Η έλλειψη μίας επαρκούς και σε βάθος στρατηγικής σε Ευρωπαϊκό επίπεδο σε ό,τι αφορά την αδήριτη ανάγκη μετάβασης σε «πράσινες» μορφές ενέργειας, σε συνάρτηση με τις ραγδαίες γεωπολιτικές εξελίξεις, έχουν φέρει και τη χώρα μας στο χείλος του… γκρεμού σε ότι αφορά την ενεργειακή της επάρκεια.
Μετά από δύο «γεμάτες» δεκαετίες επενδύσεων στο φυσικό αέριο με την παράλληλη σημαντική εγκατάλειψη της λιγνιτικής ενέργειας, οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών έρχονται να καταδείξουν την «προχειρότητα» με την οποία τελικά, σχεδιάστηκε η περιβόητη «μετάβαση», αφού η προτεραιότητα που δόθηκε στην ταχύτητα της αλλαγής, έβαλε – εκ του αποτελέσματος εσφαλμένα – σε δεύτερη μοίρα την μείζονος σημασίας ανάγκη, για επαρκή και λελογισμένου κόστους ενέργεια.
Το ζήτημα στη Θεσσαλία έχει προηγηθεί των διεθνών εξελίξεων, αφού ο Αχελώος για περίπου έναν αιώνα χρόνια απασχολεί, διχάζει και προκαλεί αντιπαραθέσεις.
Οι δικαστικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας «φρέναραν» τη μερική εκτροπή που θα έδινε ανάσα ζωής στο υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας, συμπαρασύροντας όμως και τα πολύτιμα υδροηλεκτρικά έργα παραγωγής ενέργειας που προέβλεπε ο σχεδιασμός.
Έτσι, έχοντας δαπανηθεί σε παρούσες αξίες πάνω από 1,2 δις ευρώ από χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, ακόμη και σήμερα τα έργα παραμένουν ημιτελή.
Ένθερμος υποστηρικτής της ολοκλήρωσης των υδροηλεκτρικών έργων ήταν και παραμένει ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κώστας Αγοραστός, που με κάθε αφορμή επιχειρηματολογούσε με στοιχεία για το τεράστιο όφελος για το περιβάλλον, την οικονομία και την κοινωνία. «Το κράτος δεν θα χρειαζόταν να πουλήσει μετοχές της ΔΕΗ αν λειτουργούσαν τα Υδροηλεκτρικά Έργα σε Μεσοχώρα, Συκιά και Πευκόφυτο» έλεγε τον περασμένο Σεπτέμβριο, πριν το ξέφρενο ράλι των τιμών στην ενέργεια, εξηγώντας επίσης πως «μόνο από τη λειτουργία της Μεσοχώρας, τα έσοδα της ΔΕΗ θα ενισχύονταν με 400 εκατομμύρια ευρώ»! Και όλα αυτά φυσικά με τα τότε οικονομικά δεδομένα, με το φυσικό αέριο «καθηλωμένο» στην τιμή του.
Τι ακριβώς όμως μπορούσαν να προσφέρουν σήμερα τα δύο ηλεκτρικά της Συκιάς και της Μεσοχώρας; Με απλά μαθηματικά, το πρώτο υδροηλεκτρικό έχει δυνατότητα παραγωγής 126 μεγαβατώρων και το δεύτερο της Μεσοχώρας 168 μεγαβατώρων. Δηλαδή, όπως σημείωνε ο κ. Αγοραστός, θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις ενεργειακές ανάγκες του μεγαλύτερου δήμου της χώρας, απρόσκοπτα και χωρίς καμία επιβάρυνση στο περιβάλλον.
Σήμερα λοιπόν που ένα μέσο νοικοκυριό καλείται να πληρώσει περισσότερα από 700 ευρώ για τις ανάγκες σε θέρμανση για διάστημα δύο μηνών και άλλα 300 περίπου ευρώ για ηλεκτρική ενέργεια, μπορεί κάποιος να φανταστεί ποιο θα ήταν το θετικό αποτύπωμα δύο τόσο σημαντικών ενεργειακών έργων, όχι μόνον στο περιβάλλον, αλλά και στην ίδια την κοινωνία;
Απόστολος Ράιδος