Μόλις ένα 24ωρο μετά την απελευθέρωση του επιχειρηματία Γιώργου Κυπαρίσση από τους απαγωγείς του, οι αρχές συνέλαβαν τρεις, ενώ εντόπισαν και μέρος των λύτρων που κατέβαλε η οικογένειά του. Ακολούθησε μεγάλη επιχείρηση της αστυνομίας για τον εντοπισμό των συνεργών τους στα δυτικά προάστια της Αθήνας.
«Είμαι καλά, ότι δε σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό, ήμουν κλεισμένος σε ένα δωμάτιο. Δεν γνωρίζω εάν ήταν πολλά άτομα» τόνισε ο επιχειρηματίας μετά το θρίλερ των 66 ημερών που βίωσε στα χέρια των απαγωγέων του.
Περιέγραψε τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε όταν οι απαγωγείς, ντυμένοι αστυνομικοί, τον ακινητοποίησαν στις 29 Δεκεμβρίου στήνοντας του ενέδρα στο δρόμο του σπιτιού του. «Με άρπαξαν κάτω από το σπίτι μου, μου είπαν κατέβα κάτω, μου έβαλαν χειροπέδες, μου φόρεσαν κουκούλα. Δεν έχω δει καθόλου πρόσωπα» πρόσθεσε. «Το άγχος που είχα μου έφυγε, δύο μήνες τώρα δε μπορούσαμε να κοιμηθούμε ήμασταν χάλια» δήλωσε ο πατέρας του.
Οι απαγωγείς φέρονται να έλαβαν τα λύτρα δύο ημέρες πριν την απελευθέρωση του Γιώργου Κυπαρίσση. Η παράδοση των 800.000 ευρώ έγινε από τη μητέρα, την αδερφή και το γαμπρό του, οι οποίοι επέβαιναν σε αυτοκίνητο και υπάκουγαν στις εντολές των απαγωγέων για τη διαδρομή που έπρεπε να ακολουθήσουν. «Ήταν το πιο κρίσιμο φοβόμασταν μήπως τον σκότωσαν» σημείωσε η μητέρα του επιχειρηματία.
Η Αστυνομία συνέλαβε το πρωί δύο άντρες και μία γυναίκα, οι οποίοι φέρονται να συμμετείχαν στην απαγωγή. Μάλιστα στην κατοχή τους βρέθηκε το μεγαλύτερο μέρος των λύτρων.
«Τα καλά λόγια αξίζουν στα στελέχη της Αστυνομίας για την ταχύτητα και τον επαγγελματισμό τους σε συγκλονιστικές υποθέσεις που έχουν απασχολήσει την κοινή γνώμη το τελευταίο διάστημα» δήλωσε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος.
Οι συλλήψεις των φερόμενων ως απαγωγέων έγιναν στο κέντρο της Αθήνας, ενώ παράλληλα η έρευνα επεκτάθηκε στη δυτική Αττική για τον εντοπισμό τουλάχιστον ακόμα δύο ατόμων. Οι απαγωγείς μιλούσαν καλά ελληνικά, είναι σεσημασμένοι και χρησιμοποίησαν δύο διαφορετικούς χώρους για την κράτηση του επιχειρηματία.
Αστυνομικοί σημειώνουν ότι χρησιμοποιούσαν κινητά τηλέφωνα μίας χρήσης, φορούσαν γάντια και κουκούλες, ενώ παρακολουθούσαν με κάμερα το δωμάτιο όπου κρατούσαν τον όμηρο, στον οποίο έδιναν εντολή να φορέσει κουκούλα πριν μπουν στο δωμάτιο για να του αφήσουν φαγητό και νερό.
Ρεπορτάζ: Αλέξανδρος Καλαφάτης