκη Γιαννούλη που θυμίζει μουσικές μιας άλλης εποχής…
Εύη Μποτσαροπούλου