«Βροχή» πέφτουν τις τελευταίες ημέρες οι αιτήσεις ακούσιας νοσηλείας στην Εισαγγελία Βόλου, για άτομα που χρήζουν αναγκαστικής νοσηλείας, ύστερα από το διπλό φονικό στη Μακρινίτσα Πηλίου, που κόστισε τη ζωή σε μία 28χρονη γυναίκα και έναν 30χρονο άνδρα.
Από την επόμενη κιόλας μέρα της τραγικής είδησης αρκετοί ήταν οι Βολιώτες που έσπευσαν στην Εισαγγελία για να καταθέσουν τη σχετική αίτηση και να ξεκινήσει η διαδικασία.
Αξίζει να σημειωθεί οτι από την 1η Ιανουαρίου 2021 στα Δικαστήρια του Βόλου έχουν κατατεθεί 57 παρόμοιες αιτήσεις, ενώ την επόμενη κιόλας μέρα του φονικού τέσσερις εξ αυτών.
Ο δικηγόρος Αντώνης Κεπεσίδης εξηγεί για τη διαδικασία:
1. Τι είναι η ακούσια νοσηλεία;
Ακούσια νοσηλεία είναι η χωρίς τη συγκατάθεση του ασθενή εισαγωγή και παραμονή του για θεραπεία, σε κατάλληλη Μονάδα Ψυχικής Υγείας. Ρυθμίζεται τόσο στον Αστικό Κώδικα όσο και από τους Ν. 2071/1992 και Ν. 2716/1999.
2. Ποιες οι προϋποθέσεις της και ο σκοπός της;
Προϋποθέσεις για τη θέση οποιουδήποτε προσώπου σε ακούσια νοσηλεία είναι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 95 παρ. 2 του Ν. 2071/1992, οι εξής:
A) Ο ασθενής να πάσχει από ψυχική διαταραχή.
B) Να μην είναι ικανός να κρίνει για το συμφέρον της υγείας του.
Γ) Η έλλειψη νοσηλείας να έχει ως συνέπεια:
- είτε να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας του, ή
- η νοσηλεία του ασθενή που πάσχει από ψυχική διαταραχή να είναι απαραίτητη για να αποτραπούν πράξεις βίας κατά του ίδιου ή τρίτου.
Καθίσταται εναργές ότι η ακούσια νοσηλεία λειτουργεί ως προληπτικό μέσο για την αποτροπή τέλεσης βίαιων εγκλημάτων από ψυχικά ασθενείς.
3. Ποιος εκκινεί την διαδικασία;
Την ακούσια νοσηλεία του φερομένου στην αίτηση ως ασθενή, μπορούν να ζητήσουν:
1. Ο σύζυγός του.
2. Ο συγγενής σε ευθεία γραμμή απεριόριστα.
3. Ο συγγενής εκ πλαγίου μέχρι και το δεύτερο βαθμό.
4. Όποιος έχει την επιμέλεια του προσώπου του.
5. Ο εισαγγελέας πρωτοδικών αυτεπάγγελτα σε επείγουσες περιπτώσεις και μόνο εφόσον δεν υφίσταται κανένα από τα ανωτέρω πρόσωπα.
4. Η απόσταση από την θεωρία στην πράξη.
I. Η κατά το νόμο προβλεπόμενη διαδικασία.
Η ακούσια νοσηλεία διατάσσεται προς όφελος τόσο του ίδιου του ατόμου όσο και της κοινωνίας. Ευχερώς καθίσταται σαφές ότι ο νοσηλευόμενος πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ασθενής και όχι ως κρατούμενος, γεγονός το οποίο στην πράξη δεν γίνεται πάντα αντιληπτό.
Από την στιγμή που υποβληθεί η σχετική αίτηση ενώπιον του αρμόδιο Εισαγγελέα, δίνεται εντολή να εξεταστεί ο νοσηλευόμενος εντός 48 ωρών από δύο ψυχιάτρους , μεταφερόμενος με ασθενοφόρο στο ψυχιατρικό νοσοκομειακό ίδρυμα.
Εάν ο Εισαγγελέας αποφασίσει τον εγκλεισµό του προσώπου, οφείλει µέσα σε τρεις (3) ηµέρες να υποβάλει αίτηµα στο αρµόδιο Πρωτοδικείο, προκειµένου το τελευταίο να επιληφθεί της υπόθεσης (άρθρο 96 § 6 Ν. 2071/92). Το Πρωτοδικείο συνεδριάζει µέσα σε δέκα (10) ηµέρες. Συνεπώς, από τη στιγµή της εισαγγελικής παραγγελίας για εισαγωγή και νοσηλεία απαιτείται οπωσδήποτε δικαστική απόφαση εντός των επόµενων δεκατριών (13) ηµερών (3 ηµέρες προθεσµία στον Εισαγγελέα για εισαγωγή της αίτησης στο Πρωτοδικείο + 10 ηµέρες προθεσµία για τη συνεδρίαση του Πρωτοδικείου).
II. Η εφαρμογή του θεσμού στην πράξη.
Η διαδικασία είναι συνοπτική και ο Εισαγγελέας εκδίδει τις σχετικές παραγγελίες με συνοπτική και σχετικά επιφανειακή εξέταση της συνδρομής των προϋποθέσεων του νόμου ακόμη και χωρίς αυτοπρόσωπη παρουσία και εκπροσώπηση του προσώπου που θα τεθεί σε ακούσια νοσηλεία. Η κακοποίηση του θεσμού από τις Δικαστικές αρχές έχει οδηγήσει και σε προσφυγές εναντίον του ελληνικού κράτους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που αποτελεί θεματοφύλακα και επιτηρητή της ΕΣΔΑ αλλά και καταδίκες της χώρας μας από το ίδιο Δικαστήριο1.
Eπί πλειόνων ζητημάτων έχει γνωμοδοτήσει τόσο ο Συνήγορος του Πολίτη όσο και η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αθανάσιος Κονταξής, με την υπ΄ αριθμό 12/2007 γνωμοδότηση του, ανασύροντας στην επιφάνεια σημαντικές πλημμέλειες του θεσμού οι βασικότερες εκ των οποίων αναλύονται παρακάτω:
Α) Μη επαρκής ενημέρωση του ασθενούς: Ο ασθενή τις περισσότερες φορές εξ απηνής βρίσκεται σε μια κατάσταση στέρησης της ελευθερίας του, οδηγούμενος σε ένα ψυχιατρικό κατάστημα. Η μεταφορά του πραγματοποιείται, παρά την αντίθετη πρόβλεψη, από τις αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες φυσικά ουδέποτε του γνωστοποιούν τον σκοπό τους. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν ενημερώνεται για τα δικαιώματα του (πρόσβαση σε δικηγόρο, διορισμό ψυχίατρου – πραγματογνώμονα και δικαίωμα παράστασης στην δίκη).
Β) Μη τήρηση των διαδικαστικών προθεσμιών – παράνομη κράτηση του ασθενή: Όπως έχει ήδη αναφερθεί ανωτέρω, η διαδικασία επιβάλλεται να είναι ιδιαιτέρως συνοπτική, εκ του γεγονότος, ότι ο εγκλεισμός του νοσηλευόμενου προσβάλλει πλείονα έννομα συνταγματικά κατοχυρωμένα αγαθά (προσωπική ελευθερία, προσωπικότητα, ανθρώπινη αξία). Ωστόσο, δεδομένου ότι νομοθετικά δεν προβλέπεται κάποια ακυρότητα σε περίπτωση μη τήρηση των προθεσμιών, σε συνδυασμό με τον αυξημένο φόρτο εργασίας των Δικαστηρίων, έχουμε οδηγήθει στην αυθαίρετη τακτική να κρατούνται σε νοσοκομειακά ιδρύματα οι νοσηλευόμενοι, δίχως νόμιμο έρεισμα ακόμα και μέχρι 6 μήνες.
Η ακούσια νοσηλεία, θα πρέπει να ενεργοποιείται με φειδώ, περίσκεψη και ευαισθησία, καθώς επρόκειτο για έναν σαφώς πιο σκληροπυρηνικό θεσμό από τον “συγγενικό” της Δικαστικής Συμπαράστασης.
Σε περίπτωση αμφιβολίας ως προς το εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη θέση του ατόμου σε ακούσια νοσηλεία θα πρέπει να επικρατεί πάντα η υπέρ της ελευθερίας επιλογή, εφαρμόζοντας το δόγμα “in dubio pro libertate”.