Στα πλαίσια αυτά τα έξι στοιχήματα που απασχολούν αυτή την εποχή την διοίκηση των Ελληνικών Γαλακτοκομείων είναι, η περαιτέρω αύξηση των διεθνών πωλήσεων, στην Ελλάδα η διατήρηση και ή δυνατόν αύξηση μεριδίων και το λανσάρισμα του σήματος ΑΓΝΟ, στην Βουλγαρία η λειτουργική απορρόφηση της UMC, στην Κύπρο η ολοκλήρωση του εργοστασίου χαλουμιού και στην Ρουμανία η έναρξη λειτουργίας του νέου κέντρου διανομών.
Η επένδυση στην Ρουμανία
Ξεκινώντας από το τελευταίο που είναι και το πιο πρόσφατο, σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε στον τοπικό Τύπο, η ρουμανική θυγατρική του ομίλου βρίσκεται στην φάση κατασκευής logistic center, επένδυση που ξεπερνάει τα 40 εκατ. ευρώ, κοντά στην μονάδα παραγωγής της στο Brasov. Το κέντρο διανομής θα ξεκινήσει να είναι λειτουργικό από τον ερχόμενο Ιανουάριο ενώ αναμένεται να ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του 2024.
Πέρα από την τοπική αγορά θα τροφοδοτεί και όλη την ευρωπαϊκή με τα προϊόντα που παράγονται στην Ρουμανία ενώ θα παίξει και κομβικό ρόλο στην εμπορική επέκταση που υλοποιεί ο όμιλος στα Δυτικά Βαλκάνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ρουμανία είναι η μεγαλύτερη πληθυσμιακά αγορά που διαθέτουν παραγωγική παρουσία τα Ελληνικά Γαλακτοκομεία ενώ στο έδαφος της πραγματοποιείται το 13% των εκτός Ελλάδος πωλήσεων του ομίλου, πίσω από Ιταλία (25%) και Γερμανία (19%).
Διεθνής επέκταση
Η περαιτέρω διεθνοποίηση των πωλήσεων αποτελεί στρατηγική επιλογή της διοίκησης των Ελληνικών Γαλακτοκομείων και αποδεικνύεται από την παραπάνω κίνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2019 οι πωλήσεις του ομίλου στην Ελλάδα αφορούσαν την πλειοψηφία (202 εκατ. ευρώ έναντι 171 εκατ. ευρώ) των διεθνών, το 2020 υπήρξε ισορροπία (50% – 50%), το 2021 για πρώτη φορά οι εκτός Ελλάδας πωλήσεις πήραν «κεφάλι» (45% -55%), και το 2022 εκτιμάται ότι υπήρξε περαιτέρω άνοιγμα της ψαλίδας (40% -60%).
Με βασικό όπλα την ισχυρή παραγωγική δυναμικότητα και τις πετυχημένες και μακροχρόνιες συνεργασίες που έχει με κορυφαίες αλυσίδες σούπερ μάρκετ στην ευρωπαϊκή αγορά σε προϊόντα όπως η φέτα και το ελληνικό γιαούρτι διεισδύει περαιτέρω σε αγορές όπου έχει μικρή παρουσία (Ιβηρική, Σκανδιναβία, Πολωνία κ.α.) ενώ πραγματοποιεί και δειλά βήματα, μέσω συνεργατών σε μεγάλες μακρινές αγορές όπως αυτές της Αμερικής, της Κίνας και της Ινδίας.
Η ενοποίηση στην Βουλγαρία
Το deal με την εξαγορά της θυγατρικής της ΔΕΛΤΑ στην Βουλγαρία United Milk Company από την Όλυμπος πριν ακριβώς από ένα χρόνο, αναμένεται να αλλάξει σημαντικά τα δεδομένα τόσο στην τοπική αγορά όσο και στην πορεία προς την διεθνοποίηση του ομίλου της οικογένειας Σαράντη. Προ εξαγοράς η Βουλγαρία καταλάμβανε μόλις το 5% των εκτός Ελλάδος πωλήσεων του ομίλου και πλέον εκτιμάται ότι εκτοξεύεται αρκετά πάνω από το 10% αν αναλογιστεί κανείς ότι οι πωλήσεις της UMC είχαν διαμορφωθεί σε 52,5 εκατ. ευρώ το 2021 και διέθετε κορυφαία θέση σε αρκετές κατηγορίες γαλακτοκομικών.
Αυτή την περίοδο τρέχουν οι εργασίες για ενοποίηση σε επίπεδο ΑΦΜ ενώ ήδη από 1η Μαρτίου οι δύο βουλγαρικές εταιρείες είχαν ενοποιηθεί σε οικονομικό επίπεδο. Το επόμενο βήμα είναι και η λειτουργική ενοποίηση με την μεταφορά της παραγωγής της UMC στο εργοστάσιο της Tyrbul στο Σλίβεν.
Η επέκταση στο χαλούμι
Μέχρι το τέλος της φετινής χρονιάς, ή το πολύ μέχρι τις αρχές του 2024, αναμένεται να λειτουργήσει το εργοστάσιο παραγωγής χαλουμιού του ομίλου στην Κύπρο, μια επένδυση που έχει ξεπεράσει τα 50 εκατ. ευρώ. Στην συγκεκριμένη αγορά τα Ελληνικά Γαλακτοκομεία έχουν ήδη εισέλθει από πέρυσι τον Αύγουστο εξαγοράζοντας το 49% του τυροκομείου Ν.Θ. Κουρούσιης.
Στην Κύπρο ο όμιλος έχει ήδη παρουσία με τα προϊόντα του και το εργοστάσιου χαλουμιού επίσης δεν δημιουργείται με στόχο την τοπική αλλά την διεθνή αγορά. Όπως προαναφέρθηκε η καλή φήμη που έχει χτίσει ο όμιλος στην διεθνή αγορά ως παραγωγός τυροκομικών μέσω της φέτας σε συνδυασμό με την υψηλή παραγωγική δυναμικότητα που θα έχει το νέο εργοστάσιο στην Κύπρο ανοίγει την προϊόντική γκάμα σε ένα προϊόν που έχει ιδιαίτερη δυναμική στις παγκόσμιες αγορές.
Σύμφωνα με στοιχεία του πρώτου τετραμήνου του 2023 οι εξαγωγές χαλουμιού ξεπέρασαν τα 111 εκατομμύρια ευρώ και πλέον καταλαμβάνουν το 20,5% της συνολικής αξίας των εξαγωγών κυπριακών προϊόντων ακολουθώντας σταθερά ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια.
Το «ταβάνι» της ελληνικής αγοράς
Στην εσωτερική αγορά ο όμιλος, όπως και το μεγαλύτερο μέρος του κλάδου των γαλακτοκομικών, βρίσκεται αντιμέτωπο με τον περιορισμό της κατανάλωσης που εντάθηκε εξαιτίας της πληθωριστικής πίεσης. Σε μία προσπάθεια αντίδρασης στα τέλη της περασμένης εβδομάδας η Όλυμπος ανακοίνωσε ότι προχωράει σε μείωση τιμών στο γάλα και στα τυροκομικά προϊόντα. Είχε προηγηθεί τον Απρίλιο η μείωση τιμών σε γιαούρτια, φυτικά προϊόντα και βούτυρα.
Σε επίπεδο κύκλου εργασιών ο όμιλος αδυνατεί να πραγματοποιήσει κάποιο άλμα στις πωλήσεις του στην Ελλάδα, με την ώθηση να προέρχεται πλέον από το εξωτερικό. Το 2019 οι πωλήσεις εσωτερικού είχαν διαμορφωθεί σε 202 εκατ. ευρώ, στα ίδια επίπεδα έμειναν το 2020 ενώ το 2021 ανέβηκαν ελαφρά στα 208 εκατ. ευρώ ενώ για το 2022 – δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη ισολογισμός – τα μεγέθη θα έχουν τροφοδοτηθεί από τις πληθωριστικές ανατιμήσεις αλλά και την είσοδο σε δραστηριότητες πέρα από τα κλασικά προϊόντα γαλακτοβιομηχανιών (είσοδος στα αναψυκτικά με το σήμα Κλιάφας και το ανθρακούχο νερό Δουμπιά).
Η επιστροφή της ΑΓΝΟ
Μέσα σε όλο αυτό το αρνητικό κλίμα η διοίκηση του ομίλου ψάχνει την κατάλληλη περίοδο για την επιστροφή του σήματος ΑΓΝΟ, αρχικά στην αγορά της Θεσσαλονίκης. Έχουν επιλεγεί οι 20 πρώτοι κωδικοί που αφορούν κυρίως σε γάλα και γιαούρτι ενώ και η πρώτη ύλη θα προέρχεται από τον Νομό Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με πληροφορίες προμηθευτές θα είναι κτηνοτρόφοι από την περιοχή του Σοχού– περίπου 20 σε αρχική φάση – όπου συνεργάζονταν και στο παρελθόν με την συνεταιριστική ΑΓΝΟ και στην συνέχεια στην εποχή που η εταιρεία είχε περάσει στην Κολιός. Όπως είναι γνωστό η αρχική παραγωγή θα πραγματοποιείται σε εργοστάσιο του ομίλου και αν υπάρξει ανταπόκριση θα εξεταστεί η επαναλειτουργία του εργοστασίου στο Σοχό.