«Ο κόσμος εδώ έχει μεγαλώσει κάτω από δύο ηφαίστεια. Προσπαθούμε να κρατήσουμε μια καθημερινότητα όσο γίνεται πιο ψύχραιμα», αναφέρει στο onlarissa.gr ο Λαρισαίος, Χρήστος Αντωνιάδης, κάτοικος Σαντορίνης εδώ και 15 χρόνια, η οποία, μαζί τις υπόλοιπες Κυκλάδες εδώ και σχεδόν δύο εβδομάδες «χορεύει» στον χορό του εγκέλαδου, με πάνω από 6.000 σεισμικές δονήσεις να έχουν διαταράξει την καθημερινότητα χιλιάδων κατοίκων.
Ο κ. Αντωνιάδης, κατοικεί στο Καμάρι και διατηρεί μια σχολή Καλών Τεχνών. Στο νησί γενικότερα, όπως εξηγεί, ζουν και εργάζονται κι άλλοι Λαρισαίοι, με τον κύκλο των οποίων διατηρεί επικοινωνία. Αρκετοί από αυτούς έχουν φύγει από τη Σαντορίνη, υπό το φόβο ενός μεγαλύτερου σεισμού ή ακόμα και ενός τσουνάμι.
«Είμαστε σε εγρήγορση, έχει φύγει αρκετός κόσμος που έχει οικογένειες, μικρά παιδιά», περιγράφει ο κ. Αντωνιάδης. «Οι σεισμοί γίνονται κάθε δέκα λεπτά, δεν μπορείς να τους αντέξεις. Αυτοί που μείναμε είμαστε κοντά ο ένας στον άλλον, για να βοηθήσουμε αν χρειαστεί. Είμαστε ασφαλείς, έχει έρθει όλος ο κρατικός μηχανισμός, όλοι οι ειδικοί είναι εδώ και μας ενημερώνουν συχνά».
«Υπάρχει μια ανησυχία, δεν λέω, αλλά έχουμε ξαναζήσει παρόμοιες καταστάσεις, όχι τόσο έντονες σεισμικές δονήσεις, αλλά ζούμε κάτω από δύο ηφαίστεια. Ο κόσμος εδώ είναι μαθημένος», περιγράφει και θυμάται την περίοδο 2011-2012, όταν και πάλι το νησί «ταρακουνιόταν» από σεισμικές δονήσεις, οι οποίες κράτησαν τους κατοίκους σε αναταραχή για έναν περίπου χρόνο. «Αυτό τώρα όμως είναι πολύ έντονο και συνεχόμενο, χωρίς να σταματάει, μια “κούνια μπελά”», σημειώνει.
«Το έχω ξαναζήσει, λέω μήπως είναι κάτι παροδικό, θα περάσει και θα είμαστε μια χαρά», αναφέρει έπειτα, στην ερώτηση γιατί ο ίδιος επέλεξε να μην εγκαταλείψει το νησί. «Ό,τι και να γίνει, να είμαστε εδώ που έχουμε τα σπίτια μας, την περιουσία μας. Όσοι μείνουμε, να καταφέρουμε να ξανασηκωθούμε», είναι η σκέψη η δική του και όλων των κατοίκων που παραμένουν
«Αυτοί που μείναμε, δεν φοβόμαστε τόσο. Από την άλλη δεν το κρύβω ότι τα βράδια φοβόμαστε μην μας βρει στον ύπνο», περιγράφει. «Τη μέρα το έχουμε συνηθίσει και πλέον δεν βγαίνουμε καν από το σπίτι γιατί γίνεται σεισμός κάθε πέντε λεπτά».
Παρόλο που το ενδεχόμενο ενός μεγαλύτερου σεισμού δεν βγαίνει ποτέ από το κάδρο, ο ίδιος περιγράφει με σιγουριά ότι μετά τον μεγάλο σεισμό του 1956 τα περισσότερα κτίρια έχουν ασφαλή, αντισεισμικό σχεδιασμό, με τον μεγαλύτερο κίνδυνο να εντοπίζεται λόγω εδάφους στην Καλντέρα και τα πρανή, όπου έγκειται και ο μεγαλύτερος κίνδυνος κατολισθήσεων.
Ωστόσο οι ντόπιοι πατούν γερά στα πόδια τους, ως άνθρωποι που «μεγάλωσαν και ζουν ανάμεσα σε δύο ηφαίστεια», τα οποία ανά πενήντα χρόνια «ξυπνούν» και βγάζουν καπνούς.
«Έχουμε και γείτονα που μου έχει μιλήσει για τον σεισμό του ‘56», αναφέρει ο κ. Αντωνιάδης. «Αυτοί έχουν έντονες τις αναμνήσεις, αλλά και τότε σηκώθηκαν ξανά στα πόδια τους και έφτιαξαν το νησί. Δεν φοβούνται. Ακόμα και τώρα ένας παππούς κάθισε. Μου λέει “εγώ εδώ θα μείνω”».
Παράλληλα, η ζωή στο νησί ακολουθεί όσο αυτό είναι δυνατό, τους καθημερινούς της ρυθμούς και παρόλο που αρκετά μαγαζιά έχουν κλείσει, η «κανονικότητα» κυλά με μια σχετικά συνηθισμένη ροή.
«Προσπαθούμε να κρατήσουμε μια καθημερινότητα όσο γίνεται πιο ψύχραιμα, περιμένοντας το …τσουνάμι», σχολιάζει εύθυμα. «Βρισκόμαστε στο σούπερ μάρκετ, κοιταζόμαστε στα μάτια και ξέρουμε ότι εντάξει, μείναμε εδώ και θα το αντιμετωπίσουμε, στο μυαλό μας είναι η σκέψη ότι θα περάσει. Το ότι θα έρθει ένας μεγαλύτερος σεισμός είναι πιθανό, αλλά το μυαλό είναι αισιόδοξο», επισημαίνει με ελπίδα ο κ. Αντωνιάδης.
Ζωή Μπουρουτζή
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις