Στις φλόγες τυλίχτηκε πριν μερικούς μήνες το σπίτι της Ελένης Γερασιμίδου και του Αντώνη Ξένου. Το ζευγάρι των ηθοποιών που μετρά πάνω από τέσσερις δεκαετίες κοινής ζωής, μίλησε στην κάμερα της εκπομπής “Mega Καλημέρα” μέσα από το γεμάτο στάχτες σπίτι του χωρίς να μπορούν να κρύψουν τη συγκίνησή τους.

«Προσπαθούμε να κρατήσουμε τις δυνάμεις μας για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε. Δεν αισθάνομαι καλά και πρέπει να σας το πω. Στέκομαι με το ζόρι. Δεν δέχτηκα την ψυχολογική βοήθεια που ήρθαν αμέσως. Τους ευχαριστήσαμε αλλά είπαμε ότι εμείς είμαστε σκληροτράχηλη γενιά και με προσφυγικές καταγωγές. Φαίνεται ότι είναι στη μοίρα μας να ξεσπιτωνόμαστε γενικώς.

Δεν ήμασταν μέσα όταν άρχισε να καίγεται το σπίτι…Είχαμε φύγει στις 4 με προτροπή της κόρης μας γιατί είχα και μια περιπέτεια με την υγεία μου και είχα κάνει ένα χειρουργείο – όχι καρκίνο – και επιστρέψαμε την ίδια μέρα. Μας πήρε τηλέφωνο η γειτόνισσα που είχε μείνει πίσω και με κλάματα μας είπε ότι το σπίτι μας καίγεται. Τρελάθηκα.

Όταν φτάσαμε εδώ, είδαμε το σπίτι μας να καίγεται. Κάηκε ένα σοβαρό θεατρικό αρχείο – όχι προσωπικό – που και που βρίσκεται κανέναν χαρτάκι καμένο και το κρατάμε με ευλάβεια. Τα γράμματα της μαμάς μου και της αδερφής μου κάηκαν… Δεν υπάρχει τίποτα από αυτά, υπάρχουν μόνο στις αναμνήσεις μας. Δεν κλαίω για τα υλικά, θα αντικατασταθούν ή όχι. Κλείνω τα 73, δε ξέρω πόσες μέρες θα μου χαρίσει ο Θεός, η φύση ή όποια δύναμη υπάρχει αλλά θα ήθελα να μη φοβάμαι. Φοβάμαι και αυτό είναι άσχημο.

Με φοβίζει αυτό που δε μπορώ να ελέγξω. Ήταν όνειρο και ανάγκη να δημιουργήσουμε το δικό μας σπίτι. Είμαστε δυο άνθρωποι που ζήσαμε σε πολλά υπόγεια και πολύ φτωχικά. Είμαστε 42 χρόνια μαζί και ό,τι κάναμε το κάναμε μαζί. Επικοινώνησαν πολύ ηθοποιοί μαζί μας. Το Σωματείο μου έστειλε ένα mail, δεν πειράζει όμως. Και ο Μπιμπίλας με πήρε και ο Ψαράς μου έστειλε μήνυμα αλλά σαν ΔΣ όχι. Αυτό με πίκρανε λίγο» είπε αρχικά η Ελένη Γερασιμίδου.

Ο Αντώνης Ξένος από τη δική του πλευρά δήλωσε,  «Είμαι στα 70 άρα, έχω δύναμη ακόμα. Θα δουλέψω. Η βροχή είναι σύμμαχος γιατί δεν σηκώνει σκόνη και δεν εισπνέω αυτό το πράγμα. Φυσάει αέρας και έρχεται στα χέρια μου σκόνη σαν ψυχές ανθρώπων, κομμάτια από μακέτες, από έργα που έχουμε κάνει. Έρχονται κομμάτια καμένα αλλά λες είναι ζωή και θα το ξαναφτιάξω, θα το αναπλάσω»

Περισσότερα Εδω