Η φωτογραφία που δημοσιεύεται επιγράφεται από τον εκδότη της «Άποψις Λαρίσης». Είναι του Λαρισαίου Ιωάννου Κουμουνδούρου, το κατάστημά του οποίου βρισκόταν στη γωνία των σημερινών οδών Φιλελλήνων και Κύπρου, σε ένα ισόγειο κτίριο απέναντι ακριβώς από τη Στρατιωτική Λέσχη, και έβλεπε προς την Φιλελλήνων.
Στο ίδιο κτίριο στεγαζόταν και η Λαϊκή Τράπεζα, αλλά αυτή είχε πρόσοψη προς την Κεντρική Πλατεία (Θέμιδος).
Ο φωτογράφος ανέβηκε στο ψηλότερο επίπεδο του τετραώροφου προπολεμικού καμπαναριού του ναού του Αγίου Νικολάου [1]. Από το σημείο αυτό κατηύθυνε τον φακό του προς βορρά και αποτύπωσε ένα μεγάλο τμήμα του κεντρικού τομέα της Λάρισας. Ο Κουμουνδούρος κατέγραψε σε φωτογραφικό χαρτί και άλλες απόψεις της πόλης και τις εμπορεύονταν σαν επιστολικά δελτάρια. Η οπίσθια πλευρά των καρτών ήταν γυμνή, δηλαδή χωρίς να φροντίσει να υπάρχουν τυπογραφικά στοιχεία, είτε προσωπικά του εκδότη, είτε διαγραμμίσεις που να διευκολύνουν τον αποστολέα. Η ποιότητα των φωτογραφιών του είναι φτωχή, οι εμφανίσεις τους σε ορισμένες φαίνεται να είναι πρόχειρες σε σύγκριση με τις άλλες που κυκλοφορούσαν την προπολεμική περίοδο στην αγορά και είναι όλες ασπρόμαυρες. Όμως οι απόψεις της πόλεως που έχει καταγράψει είναι πολύ ενδιαφέρουσες, πρωτότυπες και διαφορετικές από εκείνες των άλλων καρτών.
Για καλύτερη ανάγνωση της φωτογραφίας, θα την χωρίσουμε σε τρεις εγκάρσιες ζώνες. Στην κάτω ζώνη, από αριστερά στην αρχή διακρίνουμε τα κεραμίδια της ανατολικής πλευράς της δίκλινης στέγης του ναού του Αγίου Νικολάου. Στο κέντρο υπάρχουν ψηλόλιγνα κυπαρίσσια, ενώ δεξιά φαίνεται ένα μέρος από το προστατευτικό τοιχίο της αυλής. Ο τοίχος αυτός ήταν όμορφα δομημένος από πελεκητή πέτρα σε εξάγωνο σχήμα, ύψους ενός περίπου μέτρου και συμπληρωνόταν προς τα πάνω από μεταλλικό κιγκλίδωμα, εμπλουτισμένο με όμορφα σχέδια, ύψους ενός περίπου μέτρου και αυτό. Ο τοίχος περιέτρεχε όλο το τετράγωνο, μέσα στο οποίο βρισκόταν ο ναός και η τεράστια και πλούσια δενδροφυτευμένη αυλή του. Με λίγη προσοχή μπορεί να διακρίνει κανείς στη φωτογραφία αυτή και το επάνω μέρος από το μαρμάρινο εικονοστάσι που βρισκόταν σε επαφή με το τοιχίο, στην καμπύλη γωνία των οδών Ηπείρου και Βασιλίσσης Σοφίας (Παπαναστασίου).
Στη μεσαία ζώνη, αριστερά διακρίνεται μια μεγάλη περιτοιχισμένη αυλή, η οποία ανήκε στο σπίτι της αρχοντικής οικογένειας των Πρωτοσύγκελων της Λάρισας, από τα Αμπελάκια. Η κατοικία δυστυχώς δεν φαίνεται στην άποψη αυτή. Στο μέσον υπάρχει μια σειρά από κατοικίες οι οποίες περικλείονται στο τρίγωνο μεταξύ των σημερινών οδών Ψαρών, Μανδηλαρά και Παπαναστασίου. Το κτίσμα που βρίσκεται στη γωνία αυτού του τριγώνου φέρει επιγραφή με την ένδειξη «ΦΩΤΟΖΩΓΡΑΦΕΙΟΝ». Πρόκειται για το εργαστήριο το οποίο διατηρούσαν προπολεμικά δύο σπουδαίοι ζωγράφοι-αγιογράφοι και φωτογράφοι, ο Χρυσόστομος Παπαμερκουρίου και ο Παντελής Γκίνης [2]. Πίσω από το εργαστήριο αυτό διακρίνεται μια μεγάλη διώροφη οικοδομή, η οποία ανήκε στον Παπαμερκουρίου. Στο βάθος και στη γωνία των οδών Ψαρών και Μανδηλαρά (οδός Πρωτεσιλάου τότε) αναγνωρίζεται η κατοικία της οικογένειας Σακελλαρίδη, ενώ πιο πίσω, επί της οδού Βελή διακρίνεται το αέτωμα της κατοικίας Ξυραδάκη. Δεξιότερα, αφού μεσολαβεί η οδός Παπαναστασίου, υπάρχουν και άλλα κτίσματα και ο φακός φθάνει μέχρι τον πύργο του προπολεμικού ρολογιού της πόλης.
Στην επάνω ζώνη απλώνεται το κέντρο της προπολεμικής Λάρισας. Αριστερά η εικόνα είναι λίγο σκοτεινή, αλλά διακρίνεται αποθηκευμένος ο σιδερένιος σκελετός της γέφυρας του Κουτσόχερου [3] στον χώρο του εργοστασίου της Ηλεκτρικής Εταιρείας, γνωστής αργότερα ως ΟΥΗΛ και σήμερα ως ΔΕΥΑΛ. Στη θέση αυτή βρίσκεται από χρόνια το ημιτελές Δημοτικό Θέατρο. Στο μέσον, στη γωνία των οδών Παπαναστασίου και Κουμουνδούρου, εξέχει ένα διώροφο κτίριο. Σ’ αυτό στεγαζόταν η χειρουργική κλινική του Βασιλείου Παπαδημητρίου, στενού συνεργάτη του Μιχαήλ Σάπκα στη διοίκηση του τοπικού τμήματος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού κατά τις δύσκολες ημέρες της κατοχής. Στο βάθος μπορούμε να εντοπίσουμε και πολλά άλλα κτίσματα, μεταξύ των οποίων, το υπερώο της Εθνικής Τράπεζας, το τριώροφο «Πανελλήνιον», το μέγαρο Κατσαούνη, όπου στεγάσθηκε κάποια στιγμή το καφενείο «Παλλάδιον», κλπ.
Όσον αφορά τώρα τη χρονολόγηση της φωτογραφίας, οδηγός μας είναι η παρουσία του σιδερένιου σκελετού της γέφυρας στο κτίριο της Ηλεκτρικής Εταιρείας. Εφ’ όσον είναι γνωστό ότι τοποθετήθηκε το 1925 στο Κουτσόχερο, η φωτογράφηση τοποθετείται πριν τη χρονολογία αυτή.
[1]. Για εικόνα και περιγραφή του καμπαναριού αυτού βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το παλιό καμπαναριό του Αγίου Νικολάου, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 26ης Απριλίου 2015, σελ. 4.
[2]. Η συνεργασία τους κυρίως στην αγιογράφηση ήταν τόσο επιτυχημένη και η εργασία τους τόσο αποδοτική, ώστε σήμερα δεν υπάρχει παλιός ναός στη Λάρισα και την περιοχή της που να μην έχει φορητές εικόνες οι οποίες να φιλοτεχνήθηκαν στο φωτοζωγραφείο αυτό. Μεταπολεμικά συνεχίστηκε η συνεργασία τους, αλλά μετέφεραν το εργαστήριό τους στη γωνία των οδών Παπαναστασίου και Παπακυριαζή.
[3]. Η γέφυρα αυτή έχει μια μικρή ιστορία. Επειδή Λάρισα και Τρίκαλα είχαν μεταξύ τους μόνον οδική σύνδεση, ενώ οι άλλες πόλεις της Θεσσαλίας (Τρίκαλα-Καρδίτσα-Βόλος) είχαν και σιδηροδρομική, κατασκευάσθηκε από το κράτος ειδική σιδερένια γέφυρα, η οποία γεφύρωνε την κοίτη του Πηνειού στην περιοχή του Κουτσόχερου. Όμως επειδή ο Θεσσαλικός σιδηρόδρομος θα έχανε ένα μεγάλο μέρος επιβατών, οικονομικά ασύμφορο γι’ αυτόν, η γέφυρα όχι μόνο δεν τοποθετήθηκε, αλλά αποθηκεύτηκε στη Λάρισα, στην αυλή του χώρου της Ηλεκτρικής Εταιρείας. Τελικά η γέφυρα τοποθετήθηκε στη θέση της το 1925 και υπάρχει μέχρι σήμερα παραμελημένη.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου / nikapap@hotmail.com / Εφημερίδα Ελευθερία