Διανύοντας την πρώτη επίσημη εβδομάδα καύσωνα στη Λάρισα, αν εξαιρέσει κανείς τις ημέρες του πρώτου μίνι καύσωνα που παρατηρήθηκε στις αρχές του περασμένου Μαΐου κατά τη διάρκεια των διακοπών του Πάσχα, συνειδητοποιούμε ότι ζούμε σε μία πόλη που ναι μεν παραδοσιακά παρουσιάζει πολύ υψηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, αλλά κάτι έχει αλλάξει προς το ακόμη δραματικότερο τον κάματο του κάμπου που γλαφυρά περιέγραφε ο Μ. Καραγάτσης στον «Συνταγματάρχη Λιάπκιν»… «Η Λάρισα νεκρώθηκε όταν από τον ολόχρυσο κι αθέριστο κάμπο φύσηξε ο πρώτος Λίβας του καλοκαιριού. Κάπου, κατά το Νοτιά, κάποιος φοβερός δράκος πρέπει ν’ άνοιξε το φλογισμένο στόμα και να ‘χυσε την πύρινη ανάσα του πάνω στα στάχυα».
Αυτό που έχει αλλάξει είναι η διάρκεια και η συχνότητα των κυμάτων καύσωνα και η εμφάνιση πολύ υψηλών θερμοκρασιών πολύ πέραν του τριμήνου που ορίζεται ημερολογιακά ως εποχή του καλοκαιριού, απόρροια της κλιματικής αλλαγής και της υπερθέρμανσης του πλανήτη που φυσικά επηρεάζει όλο τον κόσμο και όχι μόνο τη Λάρισα. Κάθε χρόνο η Ελλάδα και η υπόλοιπη Ευρώπη έρχεται αντιμέτωπη με «κύματα καύσωνα» που διαρκούν αρκετές ημέρες.
Ήδη από το 2017 η “Telegram” είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο “Men told ‘Don‘t wear suits to work‘ – what are your rights as heatwave hits Britain?” την εβδομάδα που στο Ηνωμένο Βασίλειο το θερμόμετρο είχε αγγίξει τους 34ο και το TUC (ομοσπονδία εργαζομένων) έχει παροτρύνει τις εταιρείες να χαλαρώσουν προσωρινά τα dress codes και να αφήσουν τα γραφεία και τη δουλειά τους όλοι μαζί εάν η θερμοκρασία ανέβαινε κι άλλο.
Αν στην Αγγλία παίρνονται μέτρα και γίνονται συστάσεις με τους 34ο Κελσίου και στη Γερμανία για πρώτη φορά τα νοικοκυριά εγκαθιστούν κλιματιστικά, τι άραγε πρέπει να γίνει στη Λάρισα που οι 34ο είναι η φυσιολογική θερμοκρασία για τους θερινούς μήνες και τα κύματα καύσωνα ξεπερνούν τους 40ο ενώ διαρκούν έως και δύο εβδομάδες συνεχόμενα, όπως το συγκεκριμένο που διανύουμε αυτές τις μέρες; Πως είναι δυνατόν να αντέξει κάποιος σε αυτές τις θερμοκρασίες με σακάκι και γραβάτα;
Μπορεί στη πόλη μας το εταιρικό dress code να αφορά λιγότερο πληθυσμό από ότι στην Αγγλία, αλλά άνδρες, εργαζόμενοι σε τράπεζες για παράδειγμα ή ελεύθεροι επαγγελματίες όπως οι δικηγόροι, εξακολουθούν να είναι ή να νιώθουν υποχρεωμένοι να κυκλοφορούν και να εργάζονται με μακρυμάνικα πουκάμισα, σακάκια και γραβάτες.
Είναι δε γεγονός πως οι άνδρες πλήττονται περισσότερο, καθώς το γυναικείο formal και business dress code έχει πολύ περισσότερες εναλλακτικές για δροσερά ρούχα.
Ζώντας σε μια εποχή μεγάλων αλλαγών και έχοντας την εμπειρία της πανδημίας που μας έδειξε πόσο ρευστά είναι όλα και πως συνθήκες και συνήθειες ετών μπορούν να ανατραπούν εν ριπή οφθαλμού, ο ενδυματολογικός κώδικας ήρθε η ώρα να αλλάξει και να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα. Όχι, ότι δεν έσπευδε κανείς να υιοθετήσει πολύ νωρίτερα την απλότητα και την άνεση με τα all day και night sneakers και τα T-shirts, αλλά η υπόθεση σηκώνει ακόμη μεγαλύτερη προσαρμογή.
Ήδη, οι εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης παρευρίσκονται σε συναντήσεις ή εκδηλώσεις και παραχωρούν συνεντεύξεις τύπου με πιο casual ενδυμασία, μόνο με πουκάμισα χωρίς σακάκια ή και polo μπλουζάκια και φυσικά sneakers. Μια βόλτα στα δικαστήρια δείχνει ότι εδώ και καιρό, οι νεότεροι σε ηλικία δικηγόροι κάνουν το ίδιο, ενώ αρκετοί επιχειρηματίες έχουν αντικαταστήσει ακόμη και τα πουκάμισα με t-shirts.
Η κλιματική αλλαγή είναι παρούσα, την βιώνουμε καθημερινά και ως κοινωνία πρέπει να ανησυχήσουμε περισσότερο για τις επιπτώσεις στο παρόν και κυρίως για το μέλλον του πλανήτη, από τους κανόνες εμφάνισης που νομοτελειακά αλλάζουν.
Το κουστούμι δεν είναι αυτό πλέον που θα πείσει για το αν κάποιος κάνει καλά τη δουλειά του και σέβεται το χώρο εργασίας του. Η προσαρμοστικότητα σε νέες και συχνά ακραίες συνθήκες δείχνει μεγαλύτερη ευφυΐα την οποία η κοινωνία αρχίζει να εκτιμά περισσότερο από την εικόνα.
Εύη Μποτσαροπούλου