Ο Σαρλ ντε Γκολ, ο ηγέτης που εγκαινίασε την Πέμπτη Δημοκρατία της Γαλλίας, πίστευε σε μια ισχυρή προεδρία που εδραιώνει ένα ισχυρό, σταθερό κράτος. Το Σύνταγμα που εφάρμοσε προέβλεπε άμεσες καθολικές εκλογές για την προεδρία, που διοργανώνονται σε δύο γύρους. Με αυτόν τον τρόπο, η εκτελεστική εξουσία στη Γαλλία θα μπορούσε να απομονωθεί από τις ιδιοτροπίες της κοινοβουλευτικής και κομματικής πολιτικής. Επίσης, ο δεύτερος γύρος πιθανότατα θα βοηθούσε στην προστασία της δημοκρατίας από εξτρεμιστές αμφισβητίες, οι οποίοι θεωρητικά δεν θα μπορούσαν ποτέ να συγκεντρώσουν την πλειοψηφία των ψήφων σε μια αναμέτρηση δύο ατόμων.
Αυτή η λογική μπορεί να ισχύει περισσότερες από έξι δεκαετίες αργότερα, καθώς οι γάλλοι ψηφοφόροι περιμένουν τον δεύτερο γύρο της 24ης Απριλίου μεταξύ του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και της ακροδεξιάς υποψήφιας Μαρίν Λεπέν. Αλλά μπορεί και όχι, παρατηρεί η «Washington Post». Η τάση έχει διαφανεί εδώ και καιρό, εν μέρει, στην Ευρώπη. Τα παραδοσιακά κόμματα αποδυναμώνονται και διαμορφώνεται μια περίπλοκη κατακερματισμένη πολιτική σκηνή. Σε αρκετές περιπτώσεις ενισχύονται τα άκρα. Ο πρόσφατος πρώτος γύρος των γαλλικών εκλογών αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα.
Ενας στους τρεις Γάλλους στήριξε την Ακροδεξιά – τη Μαρίν Λεπέν και τον Ερίκ Ζεμούρ. Τα κύρια παραδοσιακά κόμματα της χώρας – οι κεντροαριστεροί Σοσιαλιστές και οι κεντροδεξιοί Ρεπουμπλικανοί (τυπικοί φορείς της πολιτικής κληρονομιάς του Ντε Γκολ) – μπορεί να παραμένουν σχετικά δυνατά στις τοπικές και δημοτικές εκλογές, ταπεινώθηκαν όμως στην εθνική πολιτική σκηνή, χάνοντας τους περισσότερους από τους ψηφοφόρους τους και συγκεντρώνοντας μαζί λιγότερο από το 7% των ψήφων. Ανω του 50% του γαλλικού εκλογικού σώματος επέλεξε υποψήφιους αντισυστημικούς, συμπεριλαμβανομένων των Λεπέν, Ζεμούρ και του ακροαριστερού ηγέτη Ζαν – Λικ Μελανσόν, ο οποίος τερμάτισε με μικρή διαφορά από τη Λεπέν.
«Αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει είναι ότι οι μετριοπαθείς Αριστερά και Δεξιά εξαφανίζονται», εξηγεί ο Πιερ Ματιό, διευθυντής του Sciences Po Lille. «Ο Μακρόν βρίσκεται στη διαδικασία να συντρίψει το Κέντρο της πολιτικής – αλλά όσο περισσότερο το συνθλίβει, τόσο περισσότερο δίνει χώρο στις ριζοσπαστικές τάσεις, στα άκρα». Και η Τάρα Βαρμά, στέλεχος στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, προσθέτει: «Αυτό που λαμβάνει χώρα είναι η πλήρης αναδιάρθρωση της γαλλικής πολιτικής σκηνής. Ξεκίνησε το 2017, αλλά τώρα ολοκληρώνεται». Είναι η ενίσχυση των άκρων, αυτό το οποίο ανέλυσε στο περίφημο βιβλίο του ο βρετανός ιστορικός Ερικ Χόμπσμπομ, «Η εποχή των άκρων», για τον προηγούμενο αιώνα. Με κάποιες διαφορές φαίνεται ότι εκδηλώνεται και σε αυτόν.
Κεντροδεξιός πολιτικός
Ο Εμανουέλ Μακρόν φαίνεται όχι μόνο να «κατάπιε» το Κέντρο, παρατηρεί ο Ντανιέλ Κοέν, πρόεδρος του ΔΣ της Οικονομικής Σχολής του Παρισιού, «αλλά να μεταμορφώνεται ο ίδιος σε κεντροδεξιό πολιτικό. Υιοθέτησε συστηματικά τις βασικές θέσεις τής, μέχρι τώρα, κυρίαρχης Δεξιάς, συμπεριλαμβανομένης της συνταξιοδότησης στα 65, τις απαιτήσεις εργασίας για τους δικαιούχους πρόνοιας και τη μείωση του φόρου κληρονομιάς. Αυτό ισοδυναμεί με πλήρη κατάληψη της γαλλικής Κεντροδεξιάς. Εάν ο Μακρόν επανεκλεγεί, θα ηγηθεί ενός τεράστιου πολιτικού χώρου και οι Ρεπουμπλικανοί θα μείνουν με ψίχουλα, στριμωγμένοι μεταξύ μιας ανανεωμένης Ακροδεξιάς και ενός κυβερνώντος κόμματος που σκοπεύει να τους καταβροχθίσει».
Ο Εμανουέλ Μακρόν, υιοθετώντας πολλά σημεία από την πλατφόρμα της Δεξιάς, αφάνισε αυτόν τον χώρο εκλογικά και άφησε περιθώριο να αναδειχθεί μόνο η Ακροδεξιά. Το παραδέχθηκε και ο υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Κλεμέν Μπον: «Εχουμε μερίδιο ευθύνης για το γεγονός ότι υπάρχει ισχυρή Ακροδεξιά». «Η Λεπέν έβαλε νερό στο κρασί της για να φανεί πιο προσιτή και άφησε στον Ζεμούρ τις ακραίες κορόνες. Απέφυγε σε μεγάλο βαθμό να δώσει έμφαση στις πιο αμφιλεγόμενες προτάσεις της και αντ’ αυτού εστίασε στην απήχηση των δημοφιλών ανησυχιών για την οικονομία και τον αυξανόμενο πληθωρισμό», εξηγεί ο γάλλος δημοσιογράφος Ρικ Νοάκ. «Αλλά στην ουσία τους πολλές από τις θέσεις της Λεπέν είναι τόσο ακραίες όσο πριν από πέντε χρόνια. Πριν από λίγο καιρό, υποσχέθηκε να επιβάλει πρόστιμα σε μουσουλμάνους που φορούν μαντίλα δημόσια, ενώ τώρα θέλει δημοψήφισμα για την επαναφορά της θανατικής ποινής. Επειτα από αυτή την εκστρατεία, το όνομα της Λεπέν δεν αντιμετωπίζεται πλέον από πολλούς Γάλλους με περιφρόνηση».
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια πολύ πιο σφιχτή αναμέτρηση, με πολλούς στη γαλλική Δεξιά και ενδεχομένως ακόμη και ορισμένους ψηφοφόρους από την Ακροαριστερά να ψηφίζουν υπέρ της Λεπέν. Η αποχή από μια αυξανόμενη δεξαμενή ανθρώπων απογοητευμένων από τις επιλογές που έχουν μπροστά τους και κουρασμένων από τον Μακρόν μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο. Ο Μακρόν, μακριά από το να αναζωογονεί το γαλλικό κράτος, εμφανίζεται σε πολλούς από τους αντιπάλους του ως ο απόμακρος εκπρόσωπος του κατεστημένου, μιας πλούσιας ελίτ, και θεματοφύλακας ενός εύθραυστου status quo που χρειάζεται μεταρρύθμιση. Τα άκρα ίσως δεν έχουν εξαντλήσει ακόμα τα όριά τους.