Ακόμη και αν δεν είχε το όνομά του, θα ήταν αδύνατον να σκεφτεί κάποιος Λαρισαίος το θερινό σινεμά του Μύλου, και γενικότερα κινηματογράφο στην πόλη, χωρίς να κάνει άμεσο και αυθόρμητο συνειρμό με τον Μπαρμπή Βοζαλή.
Μπαρμπής, όπως Ανρί Μπαρμπύς· το όνομα το διάλεξε ο πατέρας του, ράφτης στο επάγγελμα, που θαύμαζε τον Γάλλο συγγραφέα. Αν σκεφτεί κανείς ότι αυτό συνέβη στη Λάρισα του 1926 που γεννήθηκε ο Μπαρμπής Βοζαλής, μπορεί να θεωρήσει νομοτελειακή την πορεία και τη ζωή του.
Γιατί, ο Μπαρμπής υπήρξε μια προσωπικότητα sui generis.
Ένας μποέμ τύπος, με το εκκεντρικό του στυλ, την καραντάνα, το αιώνιο ποδήλατο του, και το καουμπόικο καπέλο. Και κυρίως με τη λατρεία του και τις γνώσεις του για το κινηματογράφο.
Υπήρξε επί μισό αιώνα ο άνθρωπος που γαλούχησε πολλές γενιές στην πόλη στη μαγεία του κινηματογράφου. Εξαιτίας του, οι Λαρισαίοι είχαν την ευκαιρία να δουν ταινίες από όλο τον κόσμο· ισπανικός, κινέζικος, ινδικός, αγγλικός, βραζιλιάνικος, δανέζικος και φυσικά ελληνικός κινηματογράφος παίχτηκε από το 1957 στην πόλη, από τη στιγμή δηλαδή, που ο Μπαρμπής επιστρέφει στη Λάρισα και δημιουργεί την Κινηματογραφική Λέσχη, την πρώτη σε ολόκληρη την Ελλάδα μετά από την Αθήνα. Για χάρη της Λέσχης δε, ήρθαν πολλοί σπουδαίοι άνθρωποι του κινηματογράφου στην Λάρισα.
Για να μην πάει φαντάρος, δίνει εξετάσεις και περνά στη Γυμναστική Ακαδημία. Μετά περνά στην Οδοντιατρική Σχολή Αθηνών, την οποία διακόπτει λόγω επιστράτευσης κατά τον εμφύλιο. Συνεχίζοντας τις σπουδές του στην Αθήνα, πηγαίνει στην κινηματογραφική λέσχη της Αγλαΐας Μητροπούλου στο «Άσυ» στην avant-première του «Κλέφτη Ποδηλάτων» του Βιτόριο ντε Σίκα και μαγεύεται. Επιστρέφοντας στη Λάρισα μετά τις σπουδές του, όπου και ανοίγει οδοντιατρείο το 1956 μέχρι το 1992 οπότε και συνταξιοδοτείται, ανακοινώνει στην Μητροπούλου ότι θέλει να κάνει κινηματογραφική λέσχη στην πόλη, της ζητά την έγκριση και να του στέλνει ταινίες. Έτσι γίνεται συνεργάτης της Μητροπούλου και ο δεύτερος άνθρωπος πανελληνίως που ανοίγει Λέσχη.
Οι πρώτες προβολές γινόταν σε εμπορικούς κινηματογράφους, σε βραδινή πάντα προβολή και σε μέρα που δεν είχε κίνηση, δίνοντας ένα συμβολικό μίσθωμα για τη χρήση της αίθουσας· μοναδικός στόχος να βγουν τα έξοδα μεταφοράς της κόπιας της ταινίας καθώς η Μητροπούλου δεν χρέωνε την ενοικίασή της.
Παράλληλα, με τη φορητή μηχανή που του έχει χορηγήσει η Ομοσπονδία Κινηματογραφικών Λεσχών κάνει προβολές σε χωριά της περιοχής, κάποιες φορές σε σχολεία αλλά πιο συχνά σε καφενεία, φτάνοντας μέχρι την Αργαλαστή του Πηλίου. Στα καφενεία που ο κόσμος έπινε τσίπουρο και μεράκλωνε του ζητούσε κάτι πιο «τολμηρό» από το «Γαλάζιο Άγγελο» με τη Μαρλέν Ντίτριχ που περιόδευσε σε Αμπελάκια, Μακρυχώρι και Ραψάνη.
Αυτό το «χατίρι», έγινε μία φορά μόνο στη Ραψάνη… Παρουσία του ίδιου του Κώστα Γκουσγκούνη, του Λαρισαίου πρώτου πορνοστάρ της Ελλάδας, προβλήθηκε η ταινία «Ο κος Λέανδρος και οι άλλοι» στο καφενείο του χωριού, την οποία συνόδευαν επιφωνήματα του κοινού «Χ@@@ Κώστα, να κάνουμε κομπόστα» ή «Κώστα, μη φοβάσαι σαμποτάζ, έχεις π@@@@@ σαν μιράζ».
Αργότερα, βέβαια, για κάποιο διάστημα γινόταν προβολές της Κινηματογραφικής Λέσχης και στον κινηματογράφο «Απόλλωνα», που λειτουργούσε επί της οδού Σκαρτάτου Σούτσου, προβάλλοντας τζόντες με τις ιέρειες του σοφτ πορνογραφικού κινηματογράφου της εποχής, όπως η Τίνα Σπάθη. Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό κατά την προβολή του «Έξι Διεστραμμένες που Ζητούν Δολοφόνο», όπου ο Μπαρμπής, αφού προλόγισε την ταινία, όπως έκανε πάντα στις ταινίες τέχνης, ανέβασε στη σκηνή την Άντα Βαρθολομαίου, τη φίλησε και στην ερώτησή του «Άντα, τι αισθάνεσαι τώρα» εκείνη απάντησε… «επαγγελματικότητα»!
Άλλωστε, λάτρευε να προλογίζει τις ταινίες, να αναλύει και να βρίσκει συνδέσεις και διαφορές με άλλους σκηνοθέτες, με χιούμορ, πρωτοτυπία και πικάντικο λόγο… Έχει ειπωθεί δε πολλάκις ότι είχε το «σύνδρομο μικροφώνου»…
Πολλές οι ιστορίες που τον συνοδεύουν, κάποιες αγγίζουν τα όρια του αστικού μύθου, όπως αυτή με την κυρία που δεν τον πλήρωσε για τις οδοντιατρικές υπηρεσίες του και όταν τη πέτυχε έξω της… έβγαλε τη μασέλα. Όσοι τον ξέραν πολύ καλά, θα σου πουν ότι ήταν ικανός να το κάνει. Δεν ήταν απλά θέμα εκκεντρικότητας, ήταν μέρος του συνόλου αυτής της ασυνήθιστης προσωπικότητας που λειτουργούσε έξω από τους τύπους και τα πρέπει, με μια ανεξαρτησία και καμία δουλικότητα, αν αρκετοί στην πόλη θεωρούσαν πως απλά επιλέγει να είναι εκκεντρικός.
Κάποτε, κατά τη δεκαετία του ΄80 είχε γίνει ένα συνέδριο αιγοπροβατοτροφίας στο Χατζηγιάννειο παρουσία και του τότε υπουργού Γεωργίας. Την ιστορία έχει δημοσιεύσει ο δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας… «Στην πρώτη σειρά οι «επίσημοι». Βουλευτές, νομάρχης, δήμαρχοι και στρατηγοί και στο βήμα ετοιμάζονταν να απευθύνει χαιρετισμό ο υπουργός, όταν ένα παρατεταμένο «μπέεεεε» και αμέσως μετά άλλο ένα «μπέεεε», τάραξε την ησυχία της αίθουσας και ολονών το βλέμμα στράφηκε στην πόρτα… Ένας τύπος τραβούσε με τριχιά, δεμένη από το λαιμό της, προσπαθώντας να την ανεβάσει στο βήμα μια … κατσίκα! Ο οδοντίατρος Μπαρμπής, έσερνε προς τους επισήμους μια ολοζώντανη, αληθινή κατσίκα! Μέσα στο Χατζηγιάννειο! Η οποία κατσίκα, σαστισμένη και φοβισμένη που αντίκρυζε τόσο κόσμο να την κοιτάει, (δεν είχε ξαναπάει σε συνέδρια η καημένη)… βέλαζε ασταμάτητα!»
Στο Χατζηγιάννειο και πάλι, επί δημαρχίας Κώστα Τσανακούλη, κατά τη διεξαγωγή Φεστιβάλ Κινηματογράφου και συγκεκριμένα στην τελετή λήξης, ο Μπαρμπής είπε ότι το φεστιβάλ ήταν εξαιρετικό αλλά απουσιάσε ο Δήμαρχος που στην προηγούμενη διοργάνωση είχε υποσχεθεί ότι θα γίνει κινηματογραφικό μουσείο στη Λάρισα… Οπότε πρότεινε μειδιώντας στη σύζυγό του Δημάρχου που ήταν παρούσα «να μην του κάτσει απόψε» για τον τιμωρήσει για το μουσείο που δεν έγινε ποτέ! Το κινηματογραφικό μουσείο ήταν ένα από τα μεγάλα όνειρα του Μπαρμπή που θεωρούσε την κινηματογραφική παιδεία ζήτημα πολιτισμού· ονειρευόταν να υπήρχε σχετικό μάθημα στα σχολεία και φώναζε «δώστε στο λαό Μουσείο Κινηματογραφικό».
Αυτός ήταν ο τρόπος να διεκδικεί και να διαδηλώνει ο Μπαρμπής, με κατσίκες και συμβουλές για την ερωτική ζωή του Δημάρχου…
Όταν συναντήθηκα με τον φωτογράφο Φώτη Νατσιούλη, που εκτός από την έκθεση – αφιέρωμα στο Μπαρμπή το 2013, υπήρξε φίλος μέχρι το τέλος του που επήλθε λίγους μήνες μετά την κατάποση του μοιραίου λουκουμιού που τον έστειλε στην εντατική, του ζήτησα να τον περιγράψει με μία φράση. Μου απάντησε «Θα σου πω αυτό που είπα και στα παιδιά μου όταν πριν χρόνια με ρώτησαν ποιος είναι αυτός ο Μπαρμπής Βοζαλής… Φαντάσου τον Μέγα Αλέξανδρο να παρελαύνει σε Ελλάδα και Μικρά Ασία, να τον προσκυνούν όλοι, αλλά όταν συναντά τον φιλόσοφο Διογένη που ζούσε στο πιθάρι του στην Κόρινθο, εκείνος να του ζητά να κάνει στην άκρη για του έκρυβε τον ήλιο. Αυτός ήταν ο Μπαρμπής. Παντελώς αδιάφορος για θέσεις, αξιώματα και για αυτούς που τα επκπροσωπούσαν. ».
Κάποια φορά μπήκε στη Λέσχη Αξιωματικών κατά τη διενέργεια επίσημης δεξίωσης, προσπέρασε βουλευτές, δημάρχους και λοιπούς επισήμους, πήγε στο μπουφέ και ζήτησε ένα ποτήρι κρασί και επειδή του άρεσε πήρε μαζί του το μπουκάλι και έφυγε! Παράλληλα, τον άκουγες να σχολιάζει το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης κατά την εξέλιξή του στην Λίνα Καράμπα στο Δημοτικό Ραδιόφωνο και έμενες άφωνος με τις γνώσεις μεν, αλλά και το πόσες ταινίες κατάφερνε να δει μέσα σε μία μέρα, την εποχή που δεν υπήρχε ούτε ιδιωτική τηλεόραση, ούτε Netflix, ούτε διαδίκτυο.
Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης επίσης, κατά τη διάρκεια ρεπορτάζ της ΕΡΤ3 με καλεσμένη την Μελίνα Μερκούρη στο χώρο του Φεστιβάλ, μπήκε ο Μπαρμπής στο πλάνο και η Μελίνα γυρίζει ανενόχλητη και του λέει «Που είσαι ρε Μπαρμπή;». Η Μελίνα άλλωστε, όπως έλεγε και ο ίδιος, ήταν μια από τις τρεις γυναίκες που τον έκαναν να αγαπήσει τον κινηματογράφο. Την είχε ρωτήσει κάποτε στο «Άστυ» στην Αθήνα όταν ήταν φοιτητής τι λένε οι κριτικοί για τη «Στέλλα» και του απάντησε «Χέσε τους κριτικούς. Είναι ευνούχοι. Μπορούν να σου πουν πως να το κάνεις, αλλά δεν το κάνουν οι ίδιοι». Οι άλλες δύο γυναίκες, ήταν η Αγλαΐα Μητροπούλου και η Μέριλιν Μονρόε.
Αυτή η απίστευτη φιγούρα της πόλης ερέθισε φωτογραφικά πολύ τον Φώτη Νατσιούλη. Κάθε φορά που τον πετύχαινε έξω στο δρόμο ή σε κάποια παράσταση του έδινε πάντα θέμα φωτογραφικό, τον προκαλούσε ενδυματολογικά με το ασπρόμαυρο παπούτσι του, το καπέλο σαν Δον Κορλεόνε, την παραμάνα που του είχε χαρίσει η πρόωρα χαμένη κόρη του Ηβη και δεν την αποχωριζόταν ποτέ. Κάποια στιγμή το υλικό που συγκεντρώθηκε ήταν τεράστιο και έτσι έγινε και η φωτογραφική έκθεση, η οποία «ξαναστήθηκε» κατά το μνημόσυνό του στο «Φρούριο».
Ο Μπαρμπής ήταν σαν να ήταν ο ίδιος ρόλος, πρωταγωνιστικός πάντα, σε πολλές και διαφορετικές ταινίες από αυτές για τις οποίες έγραφε στο περιοδικό Cineparmenos και κάθε Δευτέρα στην εφημερίδα «Ελευθερία» για την επόμενη προβολή της Λέσχης.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι υπήρξε σ(ι)νεπαρμένος και μια εξτραβαγκάντζα προσωπικότητα…
*Ευχαριστώ ιδιαιτέρως τον Φώτη Νατσιούλη για την παραχώρηση του φωτογραφικού υλικού, που ξεπερνά κατά πολύ αυτό που εκτέθηκε το 2013, καθώς περιλαμβάνει έγγραφα και ντοκουμέντα της διαδρομής του Μπαρμπή Βοζαλή. Τον ευχαριστώ ιδιαιτέρως και για τις δύο τελευταίες φωτογραφίες του Μπαρμπή στο κέντρο αποκατάστασης Animus το 2014 λίγες μέρες πριν πεθάνει από ανακοπή καρδιάς.
Εύη Μποτσαροπούλου