Η Λάρισα, από τα προϊστορικά ακόμα χρόνια μέχρι και σήμερα, συνεχίζει τη διαχρονική της πορεία στην ίδια πάντοτε θέση, στη δυτική όχθη του Πηνειού, φωλιασμένη βαθιά στην αγκαλιά μιας καμπύλης πορείας του ρου του ποταμού της, ο οποίος είναι το σύμβολο και ο ζωοδότης της πόλης. Πολλοί ιστορικοί μελετητές τη θεωρούν σαν μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Ευρώπης. Επόμενο ήταν να προσελκύσει την προσοχή πολλών ξένων ταξιδιωτών και περιηγητών.
Όλοι αυτοί, ο καθένας με τα ενδιαφέροντα που είχε, περιέγραφε τα ιστορικά μνημεία, τα κτίρια που τη διακοσμούσαν, σκηνές του καθημερινού βίου, ιδιαιτερότητες των φυλών που την συγκροτούσαν, προτερήματα και ελαττώματα των κατοίκων. Πολλοί συνόδευαν τα έντυπα και τα χειρόγραφα οδοιπορικά τους με χαρακτικά κάθε λογής, στα οποία απεικόνιζαν όμορφα τοπία, αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία, φιλοτεχνούσαν εντυπωσιακά κτίρια και κατέγραφαν με την πέννα ή τον χρωστήρα καθημερινές δραστηριότητες των κατοίκων. Το πολύτιμο και ανεκτίμητο αυτό εικαστικό υλικό, έρχεται όχι μόνον να συμπληρώσει τις περιγραφές, αλλά και να τις εμπλουτίσει με ζωντάνια.
Στο σημερινό μας σημείωμα θα περιγράψουμε την παλαιότερη εικόνα της Λάρισας που έχει εντοπισθεί μέχρι σήμερα. Βρέθηκε έπειτα από μακροχρόνια αναζήτηση[1] σε βιβλίο του Nicolaus Gerbelius (1485-1560), το οποίο εκδόθηκε στη Βασιλεία της σημερινής Ελβετίας το 1545, δηλαδή πριν 478 χρόνια. Ο Gerbelius υπήρξε επιφανής ουμανιστής και νομικός. Διετέλεσε καθηγητής του Δικαίου στα πανεπιστήμια Βιέννης και Στρασβούργου. Το βιβλίο έχει τον τίτλο Descriptio Graeciae (Περιγραφή της Ελλάδος), είναι γραμμένο στη λατινική γλώσσα και αποτελεί επανέκδοση, με διάφορες συμπληρώσεις και σχόλια, του ομότιτλου βιβλίου του Κερκυραίου ουμανιστή του 16ου αιώνα Νικολάου Σοφιανού που είχε τυπωθεί το 1538. Εκείνο όμως που κυρίως διαφοροποιεί την έκδοση αυτή του Gerbelius είναι ότι συνόδευσε και εμπλούτισε το κείμενο με 21 ξυλογραφίες οι οποίες αποτελούν αναπαράσταση διαφόρων πόλεων και τοποθεσιών του ελληνικού χώρου. Είναι φιλοτεχνημένες με τεχνοτροπία γοτθική, ένα εικαστικό ρεύμα πολύ δημοφιλές κατά τον 16ο αιώνα. Από τις ξυλογραφίες αυτές δύο έχουν σχέση με τον θεσσαλικό χώρο. Η μία αφορά τη Λάρισα και ή άλλη τα Τέμπη.
Με την πρώτη ματιά γίνεται κατανοητό ότι αυτό που βλέπουμε δεν έχει καμία σχέση με τη Λάρισα των μέσων του 16ου αιώνα. Ο χαράκτης έχει σχεδιάσει μια πόλη περιτειχισμένη. Κατά διαστήματα τα τείχη αυτά προστατεύονται από ψηλούς πύργους. Στις βάσεις των πύργων ανοίγονται μεγάλες πύλες που οδηγούν στο εσωτερικό της πόλης, στο οποίο υπάρχει ένας συνωστισμός κτιρίων με διαφορετική αρχιτεκτονική. Τα περισσότερα κτίρια έχουν μεσαιωνική μορφή, με πυργοειδείς απολήξεις σε σχήμα κώνου.
Στην κορυφή των πύργων προβάλλει σε ορισμένα η ημισέληνος. Προφανώς ο χαράκτης αποτυπώνει με τον δικό του τρόπο τους μιναρέδες των οθωμανικών τζαμιών της Λάρισας. Ανάμεσα στον οικοδομικό αυτό συνωστισμό διακρίνουμε και τρία κτίρια με κίονες, αετώματα, περιστύλια και άλλα στοιχεία κλασικής αρχιτεκτονικής, τα οποία ενδεχομένως να υποδηλώνουν χριστιανικούς ναούς, χωρίς όμως να υπάρχει το σημείο του σταυρού. Μέσα στον περιτειχισμένο χώρο και προς τα δεξιά υπάρχει μικρός ακάλυπτος χώρος, στον οποίο διακρίνονται δύο ανθρώπινες φιγούρες.
Δεξιά τα κτίρια της πόλης και τα τείχη ακουμπούν σε χαμηλό λόφο, ο οποίος εμφανίζει στην κορυφή αραιή βλάστηση, χωρίς κτίρια. Ίσως εδώ ο χαράκτης θέλει να αποτυπώσει τον λόφο της Ακρόπολης. Ο Πηνειός δεν εμφανίζεται πουθενά. Οι ορεινοί όγκοι στο βάθος πιθανόν να καταγράφουν τις κορυφές του μυθικού Όλυμπου. Βέβαιο είναι ότι αν δεν υπήρχε από τον χαράκτη γραμμένο πάνω από την εικόνα το όνομα LARISSA, θα νόμιζε κανείς ότι αντικρίζει κάποια πολιτεία του μεσαίωνα στην Κεντρική Ευρώπη.
Σ’ αυτή την ξυλογραφία δεν μπορεί να διακρίνει κανείς κάτι που να υποδηλώνει ότι απεικονίζει την τουρκοκρατούμενη Λάρισα. Τίποτα δεν είναι αληθινό. Πρόκειται για μια αυθαίρετη αναπαράσταση της πόλης, συχνό φαινόμενο στα περιηγητικά βιβλία του 16ου και 17ου αιώνα. Ειδικά για το βιβλίο αυτό είναι γνωστό ότι ούτε ο συγγραφέας, ούτε και ο χαράκτης είχαν επισκεφθεί τη Λάρισα. Έτσι ο χαράκτης, παίρνοντας ερεθίσματα από το κείμενο του συγγραφέα, αυτοσχεδίαζε, με πρότυπο τις πόλεις της Κεντρικής Ευρώπης. Πάντως η εικόνα στο σύνολό της αποπνέει κάποια μεγαλοπρέπεια και επιτυγχάνει να μεταδώσει την αίσθηση ότι παριστάνει μια μεγαλούπολη της εποχής, η οποία όμως προσιδιάζει περισσότερο στον ευρωπαϊκό χώρο, παρά στα τουρκοκρατούμενα Βαλκάνια.
Από αισθητικής απόψεως φαίνεται ότι υπάρχει μια δυσαρμονία μεταξύ των διαφόρων κτιρίων και του περιβάλλοντος χώρου. Η πρωτόγονη προοπτική του σχεδίου μάλλον ενοχλεί, ενώ οι αδρές γραμμές του χαράκτη προσπαθούν να δώσουν μια αίσθηση φωτοσκιάσεων, χωρίς ικανοποιητικό αισθητικό αποτέλεσμα.
Όμως παρ’ όλες τις φανταστικές εμπνεύσεις του χαράκτη και τις αισθητικές ατέλειες του σχεδίου, η ξυλογραφία αυτή δεν παύει να είναι χρονολογικά και σημειολογικά η πρώτη γνωστή απεικόνιση της Λάρισας και από την άποψη αυτή έχει τη δική της ιστορική σημασία[2].
[1]. Η εντόπισή του ήταν δύσκολη λόγω της παλαιότητας και της σπανιότητας του βιβλίου. Για την απόκτηση αντιγράφου της ξυλογραφίας της Λάρισας και των Τεμπών απαιτήθηκε πολύς χρόνος και παρατεταμένη αλληλογραφία με βιβλιοθήκες του εξωτερικού. Στην προσπάθεια αυτή βοήθησε σημαντικά ο γνωστός ιστορικός ερευνητής και φίλος της Λάρισας Γιάννης Ρούσκας.
[2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Η Λάρισα στα χαρακτικά των Ευρωπαίων περιηγητών (16ος -19ος αιώνας), εκδόσεις «Θετταλός», Λάρισα (2006) σελ. 21-26.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου / [email protected] / Φωτοθήκη Λάρισας
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις