Έχουμε αναφέρει κατά καιρούς μερικές (Παράσχου, Καραγάτς, Σουφλάρ, Τρανός, Ταμπάκχανέ). Ένας άλλος ήταν ο Αρναούτ Μαχαλάς, μια ανθηρή συνοικία, η οποία κατοικείτο από Αρβανίτες, δηλαδή από Αλβανούς. Το 1822, μετά τον θάνατο του Αλή πασά στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων από τους Οθωμανούς, οι Αρβανίτες έγιναν παντού στόχος των στρατευμάτων του Σουλτάνου. Στη Λάρισα, όπου ήταν εγκαταστημένοι ομαδικά στον Αρναούτ Μαχαλά, κυνηγήθηκαν από τους γενίτσαρους της πόλης και αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν. Με τα σουλτανικά μεταρρυθμιστικά διατάγματα (Τανζιμάτ) του 1839 και του 1856, που επέβαλαν οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης στην Οθωμανική αυτοκρατορία και είχαν ως σκοπό την αναδιοργάνωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε επίπεδο διοίκησης και της σχέσεως με τους υπηκόους της, δόθηκε η ευκαιρία στους χριστιανούς που είχαν αποτραβηχτεί από χρόνια πριν στις γύρω ορεινές περιοχές της Θεσσαλίας, να επιστρέψουν στις πατρογονικές εστίες τους.
Τότε ήταν που άρχισε να εποικίζεται ο Μαχαλάς αυτός, από Έλληνες της Πίνδου, των Αγράφων, του Ολύμπου και αργότερα από τα Αμπελάκια, τη Ραψάνη, το Βλαχολίβαδο, το Ζάρκο και άλλες περιοχές. Οι νέοι έποικοι ίδρυσαν στην περιοχή καταστήματα, τα οποία πωλούσαν προϊόντα από τις πατρίδες τους (τυριά, κρασιά, αλλαντικά, όσπρια κ.λπ.) [1]. Επιπλέον, επειδή τον κεντρικό τομέα της Λάρισας τον κατοικούσαν οι Οθωμανοί γαιοκτήμονες (μπέηδες), η αστική τάξη (το αρχοντολόι θα λέγαμε) της πόλης θέλησε να βρεθεί μακριά τους και εγκαταστάθηκε και αυτή στον Αρναούτ Μαχαλά. Από τον πυρήνα αυτό των εύπορων και μορφωμένων χριστιανών της συνοικίας προήλθαν τα άτομα εκείνα τα οποία έπαιξαν κατά την επανάσταση του 1878 πρωταγωνιστικό ρόλο. Μεταξύ αυτών ήταν ο ιατρός Αναστάσιος Ζαρμάνης, ο έμπορος Γεώργιος Φαρμακίδης, πατέρας του συμβολαιογράφου και ιστορικού της Λάρισας Επαμεινώνδα Φαρμακίδη, ο έμπορος και προξενικός αντιπρόσωπος της Γαλλίας Διονύσιος Γαλάτης, ο Μιχαλός Χατζημέμος και πολλοί άλλοι. Το 1855 οι κάτοικοι των συνοικιών Αρναούτ και του γειτονικού Σαρασλάρ [2] υπέγραψαν πληρεξούσιο για την κατασκευή του ναού της συνοικίας, τον Άγιο Αθανάσιο. Τα εγκαίνια έγιναν το 1869, αφού κατά τη διάρκεια της κατασκευής του «εκ θεμελίων», όπως αναφέρει ο Επαμ. Φαρμακίδης, οι εργάτες και οι επίτροποι δέχονταν κατάρες, επιθέσεις και λιθοβολισμούς από τους Οθωμανούς της περιοχής, οι οποίοι με τον τρόπο αυτόν προσπαθούσαν να αποτρέψουν την ομαλή συνέχιση του έργου. Πρώτοι επίτροποι του ναού αναφέρονται ότι ήταν οι Γεώργιος Φαρμακίδης, Κωνσταντίνος Σηλυβρίδης, Αριστ. Χατζημέμος, Παναγιώτης Κουκουτάρας και Γεώργιος Κόμης [3].
Μετά την απελευθέρωση του 1881 έκτισαν στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου τα αρχοντικά τους οι οικογένειες του ιατρού Αναστασίου Ζαρμάνη, του χρυσοχόου Νικ. Αρσενίδη, του δικηγόρου Δημητρίου Γαλανίδη, του εμπόρου Ιωάννη Σκεμπέ, του εμπόρου Κωνσταντίνου Σηλυβρίδη, του γαιοκτήμονα και επιχειρηματία Κωνσταντίνου Σκαλιώρα και πολλών άλλων. Ήταν όλα κτισμένα με στοιχεία δανεισμένα από την παραδοσιακή, αλλά και τη νεοκλασική αρχιτεκτονική. Μερικά απ’ αυτά ο Γιώργος Γουργιώτης τα χαρακτηρίζει σαν «λαϊκά νεοκλασικά» κτίσματα [4].
Το 1888 έφθασε στη Λάρισα ο Ιωάννης Κουτλιμπανάς, για να επισκεφθεί τους συγγενείς του στο Ζάρκο, αλλά και με την πρόθεση να κάνει διάφορα φιλανθρωπικά έργα στην περιοχή. Ήταν από χρόνια εγκατεστημένος στη Ρουμανία και είχε προκόψει επαγγελματικά στο Πλοέστι εμπορευόμενος οικοδομήσιμη ξυλεία. Κατά ευτυχή συγκυρία γνώρισε τον τότε δήμαρχο της Λάρισας Διονύσιο Γαλάτη, ο οποίος τον έπεισε να συνδράμει οικονομικά στην ανέγερση του Πολιτικού Νοσοκομείου. Συγχρόνως χρηματοδότησε την κατασκευή Ξενώνα στην παραποτάμια περιοχή του Αρναούτ Μαχαλά, κοντά στο νεκροταφείο της συνοικίας, για να τον χρησιμοποιούν ως κατάλυμα οι συμπατριώτες του Ζαρκινοί, όταν έρχονταν στη Λάρισα για διάφορες εργασίες τους και κυρίως κατά την εβδομαδιαία αγορά της Τετάρτης, για να πωλήσουν τα προϊόντα τους ή να κάνουν διάφορες προμήθειες. Η λειτουργία του Ξενώνα διήρκησε μέχρι τον πόλεμο του 1897, αλλά χωρίς επιτυχία. Έπειτα από την αποχώρηση των Τούρκων το κτίριο χρησιμοποιήθηκε σαν χώρος εργασίας απόρων νεανίδων, με έξοδα της γυναίκας του Άγγλου πρέσβη στην Αθήνα. Τα κορίτσια εκτελούσαν έργα χειροτεχνίας (υφαντά, κεντήματα και άλλα είδη), τα οποία η πρέσβειρα τα προωθούσε στην Ευρώπη και κυρίως στην Αγγλία.
Όμως, η νέα χρήση του κτιρίου δεν κράτησε για πολύ. Το 1911 το κτίριο νοικιάστηκε από τον εργοστασιάρχη Γεώργιο Πετσάλη, ο οποίος το μετέτρεψε σε εργοστάσιο υφαντουργίας. Ήταν σχετικά μεγάλο κτίριο και η απόδοσή του ήταν κερδοφόρα, αλλά μια μεγάλη πυρκαγιά που έγινε το 1927 το αποτέφρωσε εντελώς.
Ερειπωμένο έμεινε για πολλά χρόνια, ώσπου κάποια στιγμή κατεδαφίστηκε. Σε αντίθεση, λοιπόν, με το Νοσοκομείο, όπου η δωρεά του Κουτλιμπανά θα λέγαμε ότι «έπιασε τόπο», ο Ξενώνας των Ζαρκινών, που είχε ζωή 40 περίπου χρόνων, δεν μπορούμε να πούμε ότι είχε ευτυχή πορεία και κατάληξη.
Στην ίδια συνοικία του Αγίου Αθανασίου μπορούμε να εντάξουμε και την περιοχή Σάλια [5], η οποία καταλαμβάνει τον παλιό τουρκικό Μαχαλά Σαρασλάρ.
————————————————————————-
[1]. Μακρής Θρασύβουλος. Ιστορικές σελίδες. Σειρά άρθρων στην εφημερίδα της Λάρισας «Θεσσαλικά Νέα», από 24 Ιανουαρίου μέχρι 8 Απριλίου 1947.
[2]. Σαρασλάρ Μαχαλάς ονομαζόταν η περιοχή μεταξύ του Αρναούτ Μαχαλά και της γέφυρας, κατά μήκος της δεξιάς όχθης του Πηνειού. Επίσης, στην ίδια περιοχή αναφέρεται και η συνοικία Εμινλέρ και οι συνοικίες αυτές γειτνίαζαν μεταξύ τους στο δυτικό τμήμα της Λάρισας.
[3]. Φαρμακίδης Επαμεινώνδας, Η Λάρισα, από των μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής εις την Ελλάδα (1881), Βόλος (1926), σελ. 19.
[4]. Γουργιώτης Γεώργιος, Μικρά Μελετήματα, Ο λαϊκός νεοκλασικισμός στη Λάρισα, Λάρισα (2000), σελ. 114.
[5]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Η περιοχή «Σάλια» της Λάρισας, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 4ης Απριλίου 2018.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου / [email protected] / Φωτοθήκη Λάρισας
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις